ΙΕΖΕΚΙΗΛ

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 1

 

Ιεζ. 1,1              Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ τριακοστῷ ἔτει, ἐν τῷ τετάρτῳ μηνὶ πέμπτῃ τοῦ μηνὸς καὶ ἐγὼ ἤμην ἐν μέσῳ τῆς αἰχμαλωσίας ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ, καὶ ἠνοίχθησαν οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδον ὁράσεις Θεοῦ.

Ιεζ. 1,1                        Κατά το τριακοστόν έτος, την πέμπτην ημέραν του τετάρτου μηνός, καθώς ευρισκόμην μεταξύ των Ιουδαίων συναιχμαλώτων μου, πλησίον στον ποταμόν Χοβάρ, εκεί ηνοίχθησαν οι ουρανοί και είδον οράματα παρά Θεού.

Ιεζ. 1,2              πέμπτῃ τοῦ μηνός (τοῦτο τό ἔτος τὸ πέμπτον τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ βασιλέως Ἰωακείμ) καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρὸς Ἰεζεκιὴλ υἱὸν Βουζεί, τὸν ἱερέα, ἐν γῇ Χαλδαίων ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ·

Ιεζ. 1,2                       Κατά την πέμπτην ημέραν του προμνημονευθέντος μηνός και έτους (αυτό δε το έτος είναι το πέμπτον έτος της αιχμαλωσίας του βασιλέως Ιωακείμ), ήλθε λόγος παρά Κυρίου προς εμέ τον Ιεζεκιήλ, τον ιερέα, υιόν Βουζεί, παραμένοντα εις την χώραν των Χαλδαίων, πλησίον στον ποταμόν Χοβάρ.

Ιεζ. 1,3              καὶ ἐγένετο ἐπ᾿ ἐμὲ χεὶρ Κυρίου,

Ιεζ. 1,3                       Ηπλωσεν ο Κυριος το αποκαλυπτικόν του χέρι επάνω μου

Ιεζ. 1,4              καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ πνεῦμα ἐξαῖρον ἤρχετο ἀπὸ βοῤῥᾶ, καὶ νεφέλη μεγάλη ἐν αὐτῷ, καὶ φέγγος κύκλῳ αὐτοῦ καὶ πῦρ ἐξαστράπτον, καὶ ἐν τῷ μέσῳ αὐτοῦ ὡς ὅρασις ἠλέκτρου ἐν μέσῳ τοῦ πυρὸς καὶ φέγγος ἐν αὐτῷ.

Ιεζ. 1,4                       και παρετήρησα και είδα βίαιον ανεμοστρόβιλον, που εσαρωνε τα πάντα, να κατέρχεται από τον βορράν και μέσα εις αυτόν ήτο ένα μεγάλο νέφος. Γυρω από αυτό υπήρχεν ένα πυρ, που αστραποβολούσε, εις δε το κέντρον αυτού υπήρχε κάτι, που ωμοίαζε με ήλεκτρον ευρισκόμενον εντός του πυρός, το οποίον και εφεγγοβολούσεν.

Ιεζ. 1,5              καὶ ἐν τῷ μέσῳ ὡς ὁμοίωμα τεσσάρων ζῴων, καὶ αὕτη ἡ ὅρασις αὐτῶν· ὁμοίωμα ἀνθρώπου ἐπ᾿ αὐτοῖς,

Ιεζ. 1,5                       Εις το μέσον δε αυτού υπήρχον ωσάν ομοιώματα τεσσάρων ζώων, τα οποία είχαν την εξής εμφάνισιν· Η μορφή των ήτο ωσάν μορφή ανθρώπων.

Ιεζ. 1,6              καὶ τέσσαρα πρόσωπα τῷ ἑνί, καὶ τέσσαρες πτέρυγες τῷ ἑνί.

Ιεζ. 1,6                       Το καθένα από αυτά είχε τέσσερα πρόσωπα και τέσσαρας πτέρυγας.

Ιεζ. 1,7              καὶ τὰ σκέλη αὐτῶν ὀρθά, καὶ πτερωτοὶ οἱ πόδες αὐτῶν, καὶ σπινθῆρες ὡς ἐξαστράπτων χαλκός, καὶ ἐλαφραὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν.

Ιεζ. 1,7                       Τα πόδια των όρθια, όπως των ανθρώπων, ήσαν πτερωτά. Εσπινθηροβολούσαν, όπως ο απαστράπτων γυαλισμένος χαλκός, αι δε πτέρυγες των ήσαν ελαφραί και ταχυκίνητοι.

Ιεζ. 1,8              καὶ χεὶρ ἀνθρώπου ὑποκάτωθεν τῶν πτερύγων αὐτῶν ἐπὶ τὰ τέσσαρα μέρη αὐτῶν· καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν τῶν τεσσάρων

Ιεζ. 1,8                       Κατω από τας πτέρυγάς των και εις τα τέσσερα μέρη είχαν χέρια όμοια προς τα χέρια του ανθρώπου, δύο εις κάθε ώμον. Τα πρόσωπά των ήσαν τέσσαρα

Ιεζ. 1,9              οὐκ ἐπεστρέφοντο ἐν τῷ βαδίζειν αὐτά, ἕκαστον ἀπέναντι τοῦ προσώπου αὐτῶν ἐπορεύοντο.

Ιεζ. 1,9                       και δεν εστρέφοντο καθώς εβάδιζαν, αλλά το καθένα εβάδιζε κατ' ευθείαν εμπρός, κατά πρόσωπον.

Ιεζ. 1,10            καὶ ὁμοίωσις τῶν προσώπων αὐτῶν· πρόσωπον ἀνθρώπου καὶ πρόσωπον λέοντος ἐκ δεξιῶν τοῖς τέσσαρσι καὶ πρόσωπον μόσχου ἐξ ἀριστερῶν τοῖς τέσσαρσι καὶ πρόσωπον ἀετοῦ τοῖς τέσσαρσι.

Ιεζ. 1,10                     Ως προς δε την μορφήν των προσώπων των και τα τέσσαρα είχαν πρόσωπον ανθρώπου και πρόσωπον λέοντος εκ δεξιών, πρόσωπον μόσχου από τα αριστερά και πρόσωπον αετού όπισθεν.

Ιεζ. 1,11            καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν ἐκτεταμέναι ἄνωθεν τοῖς τέσσαρσιν, ἑκατέρῳ δύο συνεζευγμέναι πρὸς ἀλλήλας, καὶ δύο ἐπεκάλυπτον ἐπάνω τοῦ σώματος αὐτῶν.

Ιεζ. 1,11                      Δυο από τας πτέρυγάς των ήσαν απλωμέναι επάνω από τα τέσσερα έμψυχα αυτά ζώντα όντα, και ηνούντο μεταξύ των εις τα άκρα. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες εσκέπαζον το έμπροσθεν μέρος του σώματός των.

Ιεζ. 1,12            καὶ ἑκάτερον κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπορεύετο· οὗ ἂν ἦν τὸ πνεῦμα πορευόμενον, ἐπορεύοντο καὶ οὐκ ἐπέστρεφον.

Ιεζ. 1,12                     Καθένα από τα ζώντα όντα, προς οιανδήποτε κατεύθυνσιν και αν επορεύετο, επορεύετο πάντοτε κατά την κατεύθυνσιν ενός εκ των προσώπων του· όπου δε το πνεύμα επορεύετο, επορεύοντο και εκείνα, χωρίς να στρέφουν αριστερά η δεξιά.

Ιεζ. 1,13            καὶ ἐν μέσῳ τῶν ζῴων ὅρασις ὡς ἀνθράκων πυρὸς καιομένων, ὡς ὄψις λαμπάδων συστρεφομένων ἀναμέσον τῶν ζῴων καὶ φέγγος τοῦ πυρός, καὶ ἐκ τοῦ πυρὸς ἐξεπορεύετο ἀστραπή.

Ιεζ. 1,13                     Ανάμεσα δε εις τα ζώα αυτά εφαίνετο κάτι σαν αναμμένοι άνθρακες, που εκαίοντο, ώσαν συστρεφόμεναι φλόγες ανάμεσα εις τα ζώα αυτά. Και το πυρ αυτό ακτινοβολούσε φως. Εξεπορεύετο από το πυρ λάμψις ζωηρά, ωσάν της αστραπής.

Ιεζ. 1,15            καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ τροχὸς εἷς ἐπὶ τῆς γῆς ἐχόμενος τῶν ζῴων τοῖς τέσσαρσι·

Ιεζ. 1,15                     Και ιδού είδον, ότι πλησίον των τεσσάρων αυτών ανθρωπίνων ζώντων ομοιωμάτων υπήρχε και ένας τροχός στηριζόμενος στο έδαφος.

Ιεζ. 1,16            καὶ τὸ εἶδος τῶν τροχῶν ὡς εἶδος θαρσείς, καὶ ὁμοίωμα ἐν τοῖς τέσσαρσι, καὶ τὸ ἔργον αὐτῶν ἦν καθὼς ἂν εἴη τροχὸς ἐν τροχῷ.

Ιεζ. 1,16                     Και η μορφή και η εμφάνισις των τροχών αυτών ήτο ωσάν από πολύτιμον λίθον θαρσείς. Οι τέσσαρες αυτοί τροχοί ήσαν όμοιοι μεταξύ των, η δε κατασκευή των ήτο τοιαύτη, ώστε ο ένας ο τροχός ήτο εντός του άλλου εις σχήμα σταυρού.

Ιεζ. 1,17            ἐπὶ τὰ τέσσαρα μέρη αὐτῶν ἐπορεύοντο, οὐκ ἐπέστρεφον ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτά,

Ιεζ. 1,17                     Οταν επροχωρούσαν επορεύοντο προς τας τέσσαρας πλευράς των, χωρίς να στρέφουν καθώς προχωρούσαν.

Ιεζ. 1,18            οὐδ᾿ οἱ νῶτοι αὐτῶν, καὶ ὕψος ἦν αὐτοῖς· καὶ εἶδον αὐτά, καὶ οἱ νῶτοι αὐτῶν πλήρεις ὀφθαλμῶν κυκλόθεν τοῖς τέσσαρσι.

Ιεζ. 1,18                     Και δεν έστρεφαν τα όντα αυτά καθώς προχωρούσαν ούτε τα σώματα των. Το ύψος δε αυτών ήτο πολύ μεγάλο. Παρετήρησα και είδα με έκπληξίν μου, ότι τα σώματα των τεσσάρων αυτών ανθρωπίνων ομοιωμάτων ήσαν κύκλω γεμάτα οφθαλμούς.

Ιεζ. 1,19            καὶ ἐν τῷ πορεύεσθαι τὰ ζῷα ἐπορεύοντο οἱ τροχοὶ ἐχόμενοι αὐτῶν, καὶ ἐν τῷ ἐξαίρειν τὰ ζῶα ἀπὸ τῆς γῆς ἐξῄροντο οἱ τροχοί.

Ιεζ. 1,19                     Οτε τα υπερφυσικά αυτά ζώντα όντα επορεύοντο στο έδαφος, έτρεχαν και οι τροχοί πλησίον αυτών. Οταν αυτά ανήρχοντο επάνω από την γην, ανέβαιναν μαζή των και οι τροχοί.

Ιεζ. 1,20            οὗ ἂν ἦν ἡ νεφέλη, ἐκεῖ τὸ πνεῦμα τοῦ πορεύεσθαι· ἐπορεύοντο τὰ ζῷα καὶ οἱ τροχοὶ καὶ ἐξῄροντο σὺν αὐτοῖς, διότι πνεῦμα ζωῆς ἐν τοῖς τροχοῖς.

Ιεζ. 1,20                    Οπου κατηυθύνετο η νεφέλη, εκεί επορεύετο και το πνεύμα. Εκεί μαζή επορεύοντο τα ζώα και οι τροχοί, οι οποίοι και υψώνοντο μαζή των. Τούτο δέ, διότι υπήρχε πνεύμα ζωής στους τροχούς, το οποίον και τους εκίνει.

Ιεζ. 1,21            ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὰ ἐπορεύοντο, καὶ ἐν τῷ ἑστάναι αὐτὰ εἱστήκεισαν καὶ ἐν τῷ ἐξαίρειν αὐτὰ ἀπὸ τῆς γῆς ἐξῄροντο σὺν αὐτοῖς, ὅτι πνεῦμα ζωῆς ἦν ἐν τοῖς τροχοῖς.

Ιεζ. 1,21                     Οταν τα υπερφυσικά αυτά όντα επορεύοντο εις την γην, μαζή των επορεύοντο και οι τροχοί. Οταν αυτά ίσταντο, εσταματούσαν και εκείνοι. Οταν αυτά επετούσαν και ανέβαιναν επάνω από την γην, ανέβαιναν μαζή με αυτά και οι τροχοί, διότι υπήρχε πνεύμα ζωής στους τροχούς.

Ιεζ. 1,22            καὶ ὁμοίωμα ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτοῖς τῶν ζῴων ὡσεὶ στερέωμα ὡς ὅρασις κρυστάλλου ἐκτεταμένον ἐπὶ τῶν πτερύγων αὐτῶν ἐπάνωθεν·

Ιεζ. 1,22                    Επάνω δε από την κεφαλήν των υπερφυσικών και παραδόξων αυτών ζώντων όντων, υπήρχε κάτι, που ωμοίαζε με το στερέωμα του ουρανού. Κατι διαφανές και λάμπον ωσάν κρύσταλλον, το οποίον ηπλώνετο επάνω από τας πτέρυγάς των.

Ιεζ. 1,23            καὶ ὑποκάτωθεν τοῦ στερεώματος αἱ πτέρυγες αὐτῶν ἐκτεταμέναι, πτερυσσόμεναι ἑτέρα τῇ ἑτέρᾳ, ἑκάστῳ δύο συνεζευγμέναι ἐπικαλύπτουσαι τὰ σώματα αὐτῶν.

Ιεζ. 1,23                     Ετσι δε κάτω από το ουράνιον αυτό στερέωμα υπήρχον απλωμέναι αι δύο πτέρυγες των ζώντων αυτών όντων, αι οποίαι ήγγιζον η μία την άλλην. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες ήσαν αναδιπλωμέναι και εκάλυπτον τα σώματα αυτών.

Ιεζ. 1,24            καὶ ἤκουον τὴν φωνὴν τῶν πτερύγων αὐτῶν ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὰ ὡς φωνὴν ὕδατος πολλοῦ· καὶ ἐν τῷ ἑστάναι αὐτὰ κατέπαυον αἱ πτέρυγες αὐτῶν.

Ιεζ. 1,24                    Καθώς δε εκείνα επορεύοντο, ήκουα την βοήν των πτερύγων των ωσάν ύδατα καταρράκτου, που πίπτουν μετά πατάγου. Οταν τα υπερφυσικά αυτά όντα εσταματούσαν, έπαυε και η βοή των πτερύγων των.

Ιεζ. 1,25            καὶ ἰδοὺ φωνὴ ὑπεράνωθεν τοῦ στερεώματος τοῦ ὄντος ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτῶν.

Ιεζ. 1,25                     Και ιδού, ηκούσθη φωνή, που προήρχετο από το στερέωμα, το επάνω από τας κεφαλάς των.

Ιεζ. 1,26            ὡς ὅρασις λίθου σαπφείρου ὁμοίωμα θρόνου ἐπ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ τοῦ ὁμοιώματος τοῦ θρόνου ὁμοίωμα ὡς εἶδος ἀνθρώπου ἄνωθεν.

Ιεζ. 1,26                    Και επάνω στο ωσάν ουρανόν αυτό στερέωμα υπήρχε κάποιο πράγμα λαμπρόν, όπως ο σάπφειρος, εις σχήμα θρόνου και επάνω στο ομοίωμα αυτό του λαμπρού θρόνου εκάθητο κάποιος, που είχε μορφήν ανθρώπου.

Ιεζ. 1,27            καὶ εἶδον ὡς ὄψιν ἠλέκτρου ἀπὸ ὁράσεως ὀσφύος καὶ ἐπάνω, καὶ ἀπὸ ὁράσεως ὀσφύος καὶ ἕως κάτω εἶδον ὡς ὅρασιν πυρὸς καὶ τὸ φέγγος αὐτοῦ κύκλῳ.

Ιεζ. 1,27                     Και είδον και ιδού, η όψις αυτού, που εκάθητο επάνω στον θρόνον, από την μέσην και επάνω έλαμπεν ωσάν το ήλεκτρον και από την μέσην έως κάτω είχε την εμφάνισιν πυρός, που ακτινοβολούσε ολόγυρα.

Ιεζ. 1,28            ὡς ὅρασις τόξου, ὅταν ᾖ ἐν τῇ νεφέλῃ ἐν ἡμέραις ὑετοῦ, οὕτως ἡ στάσις τοῦ φέγγους κυκλόθεν. αὕτη ἡ ὅρασις ὁμοιώματος δόξης Κυρίου· καὶ εἶδον καὶ πίπτω ἐπὶ πρόσωπόν μου καὶ ἤκουσα φωνὴν λαλοῦντος.

Ιεζ. 1,28                    Οπως δε φαίνεται το ουράνιον τόξον εις τα νέφη κατά τας βροχεράς ημέρας, έτσι ήτο και η εμφάνισίς του φωτός, που ακτινοβολούσε ολόγυρα. Αυτή ήτο η εμφάνισις του ομοιώματος της δόξης του Κυρίου. Είδα εγώ αυτά και κατεπλάγην, έπεσα κάτω με το πρόσωπον στο έδαφος και ήκουσα μίαν φωνήν, την φωνήν του Κυρίου, ο οποίος μου ωμιλούσε.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 2

 

Ιεζ. 2,1              Καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, στῆθι ἐπὶ τοὺς πόδας σου, καὶ λαλήσω πρὸς σέ.

Ιεζ. 2,1                       Και ο Κυριος είπε τότε προς εμέ· “υιέ ανθρώπου, σήκω, στάσου ορθός εις τα πόδια σου, διότι εγώ θα σου ομιλήσω”.

Ιεζ. 2,2              καὶ ἦλθεν ἐπ᾿ ἐμὲ πνεῦμα καὶ ἀνέλαβέ με καὶ ἐξῆρέ με καὶ ἔστησέ με ἐπὶ τοὺς πόδας μου, καὶ ἤκουον αὐτοῦ λαλοῦντος πρός με,

Ιεζ. 2,2                      Ηλθεν αμέσως επάνω εις εμέ το πνεύμα, με επήρε, με εσήκωσε και με έστησεν ορθόν εις τα πόδιά μου, καθ' ον χρόνον ήκουα τον Κυριον να ομιλή προς εμέ.

Ιεζ. 2,3              καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, ἐξαποστέλλω ἐγώ σε πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ, τοὺς παραπικραίνοντάς με, οἵτινες παρεπίκρανάν με, αὐτοὶ καὶ οἱ πατέρες αὐτῶν ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας,

Ιεζ. 2,3                      Και είπε προς εμέ ο Κυριος· “υιέ ανθρώπου εγώ σε αναδεικνύω και σε αποστέλλω ως προφήτην προς το ισραηλιτικόν έθνος, εις αυτούς οι οποίοι με έχουν παραπικράνει και εξοργίσει με τας παραβάσεις των. Με παρεπίκραναν και αυτοί, όπως και οι πρόγονοί των μέχρι της σημερινής ημέρας”.

Ιεζ. 2,4              καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος·

Ιεζ. 2,4                      Θα είπης λοιπόν προς αυτούς· “αυτά λέγει ο Κυριος·

Ιεζ. 2,5              ἐὰν ἄρα ἀκούσωσιν ἢ πτοηθῶσι -διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί- καὶ γνώσονται ὅτι προφήτης εἶ σὺ ἐν μέσῳ αὐτῶν.

Ιεζ. 2,5                      μήπως και θελήσουν να υπακούσουν εις τα λόγιά μου η απλώς να καταπτοηθούν, διότι είναι γένος και λαός, που πάντοτε με παραπικραίνει δια των παραβάσεων των εντολών μου και οπωσδήποτε θα μάθουν, ότι εν μέσω αυτών υπάρχει ένας προφήτης, ο οποίος είσαι συ.

Ιεζ. 2,6              καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, μὴ φοβηθῇς αὐτοὺς μηδὲ ἐκστῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν· διότι παροιστρήσουσι καὶ ἐπισυστήσονται ἐπὶ σὲ κύκλῳ, καὶ ἐν μέσῳ σκορπίων σὺ κατοικεῖς· τοὺς λόγους αὐτῶν μὴ φοβηθῇς καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτῶν μὴ ἐκστῇς, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 2,6                      Συ δέ, υιέ ανθρώπου, μη τους φοβηθής ούτε να τρομάξης και καταπλαγής ενώπιόν των, όταν εξερεθισθούν. Διότι εκείνοι θα καταληφθούν από μανίαν, θα σε περικυκλώσουν με εχθρικάς διαθέσεις και πρέπει να γνωρίζης, ότι συ κατοικείς ανάμεσα εις σκορπιούς. Μη φοβηθής τα λόγια της αγανακτήσεώς των και μη πτοηθής ενώπιον του εξωργισμένου προσώπου των, διότι αυτοί είναι λαός, ο οποίός με παραπικραίνει και με εξοργίζει με τας παραβάσεις των.

Ιεζ. 2,7              καὶ λαλήσεις τοὺς λόγους μου πρὸς αὐτούς, ἐὰν ἄρα ἀκούσωσιν ἢ πτοηθῶσιν, ὅτι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 2,7                      Συ, θα είπης προς αυτούς τους λόγους τούτους, μήπως και υπακούσουν η απλώς πτοηθούν, διότι είναι λαός, ο οποίος με παροργίζει πάντοτέ με τας παραβάσεις των.

Ιεζ. 2,8              καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, ἄκουε τοῦ λαλοῦντος πρός σέ, μή γίνου παραπικραίνων καθὼς ὁ οἶκος ὁ παραπικραίνων· χάνε τὸ στόμα σου καὶ φάγε ὃ ἐγὼ δίδωμί σοι.

Ιεζ. 2,8                      Συ λοιπόν, υιέ ανθρώπου, άκουσε εκείνον, ο οποίος σου ομιλεί και μη θελήσης ποτέ να γίνης και συ παραπικραίνων τον Κυριον, όπως παραπικραίνων και εξοργίζων τον Κυριον είναι ο λαός αυτός. Ανοιξε το στόμα σου και φάγε εκείνο, το οποίον εγώ σου δίδω”.

Ιεζ. 2,9              καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ χεὶρ ἐκτεταμένη πρός με, καὶ ἐν αὐτῇ κεφαλὶς βιβλίου·

Ιεζ. 2,9                      Και είδα και ιδού, ένα χέρι απλωμένο προς εμέ, που εκρατούσε μίαν μεμβράνην, τμήμα ενός βιβλίου.

Ιεζ. 2,10            καὶ ἀνείλησεν αὐτὴν ἐνώπιόν μου, καὶ ἦν ἐν αὐτῇ γεγραμμένα τὰ ἔμπροσθεν καὶ τὰ ὄπισθεν, καὶ ἐγέγραπτο ἐπ᾿ αὐτὴν θρῆνος καὶ μέλος καὶ οὐαί.

Ιεζ. 2,10                    Εξεδίπλωσεν αυτήν ενώπιόν μου και είδα ότι ήτο γραμμένη από μέσα και απ' έξω. Το περιεχόμενον της μεμβράνης ήσαν θρήνοι, θλιβερά μοιρολόγια και ταλανισμοί.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 3

 

Ιεζ. 3,1              Καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, κατάφαγε τὴν κεφαλίδα ταύτην καὶ πορεύθητι καὶ λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ.

Ιεζ. 3,1                       Ο Κυριος είπε κατόπιν προς εμέ· “υιέ ανθρώπου, φάγε εξ ολοκλήρου την μεμβράνην αυτήν και έπειτα πήγαινε και ομίλησε προς τους Ισραηλίτας”.

Ιεζ. 3,2              καὶ διήνοιξε τὸ στόμα μου, καὶ ἐψώμισέ με τὴν κεφαλίδα

Ιεζ. 3,2                      Ο ίδιος ο Κυριος ήνοιξε καλά το στόμα μου και με έκαμε να φάγω, ωσάν ψωμί, την μεμβράνην αυτήν,

Ιεζ. 3,3              καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, τὸ στόμα σου φάγεται, καὶ ἡ κοιλία σου πλησθήσεται τῆς κεφαλίδος ταύτης τῆς δεδομένης εἰς σέ. καὶ ἔφαγον αὐτήν, καὶ ἐγένετο ἐν τῷ στόματί μου ὡς μέλι γλυκάζον.

Ιεζ. 3,3                       και μου είπε· “υιέ ανθρώπου, θα φάγης τούτο και η καρδία σου και η διάνοιά σου, το εσωτερικόν σου όλον, θα χορτάση και θα γεμίση με την μεμβράνην αυτήν, που εγώ σου δίδω”. Πράγματι έφαγον αυτήν και, καθώς έτρωγα, ησθάνθην στο στόμα μου γλυκύτητα ωσάν μέλι.

Ιεζ. 3,4              καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, βάδιζε καὶ εἴσελθε πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραὴλ καὶ λάλησον τοὺς λόγους μου πρὸς αὐτούς·

Ιεζ. 3,4                      Ο Κυριος είπε προς εμέ· “υιέ ανθρώπου, πήγαινε, είσελθε ανάμεσα στους Ισραηλίτας και ειπέ προς αυτούς τούτους τους λύγους μου.

Ιεζ. 3,5              διότι οὐ πρὸς λαὸν βαθύχειλον καὶ βαρύγλωσσον σὺ ἐξαποστέλλῃ, πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ,

Ιεζ. 3,5                       Δεν είναι δύσκολος η αποστολή σου, διότι δεν σε αποστέλλω εις λαόν, που ομιλεί βαρείαν και βάρδαρον και ακατάληπτον γλώσσαν, αλλά προς τους Ισραηλίτας.

Ιεζ. 3,6              οὐδὲ πρὸς λαοὺς πολλοὺς ἀλλοφώνους ἢ ἀλλογλώσσους οὐδὲ στιβαροὺς τῇ γλώσσῃ ὄντας, ὧν οὐκ ἀκούσῃ τοὺς λόγους αὐτῶν· καὶ εἰ πρὸς τοιούτους ἐξαπέστειλά σε, οὗτοι ἂν εἰσήκουσάν σου.

Ιεζ. 3,6                      Δεν σε αποστέλλω εις πολλούς άλλους ξενόφωνους η αλλογλώσσους λαούς η εις λαούς, των οποίων η γλώσσα είναι στρυφνή και ακατάληπτος, ώστε να μη εννοής, όταν ακούης τα λόγια των. Αλλά και προς τέτοιους λαούς ακόμη, εάν σε έστελλα, εκείνοι θα ήκουαν τα λόγιά σου, τα οποία θα είναι λόγια ιδικά μου.

Ιεζ. 3,7              ὁ δὲ οἶκος τοῦ Ἰσραὴλ οὐ μὴ θελήσουσιν εἰσακοῦσαί σου, διότι οὐ βούλονται εἰσακούειν μου· ὅτι πᾶς ὁ οἶκος Ἰσραὴλ φιλόνεικοί εἰσι καὶ σκληροκάρδιοι.

Ιεζ. 3,7                       Οι Ισραηλίται όμως δεν θα θελήσουν να ακούσουν και να δεχθούν τους λόγους σου, διότι δεν θέλουν να υπακούσουν εις εμέ. Διότι όλοι οι Ισραηλίται είναι φιλόνεικοι και σκληρκάρδιοι.

Ιεζ. 3,8              καὶ ἰδοὺ δέδωκα τὸ πρόσωπόν σου δυνατὸν κατέναντι τῶν προσώπων αὐτῶν καὶ τὸ νῖκός σου κατισχύσω κατέναντι τοῦ νίκους αὐτῶν,

Ιεζ. 3,8                      Δια τούτο ιδού, εγώ σου έχω δώσει δύναμιν. Θα κάμω ισχυράν και επιβλητικήν την προσωπικότητά σου, θα σου δώσω νικητήριον μαχητικήν δύναμιν πολύ μεγαλυτέραν από την αντίστασιν, που θα προβάλλουν εκείνοι.

Ιεζ. 3,9              καὶ ἔσται διαπαντὸς κραταιότερον πέτρας. μὴ φοβηθῇς ἀπ᾿ αὐτῶν μηδὲ πτοηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 3,9                      Θα είναι δε πάντοτε το πρόσωπόν σου ισχυρότερον και σταθερώτερον από τον βράχον. Μη τους φοβηθής και μη πτοηθής απέναντι αυτών, διότι αυτοί είναι λαός, ο οποίος πάντοτε με παροργίζει”.

Ιεζ. 3,10            καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, πάντας τοὺς λόγους, οὓς λελάληκα μετὰ σοῦ, λαβὲ εἰς τὴν καρδίαν σου καὶ τοῖς ὠσί σου ἄκουε,

Ιεζ. 3,10                     Ο Κυριος είπε πάλιν προς εμέ· “Υιέ ανθρώπου, όλους αυτούς τους λόγους, τους οποίους εγώ είπα προς σέ, άκουσέ τους καλά μέ τα αυτιά σου, βάλε τους μέσα εις την καρδίαν σου.

Ιεζ. 3,11            καὶ βάδιζε, εἴσελθε εἰς τὴν αἰχμαλωσίαν πρὸς τοὺς υἱοὺς τοῦ λαοῦ σου καὶ λαλήσεις πρὸς αὐτοὺς καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν ἄρα ἀκούσωσιν, ἐὰν ἄρα ἐνδῶσι.

Ιεζ. 3,11                     Πηγαινε, εισχώρησε ανάμεσα στους αιχμαλώτους συμπατριώτας σου και είπε προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· Ισως και υπακούσουν, ίσως και υποχωρήσουν από τας κακίας των. Ελεύθεροι είναι να πράξουν ο,τι θέλουν”.

Ιεζ. 3,12            καὶ ἀνέλαβέ με πνεῦμα, καὶ ἤκουσα κατόπισθέν μου φωνὴν σεισμοῦ μεγάλου· εὐλογημένη ἡ δόξα Κυρίου ἐκ τοῦ τόπου αὐτοῦ.

Ιεζ. 3,12                     Αμέσως Πνεύμα Κυρίου με εσήκωσεν υψηλά και ήκουσα όπισθέν μου φωνήν βροντώδη, ωσάν μεγάλου σεισμού, οποία έλεγε· “μεγάλη και χιλιοϋμνολογημένη είναι η δόξα του Κυρίου στον ιερόν τούτον τόπον”!

Ιεζ. 3,13            καὶ εἶδον φωνὴν τῶν πτερύγων τῶν ζῴων πτερυσσομένων ἑτέρα πρὸς τὴν ἑτέραν, καὶ φωνὴ τῶν τροχῶν ἐχομένη αὐτῶν καὶ φωνὴ τοῦ σεισμοῦ.

Ιεζ. 3,13                     Και ήκουσα την βοήν από τας πτέρυγας των υπερφυσικών εκείνων ζώντων όντων και είδα την μίαν πτέρυγα να πτερουγίζη και να πλησιάζη προς την άλλην. Ηκουσα την βοήν των τροχών πλησίον των υπερφυσικών αυτών όντων και βοήν μεγάλην, ωσάν βοήν σεισμού.

Ιεζ. 3,14            καὶ τὸ πνεῦμα ἐξῇρέ με καὶ ἀνέλαβέ με, καὶ ἐπορεύθην ἐν ὁρμῇ τοῦ πνεύματός μου, καὶ χεὶρ Κυρίου ἐγένετο ἐπ᾿ ἐμὲ κραταιά.

Ιεζ. 3,14                     Το Πνεύμα του Κυρίου με επήρε, με εσήκωσεν υψηλά· και εγώ με μεγάλην εσωτερικήν ορμήν, με ζήλον και ενθουσιασμόν επορεύθην προς τους συμπατριώτας μου, καθ' ον χρόνον η παντοδύναμος χειρ του Κυρίου ήτο μαζή μου.

Ιεζ. 3,15            καὶ εἰσῆλθον εἰς τὴν αἰχμαλωσίαν μετέωρος καὶ περιῆλθον τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβὰρ τοὺς ὄντας ἐκεῖ καὶ ἐκάθισα ἐκεῖ ἑπτὰ ἡμέρας ἀναστρεφόμενος ἐν μέσῳ αὐτῶν.

Ιεζ. 3,15                     Φερόμενος επάνω στον αέρα ήλθα προς τους αιχμαλώτους συμπατριώτας μου. Εγύρισα ανάμεσα εις αυτούς, οι οποίοι κατοικούσαν και ευρίσκοντο κοντά στον ποταμόν Χοβάρ, και εκεί εκάθισα επτά ημέρας συναναστρεφόμενος συνεχώς μαζή των.

Ιεζ. 3,16            Καὶ ἐγένετο μετὰ τὰς ἑπτὰ ἡμέρας λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 3,16                     Επειτα από τας επτά αυτάς ημέρας έγινε λόγος Κυρίου προς εμέ, ο οποίος και μου είπε·

Ιεζ. 3,17            υἱὲ ἀνθρώπου, σκοπὸν δέδωκά σε τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ, καὶ ἀκούσῃ ἐκ στόματός μου λόγον καὶ διαπειλήσῃ αὐτοῖς παρ᾿ ἐμοῦ.

Ιεζ. 3,17                     “Υιέ ανθρώπου, σε έχω εγκαταστήσει φρουρόν ανάμεσα εις τους Ισραηλίτας. Θα ακούσης από το στόμα μου λόγον, με τον οποίον και θα απειλήσης αυτούς εκ μέρους μου.

Ιεζ. 3,18            ἐν τῷ λέγειν με τῷ ἀνόμῳ· θανάτῳ θανατωθήσῃ, καὶ οὐ διεστείλω αὐτῷ οὐδὲ ἐλάλησας τοῦ διαστείλασθαι τῷ ἀνόμῳ ἀποστρέψαι ἀπὸ τῶν ὁδῶν αὐτοῦ τοῦ ζῆσαι αὐτόν, ὁ ἄνομος ἐκεῖνος τῇ ἀδικίᾳ αὐτοῦ ἀποθανεῖται, καὶ τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω.

Ιεζ. 3,18                     Οταν δε εγώ εξαγγέλλω απειλάς εναντίον του παρανόμου ανθρώπου και λέγω, ότι ασφαλώς και βεβαίως θα θανατωθή εξ αιτίας των αμαρτιών του, εάν δεν μετανοήση, συ δε δεν θα διαμαρτυρηθής, άλλα θα υποστείλης τον εαυτόν σου και δεν θα ομιλήσης προς αυτόν εντόνως, ώστε να απομακρυνθή αυτός από τους πονηρούς δρόμους και τρόπους της ζωής του και να διαφύγη τον θάνατον και να ζήση, ο μεν παράνομος θα αποθάνη βέβαια εξ αιτίας των παρανομιών του, εγώ όμως θα ζητήσω από σε την ευθυνην δια τον θάνατον του.

Ιεζ. 3,19            καὶ σὺ ἐὰν διαστείλῃ τῷ ἀνόμῳ, καὶ μὴ ἀποστρέψῃ ἀπὸ τῆς ἀνομίας αὐτοῦ καὶ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ, ὁ ἄνομος ἐκεῖνος ἐν τῇ ἀδικίᾳ αὐτοῦ ἀποθανεῖται, καὶ σὺ τὴν ψυχήν σου ῥύσῃ.

Ιεζ. 3,19                     Εάν όμως συ εντόνως ομιλήσης προς τον παράνομον και τον προτρέψης επιμόνως να παραιτηθή από τας παρανομίας του και γενικώς από τους αμαρτωλούς τρόπους της ζωής του, ο δε παράνομος παραμείνη αμετανόητος εις την αμαρτωλήν του κατάστασιν, θα αποθάνη· συ όμως θα γλυτώσης την ζωήν σου· δεν θα τιμωρηθής, διότι έκαμες το καθήκον σου.

Ιεζ. 3,20            καὶ ἐν τῷ ἀποστρέφειν δίκαιον ἀπὸ τῶν δικαιοσυνῶν αὐτοῦ καὶ ποιήσει παράπτωμα καὶ δώσω τὴν βάσανον εἰς πρόσωπον αὐτοῦ, αὐτὸς ἀποθανεῖται, ὅτι οὐ διεστείλω αὐτῷ, καὶ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις αὐτοῦ ἀποθανεῖται, διότι οὐ μὴ μνησθῶσιν αἱ δικαιοσύναι αὐτοῦ, ἃς ἐποίησε, καὶ τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω.

Ιεζ. 3,20                    Εάν δε και ευρεθή κάποιος δίκαιος άνθρωπος και εγκαταλείψη την ενάρετον ζωήν του, εκτροπή δε εις παραπτώματα, θα παραχωρήσω να πέση αυτός εις ταλαιπωρίας και θλίψεις. Ακόμη δε και να αποθάνη. Εάν δε συ εν τω μεταξύ δεν συστήσης εις αυτόν να απομακρυνθή από τον δρόμον της αμαρτωλότητός του, θα αποθάνη αυτός εξ αιτίας των αμαρτιών του και δεν θα ληφθούν καθόλου υπ' όψιν αι προηγούμεναι καλαί αυτού πράξεις. Την ευθύνην όμως δια τον θάνατον του εκτραπέντος αυτού δικαίου θα την ζητήσω εγώ από σέ.

Ιεζ. 3,21            σὺ δὲ ἐὰν διαστείλῃ τῷ δικαίῳ τοῦ μὴ ἁμαρτεῖν, καὶ αὐτὸς μὴ ἁμάρτῃ, ὁ δίκαιος ζωῇ ζήσεται, ὅτι διεστείλω αὐτῷ, καὶ σὺ τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν ῥύσῃ.

Ιεζ. 3,21                     Εάν όμως συ διαμαρτυρηθής και εντόνως προτρέψης τον δίκαιον αυτόν, να παύση πλέον διαπράττων την αμαρτίαν, αυτός δε υπακούων εις σε δεν θα αμαρτήση, θα ζήση οπωσδήποτε, διότι συ συνέστησες εις αυτόν την αποφυγήν του κακού και συ ο ίδιος με τον τρόπον αυτόν θα γλυτώσης την ζωήν σου”.

Ιεζ. 3,22            Καὶ ἐγένετο ἐπ᾿ ἐμὲ χεὶρ Κυρίου, καὶ εἶπε πρός με· ἀνάστηθι, καὶ ἔξελθε εἰς τὸ πεδίον, καὶ ἐκεῖ λαληθήσεται πρός σε.

Ιεζ. 3,22                    Η παντοδύναμος δεξιά του Κυρίου στοργική ηπλώθη επάνω μου, ο δε Κυριος μου είπε· “σήκω, πήγαινε έξω εις την πεδιάδα και εκεί θα αποκαλυφθή εις σε τι πρέπει να πράξης”.

Ιεζ. 3,23            καὶ ἀνέστην καὶ ἐξῆλθον πρὸς τὸ πεδίον, καὶ ἰδοὺ ἐκεῖ δόξα Κυρίου εἱστήκει καθὼς ἡ ὅρασις καὶ καθὼς ἡ δόξα Κυρίου, ἣν εἶδον ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ, καὶ πίπτω ἐπὶ πρόσωπόν μου.

Ιεζ. 3,23                    Πράγματι εσηκώθηκα, αβγήκα προς την πεδιάδα και ιδού, η δόξα του Κυρίου είχε σταθή εκεί και ήτο όμοια προς την δόξαν του Κυρίου, την οποίαν εγώ είδα πλησίον εις τον ποταμόν Χοδάρ. Καταληφθείς από ιερόν δέος έπεσα με το πρόσωπόν μου στο έδαφος.

Ιεζ. 3,24            καὶ ἦλθεν ἐπ᾿ ἐμὲ πνεῦμα καὶ ἔστησέ με ἐπὶ τοὺς πόδας μου, καὶ ἐλάλησε πρός με καὶ εἶπέ μοι· εἴσελθε καὶ ἐγκλείσθητι ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου σου.

Ιεζ. 3,24                    Ηλθε τότε προς εμέ Πνεύμα Θεού, με εσηκωσεν όρθιον στους πόδας μου, ωμίλησε προς εμέ και μου είπε· “είσελθε και κλείσου μέσα στο σπίτι σου.

Ιεζ. 3,25            καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, ἰδοὺ δέδονται ἐπὶ σὲ δεσμοί, καὶ δήσουσί σε ἐν αὐτοῖς, καὶ οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκ μέσου αὐτῶν.

Ιεζ. 3,25                    Συ, υιέ ανθρώπου, άκουσε· έχουν ετοιμασθή δια σε δεσμά. Θα σε δέσουν με αυτά αμαρτωλοί άνθρωποι, δια να μη ημπορέσης να φύγης ανάμεσα από αυτούς.

Ιεζ. 3,26            καὶ τὴν γλῶσσάν σου συνδήσω, καὶ ἀποκωφωθήσῃ, καὶ οὐκ ἔσῃ αὐτοῖς εἰς ἄνδρα ἐλέγχοντα, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 3,26                    Και εγώ ο ίδιος θα δέσω την γλώσσάν σου, θα βωβοθής, ώστε να μη είσαι δι' αυτούς άνθρωπος, που απευθύνει ελέγχους. Διότι ο λαός αυτός είναι λαός, ο οποίος πάντοτε με εξοργίζει.

Ιεζ. 3,27            καὶ ἐν τῷ λαλεῖν με πρὸς σὲ ἀνοίξω τὸ στόμα σου, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ὁ ἀκούων ἀκουέτω, καὶ ὁ ἀπειθῶν ἀπειθήτω, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 3,27                    Θα έλθη όμως πάλιν καιρός, όταν εγώ θα ομιλήσω προς σε και θα ανοίξω το στόμα σου, και θα πης προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· όποιος θέλει να ακούση και να υπακούση εις τα λόγια μου, ας τα ακούση. Οποιος θέλει να φανή απειθής, ας φανή απειθής. Και θα φανούν πολλοί απειθείς, διότι ο λαός αυτός είναι λαός, ο οποίος, με πικραίνει πολύ και με εξοργίζει”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 4

 

Ιεζ. 4,1              Καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, λαβὲ σεαυτῷ πλίνθον καὶ θήσεις αὐτὴν πρὸ προσώπου σου καὶ διαγράψεις ἐπ᾿ αὐτὴν πόλιν τὴν Ἱερουσαλήμ.

Ιεζ. 4,1                       Και συ υιέ του ανθρώπου, πάρε μίαν πλίνθον, θέσε την ενώπιόν σου και χάραξε επάνω εις αυτήν την πόλιν Ιερουσαλήμ.

Ιεζ. 4,2              καὶ δώσεις ἐπ᾿ αὐτὴν περιοχὴν καὶ οἰκοδομήσεις ἐπ᾿ αὐτὴν προμαχῶνας καὶ περιβαλεῖς ἐπ᾿ αὐτὴν χάρακα καὶ δώσεις ἐπ᾿ αὐτὴν παρεμβολὰς καὶ τάξεις τὰς βελοστάσεις κύκλῳ.

Ιεζ. 4,2                      Παράστησε την ως εάν πολιορκήται ολόγυρα, θα οικοδομήσης επάνω εις αυτήν προμαχώνας. Περίβαλε την ολόγυρα με χαράκωμα, τοποθέτησε επάνω εις αυτήν στρατεύματα και ολόγυρά της πολιορκητικάς μηχανάς, που εκτοξεύουν βέλη.

Ιεζ. 4,3              καὶ σὺ λάβε σεαυτῷ τήγανον σιδηροῦν καὶ θήσεις αὐτὸ τοῖχον σιδηροῦν ἀνὰ μέσον σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῆς πόλεως καὶ ἑτοιμάσεις τὸ πρόσωπόν σου ἐπ᾿ αὐτήν, καὶ ἔσται ἐν συγκλεισμῷ, καὶ συγκλείσεις αὐτήν· σημεῖόν ἐστι τοῦτο τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ. -

Ιεζ. 4,3                      Παρε εις τα χέρια σου ένα σιδερένιο τηγάνι, τοποθέτησέ το ωσάν σιδερένιο τείχος ανάμεσα σου και της πόλεως, που είναι χαραγμένη επάνω εις την πλίνθον, στρέψε έπειτα απειλητικόν το πρόσωπόν σου εναντίον της πόλεως αυτής, η οποία ευρίσκεται εις πολιορκίαν· ως πολιορκημένην θα την χάραξης επάνω εις την πλίνθον. Ολα δε αυτά θα είναι δια τους Ισραηλίτας σημείον, που θα συμβολίζη την τύχην της πόλεως.

Ιεζ. 4,4              Καὶ σὺ κοιμηθήσῃ ἐπὶ τὸ πλευρόν σου τὸ ἀριστερὸν καὶ θήσεις τὰς ἀδικίας τοῦ οἴκου Ἰσραὴλ ἐπ᾿ αὐτοῦ κατὰ ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν πεντήκοντα καὶ ἑκατόν, ἃς κοιμηθήσῃ ἐπ᾿ αὐτοῦ, καὶ λήψῃ τὰς ἀδικίας αὐτῶν.

Ιεζ. 4,4                      Επειτα συ θα πέσης στο αριστερόν σου πλευρόν, ως εάν πρόκειται να κοιμηθής, και θα πάρης επάνω σου τας αμαρτίας του Ισραηλιτικού λαού. Κατά το χρονικόν διάστημα των εκατόν πεντήκοντα ημερών, κατά τας οποίας θα είσαι ξαπλωμένος στο αριστερόν σου πλευρόν, θα πάρης επάνω σου τας αμαρτίας του Ισραηλιτικού λαού.

Ιεζ. 4,5              καὶ ἐγὼ δέδωκά σοι τὰς δύο ἀδικίας αὐτῶν εἰς ἀριθμὸν ἡμερῶν ἐνενήκοντα καὶ ἑκατὸν ἡμέρας. καὶ λήψῃ τὰς ἀδικίας τοῦ οἴκου Ἰσραὴλ

Ιεζ. 4,5                      Εγώ έχω θέσει επάνω εις σε τας αμαρτίας και των δύο βασιλέων Ισραήλ και Ιούδα, εις αριθμόν ημέρων εκατόν ένενήκοντα. Θα πάρης επάνω σου κατά ένα τρόπον συμβολικόν τας αμαρτίας του ισραηλιτικού λαού.

Ιεζ. 4,6              καὶ συντελέσεις ταῦτα πάντα· καὶ κοιμηθήσῃ ἐπὶ τὸ πλευρόν σου τὸ δεξιὸν καὶ λήψῃ τὰς ἀδικίας τοῦ οἴκου Ἰούδα τεσσαράκοντα ἡμέρας. ἡμέραν εἰς ἐνιαυτὸν τέθεικά σοι.

Ιεζ. 4,6                      Αφού δε πραγματοποίησης όλα αυτά, που σου είπα, θα εξαπλωθής στο δεξιόν σου πλευρόν και θα αναλάβης τας αμαρτίας του βασιλείου Ιούδα επί τεσσαράκοντα ημέρας. Καθε ημέρα της κατακλίσεώς σου αυτής συμβολίζει ένα έτος δια τους Ιουδαίους και τους Ισραηλίτας.

Ιεζ. 4,7              καὶ εἰς τὸν συγκλεισμὸν Ἱερουσαλὴμ ἑτοιμάσεις τὸ πρόσωπόν σου καὶ τὸν βραχίονά σου στερεώσεις καὶ προφητεύσεις ἐπ᾿ αὐτήν.

Ιεζ. 4,7                      Στρέψε απειλητικόν το πρόσωπόν σου εναντίον της πολιορκημένης Ιερουσαλήμ, άπλωσε τον βραχίονά σου και κράτησε τον απειλητικόν εναντίον της πόλεως και προφήτευσε δι' αυτήν.

Ιεζ. 4,8              καὶ ἐγὼ ἰδοὺ δέδωκα ἐπὶ σὲ δεσμούς, καὶ μὴ στραφῇς ἀπὸ τοῦ πλευροῦ σου ἐπὶ τὸ πλευρόν σου, ἕως οὗ συντελεσθῶσιν ἡμέραι τοῦ συγκλεισμοῦ σου. -

Ιεζ. 4,8                      Ιδού, εγώ σε έχω παραδώσει εις δεσμά μέχρι της πολιορκίας της πόλεως, ώστε να μη ημπορής να στρέψης από το ένα στο άλλο πλευρόν σου, μέχρις ότου συμπληρωθούν αι ημέραι του περιορισμού σου αυτού.

Ιεζ. 4,9              Καὶ σὺ λάβε σεαυτῷ πυροὺς καὶ κριθὰς καὶ κύαμον καὶ φακὸν καὶ κέγχρον καὶ ὄλυραν καὶ ἐμβαλεῖς αὐτὰ εἰς ἄγγος ἓν ὀστράκινον καὶ ποιήσεις αὐτὰ σεαυτῷ εἰς ἄρτους, καὶ κατὰ ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν, ἃς σὺ καθεύδεις ἐπὶ τοῦ πλευροῦ σου, ἐνενήκοντα καὶ ἑκατὸν ἡμέρας φάγεσαι αὐτά.

Ιεζ. 4,9                      Παρε επίσης δια τον εαυτόν σου σιτάρι, κριθήν, κουκιά, φακές, κεχρί και σίκαλιν και βάλε τα εις ένα πήλινον δοχείον. Με αυτά θα παρασκευάσης το ψωμί σου κατά την διάρκειαν των ημέρων, κατά τας οποίας θα είσαι εζηπλωμένος, δηλαδή επί εκατόν ενενηκοντα ημέρας, θα τρώγης από αυτά.

Ιεζ. 4,10            καὶ τὸ βρῶμά σου, ὃ φάγεσαι, ἐν σταθμῷ εἴκοσι σίκλους τὴν ἡμέραν· ἀπὸ καιροῦ ἕως καιροῦ φάγεσαι αὐτά.

Ιεζ. 4,10                    Το δε φαγητόν, το οποίον θα τρώγης, θα είναί με το ζύγι είκοσι σίκλοι δια κάθε ημέραν. Δεν θα τρώγης όμως από τα τρόφιμα αυτά κάθε ημέραν, αλλά από καιρού εις καιρόν.

Ιεζ. 4,11            καὶ ὕδωρ ἐν μέτρῳ πίεσαι τὸ ἕκτον τοῦ εἴν· ἀπὸ καιροῦ ἕως καιροῦ πίεσαι.

Ιεζ. 4,11                     Και το νερό θα το πίνης επίσης με μέτρον. Ενα έκτον του ειν κάθε ημέραν. Κατά αραιά επίσης χρονικά διαστήματα θα πίνης νερό.

Ιεζ. 4,12            καὶ ἐγκρυφίαν κρίθινον φάγεσαι αὐτά· ἐν βολβίτοις κόπρου ἀνθρωπίνης ἐγκρύψεις αὐτὰ κατ᾿ ὀφθαλμοὺς αὐτῶν

Ιεζ. 4,12                    Η μορφή αυτών των τροφίμων, που θα τρώγης, θα είναι πίττα κριθίνη, η οποία θα ψήνεται χωμένη κάτω εις ανθρακιάν από ξηράς ακαθαρσίας ανθρώπου, θα ψήνης εκεί μέσα τον άρτον σου εμπρός εις τα μάτια των Ιουδαίων.

Ιεζ. 4,13            καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ· οὕτως φάγονται οἱ υἱοὶ τοῦ Ἰσραὴλ ἀκάθαρτα ἐν τοῖς ἔθνεσι.

Ιεζ. 4,13                     Και τότε θα πης προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος, ο Θεός του ισραηλιτικού λαού· Οι Ισραηλίται θα φάγουν κατά παρόμοιον τρόπον ακάθαρτα φαγητά ανάμεσα εις τα ειδωλολατρικά έθνη, όπου θα έχουν διαακορπισθή”.

Ιεζ. 4,14            καὶ εἶπα· μηδαμῶς, Κύριε Θεὲ τοῦ Ἰσραήλ· ἰδοὺ ἡ ψυχή μου σὺ μεμίανται ἐν ἀκαθαρσίᾳ, καὶ θνησιμαῖον καὶ θηριάλωτον οὐ βέβρωκα ἀπὸ γενέσεώς μου ἕως τοῦ νῦν, οὐδὲ εἰσελήλυθεν εἰς τὸ στόμα μου πᾶν κρέας ἕωλον.

Ιεζ. 4,14                    Εγώ τότε απήντησα· “Κυριε και Θεέ του Ισραήλ, ποτέ και κατά κανένα τρόπον να μη γίνη αυτό. Ιδού, η ψυχή μου δεν έχει μολυνθή από ακαθάρτους τροφάς. Από την ημέραν της γεννήσεώς μου και έως την ώραν αυτήν ποτέ δεν έφαγα κρέας από πτώμα ζώου ούτε από ζώον, που είχε κατασπαραχθή υπό θηρίου. Ποτέ δεν εισήλθεν στο στόμα μου κρέας ακάθαρτον”.

Ιεζ. 4,15            καὶ εἶπε πρός με· ἰδοὺ δέδωκά σοι βόλβιτα βοῶν ἀντὶ τῶν βολβίτων τῶν ἀνθρωπίνων, καὶ ποιήσεις τοὺς ἄρτους σου ἐπ᾿ αὐτῶν.

Ιεζ. 4,15                     Είπε δε ακόμη προς εμέ ο Κυριος· “ιδού, σου δίδω ακαθαρσίας δοϊδιών ως καύσιμα αντί των ακαθαρσιών των ανθρωπίνων και με αυτάς θα ψήσης το ψωμί σου”.

Ιεζ. 4,16            καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, ἰδοὺ ἐγὼ συντρίβω στήριγμα ἄρτου ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ φάγονται ἄρτον ἐν σταθμῷ καὶ ἐν ἐνδείᾳ καὶ ὕδωρ ἐν μέτρῳ καὶ ἐν ἀφανισμῷ πίονται,

Ιεζ. 4,16                    Είπε ακόμη προς εμέ· “υιέ ανθρώπου· ιδού εγώ θα καταστρέψω και θα μειώσω εις την Ιερουσαλήμ τον άρτον, που είναι στήριγμα της ζωής, και θα φάγουν με το ζύγι το ψωμί των. Και με μέτρον θα πίνουν το νερό, διότι θα φοβηθούν, μήπως λείψη εντελώς το ύδωρ.

Ιεζ. 4,17            ὅπως ἐνδεεῖς γένωνται ἄρτου καὶ ὕδατος· καὶ ἀφανισθήσεται ἄνθρωπος καὶ ἀδελφὸς αὐτοῦ καὶ τακήσονται ἐν ταῖς ἀδικίαις αὐτῶν.

Ιεζ. 4,17                     Θα περιπέσουν αυτοί εις μεγάλην στέρησιν άρτου και ύδατος. Ολίγον κατ' ολίγον θα σβήση κάθε άνθρωπος και ο συγγενής αυτού, και θα λυώσουν από την πείναν και την δίψαν εξ αιτίας των αμαρτιών των”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 5

 

Ιεζ. 5,1              Καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, λαβὲ σεαυτῷ ῥομφαίαν ὀξεῖαν ὑπὲρ ξυρὸν κουρέως· κτήσῃ αὐτὴν σεαυτῷ καὶ ἐπάξεις αὐτὴν ἐπὶ τὴν κεφαλήν σου καὶ ἐπὶ τὸν πώγωνά σου. καὶ λήψῃ ζυγὸν σταθμίων καὶ διαστήσεις αὐτούς·

Ιεζ. 5,1                       Συ δέ, υιέ ανθρώπου, να προμηθευθής δια τον εαυτόν σου μίαν μάχαιραν κοπτερήν περισσότερον από το ξυράφι του κουρέως. Θα την αποκτήσης δια τον εαυτόν σου, θα την περάσης ωσάν ξυράφι από τας τρίχας της κεφαλής σου και του πώγωνός σου. Θα πάρης έπειτα ζυγαριάν και τας τρίχας αυτάς, αι οποίαι θα έχουν αποκοπή από την κεφαλήν και το γένειόν σου, θα τας χωρίσης εις τέσσαρα ακριβώς μέρη.

Ιεζ. 5,2              τὸ τέταρτον ἐν πυρὶ ἀνακαύσεις ἐν μέσῃ τῇ πόλει κατὰ τὴν πλήρωσιν τῶν ἡμερῶν τοῦ συγκλεισμοῦ· καὶ λήψῃ τὸ τέταρτον καὶ κατακαύσεις αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῆς, καὶ τὸ τέταρτον κατακόψεις ἐν ῥομφαίᾳ κύκλῳ αὐτῆς, καὶ τὸ τέταρτον διασκορπιεῖς τῷ πνεύματι, καὶ μάχαιραν ἐκκενώσω ὀπίσω αὐτῶν.

Ιεζ. 5,2                      Το ένα τέταρτον από τας τρίχας αυτάς θα καύσης στο μέσον της πόλεως, που είναι χαραγμένη εις την πλίνθον, καθ' ον χρόνον θα συμπληρώνεται ο χρόνος της πολιορκίας της. Επειτα θα πάρης το δεύτερον τέταρτον και θα καύσης αυτά στο μέσον της πόλεως. Το τρίτον τέταρτον των τριχών θα το κόψης ολόγυρα από την πόλιν, το δε τέταρτον τμήμα θα το διασκόρπισης στους ανέμους. Αυτά συμβολίζουν την απώλειαν και τον αφανισμόν και εκείνων, των κατοίκων, οι οποίοι θα θελήσουν να σωθούν δια της φυγής. Θα τους καταδιώξω με την μάχαιραν των εχθρών.

Ιεζ. 5,3              καὶ λήψῃ ἐκεῖθεν ὀλίγους ἐν ἀριθμῷ καὶ συμπεριλήψῃ αὐτοὺς τῇ ἀναβολῇ σου.

Ιεζ. 5,3                       Από το τελευταίον τέταρτον των τριχών, που θα διασκόρπισης στους ανέμους, θα κρατήσης ολίγας και θα τας περυτιλίξης στο ένδυμά σου.

Ιεζ. 5,4              καὶ ἐκ τούτων λήψῃ ἔτι καὶ ῥίψεις αὐτοὺς εἰς μέσον τοῦ πυρὸς καὶ κατακαύσεις αὐτοὺς ἐν πυρί· ἐξ αὐτῆς ἐξελεύσεται πῦρ. - Καὶ ἐρεῖς παντὶ οἴκω Ἰσραήλ.

Ιεζ. 5,4                      Αλλά και από αυτάς ακόμη θα πάρης μερικάς, τας οποίας θα ρίψης μέσα εις την φωτιά και θα τας κατακαύσης. Πυρ θα βγη από την πόλιν, εις το οποίον αυτή θα έχη παραδοθή. Επειτα από τα συμβολικά αυτά σημεία θα πης εις όλους τους Ισραηλίτας·

Ιεζ. 5,5              τάδε λέγει Κύριος· αὕτη ἡ Ἱερουσαλὴμ ἐν μέσῳ τῶν ἐθνῶν τέθεικα αὐτὴν καὶ τὰς κύκλῳ αὐτῆς χώρας.

Ιεζ. 5,5                       Αυτά λέγει ο Κυριος· αυτή είναι η Ιερουσαλήμ που προορίζεται εις καταστροφήν αυτοί είναι οιι κάτοικοί της, τους οποίους εγώ διεσκόρπισα ανάμεσα των ειδωλολατρικών εθνών εις τας γύρω από αυτήν χώρας.

Ιεζ. 5,6              καὶ ἐρεῖς τὰ δικαιώματά μου τῇ ἀνόμῳ ἐκ τῶν ἐθνῶν καὶ τὰ νόμιμά μου ἐκ τῶν χωρῶν τῶν κύκλῳ αὐτῆς, διότι τὰ δικαιώματά μου ἀπώσαντο καὶ ἐν τοῖς νομίμοις μου οὐκ ἐπορεύθησαν ἐν αὐτοῖς.

Ιεζ. 5,6                      Θα αναγγείλης και θα διαλαλήσης τας εντολάς μου εις την πόλιν αυτήν, που εδείχθη περισσότερον παράνομος και από αυτά ακόμη τα ειδωλολατρικά έθνη, θα είπης τους νόμους μου εις αυτήν, που εδείχθη παραβάτης περισσότερον από τα κύκλω αυτής έθνη, διότι, οι κάτοικοί της απώθησαν και κατεπάτησαν τας εντολάς μου. Δεν επορεύθησαν και δεν έζησαν σύμφωνα με τους νόμους μου.

Ιεζ. 5,7              διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἡ ἀφορμὴ ὑμῶν ἐκ τῶν ἐθνῶν τῶν κύκλῳ ὑμῶν καὶ ἐν τοῖς νομίμοις μου οὐκ ἐπορεύθητε καὶ τὰ δικαιώματά μου οὐκ ἐποιήσατε, ἀλλ᾿ οὐδὲ κατὰ τὰ δικαιώματα τῶν ἐθνῶν τῶν κύκλῳ ὑμῶν οὐ πεποιήκατε,

Ιεζ. 5,7                       Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· από ιδικήν σας αιτίαν, επειδή δηλαδή ημαρτήσατε σεις περισσότερον από τα αλλά γύρω έθνη και δεν ετηρήσατε τους νόμους μου, αλλ ούτε καν και σύμφωνά με τους νόμους των γύρω σας εθνών δεν εζήσατε και δεν επράξατε,

Ιεζ. 5,8              διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ σὲ καὶ ποιήσω ἐν μέσῳ σου κρίμα ἐνώπιον τῶν ἐθνῶν

Ιεζ. 5,8                      δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· ιδού, εγώ θα έλθω τιμωρός εναντίον σας. Θα κρίνω και θα καταδικάσω και θα εκτελέσω την καταδικαστικήν μου εναντίον σας απόφασιν ενώπιον των ειδωλολατρικών λαών.

Ιεζ. 5,9              καὶ ποιήσω ἐν σοὶ ἃ οὐ πεποίηκα καὶ ἃ οὐ ποιήσω ὅμοια αὐτοῖς ἔτι κατὰ πάντα τὰ βδελύγματά σου.

Ιεζ. 5,9                      Θα αποστείλω εναντίον σας τοιαύτας τιμωρίας, τας οποίας δεν έχω στείλει έως τώρα ούτε και θα στείλω στο μέλλον ομοίας προς αυτάς. Αυτά θα γίνουν εξ αιτίας των πολλών ειδωλολατρικών βδελυγμάτων σου.

Ιεζ. 5,10            διὰ τοῦτο πατέρες φάγονται τέκνα ἐν μέσῳ σου, καὶ τέκνα φάγονται πατέρας· καὶ ποιήσω ἐν σοὶ κρίματα καὶ διασκορπιῶ πάντας τοὺς καταλοίπους σου εἰς πάντα ἄνεμον.

Ιεζ. 5,10                     Εξ αιτίας των τιμωριών αυτών, που θα επιβληθούν εις σας δια τας παρανομίας σας, πατέρες ένεκα της πείνης θα φάγουν τα παιδιά των και τα παιδιά θα φάγουν τους πατέρας των. Θα πραγματοποιήσω εναντίον σας τας δικαίας τιμωρούς αποφάσεις μου και θα διασκορπίσω τους απολειφθέντας από σας προς κάθε άνεμον.

Ιεζ. 5,11            διὰ τοῦτο ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἦ μὴν ἀνθ᾿ ὧν τὰ ἅγιά μου ἐμίανας ἐν πᾶσι τοῖς βδελύγμασί σου, κἀγὼ ἀπώσομαί σε, οὐ φείσεταί μου ὁ ὀφθαλμός, κἀγὼ οὐκ ἐλεήσω.

Ιεζ. 5,11                     Δια τούτο ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, επειδή σεις εμολύνατε τα αγιά μου, τον ναόν και τους ιερούς τόπους μου, με όλα τα βδελυρά ειδωλολατρικά σας έργα, εγώ θα σας απομακρύνω από κοντά μου, δεν θα σας λυπηθή το μάτι μου, ούτε και θα σας ελεήσω βλέπων την θλιβεράν σας κατάστασιν.

Ιεζ. 5,12            τὸ τέταρτόν σου ἐν θανάτῳ ἀναλωθήσεται, καὶ τὸ τέταρτόν σου ἐν λιμῷ συντελεσθήσεται ἐν μέσῳ σου, καὶ τὸ τέταρτόν σου εἰς πάντα ἄνεμον σκορπιῶ αὐτούς, καὶ τὸ τέταρτόν σου ἐν ῥομφαίᾳ πεσοῦνται κύκλῳ σου, καὶ μάχαιραν ἐκκενώσω ὀπίσω αὐτῶν.

Ιεζ. 5,12                     Το ένα τέταρτον από σας θα εξολοθρευθή με θάνατον μέσα εις την Ιερουσαλήμ, το δεύτερον τέταρτον θα χαθή ένεκα του λιμού, που θα επικρατή κατά το διάστημα της πολιορκίας. Το τρίτον τέταρτον θα το διασκορπίσω στους ανέμους, οι δε απολειφθέντες ως τελευταίον τέταρτον των κατοίκων σου θα πέσουν από τα πλήγματα της ρομφαίας γύρω από τα τείχη σου. Και εναντίον αυτών, που θα θελήσουν να σωθούν δια της φυγής, θα εξαποστείλω την μάχαιραν των εχθρών.

Ιεζ. 5,13            καὶ συντελεσθήσεται ὁ θυμός μου καὶ ἡ ὀργή μου ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ ἐπιγνώσῃ διότι ἐγὼ Κύριος λελάληκα ἐν ζήλῳ μου ἐν τῷ συντελέσαι με τὴν ὀργήν μου ἐπ᾿ αὐτούς.

Ιεζ. 5,13                     Ετσι δε θα ολοκληρωθή και θα καταπαύση ο θυμός και η οργή μου εναντίον σας. Και τότε επάνω εις τα πράγματα θα μάθης καλά, συ Ιερουσαλήμ, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος επάνω εις την δικαίαν οργήν μου έχω αναγγείλει αυτά και τα επραγματοποίησα εναντίον των ασεβών κατοίκων σου.

Ιεζ. 5,14            καὶ θήσομαί σε εἰς ἔρημον καὶ τὰς θυγατέρας σου κύκλῳ σου ἐνώπιον παντὸς διοδεύοντος,

Ιεζ. 5,14                     Θα σε καταστήσω, ω Ιερουσαλήμ, έρημον. Ερήμους επίσης θα καταστήσω και τας γύρω σου κώμας και κωμοπόλεις, θέαμα θλιβερόν εις κάθε διαβάτην !

Ιεζ. 5,15            καὶ ἔσῃ στενακτὴ καὶ δηλαϊστὴ ἐν τοῖς ἔθνεσι τοῖς κύκλῳ σου ἐν τῷ ποιῆσαί με ἐν σοὶ κρίματα ἐν ἐκδικήσει θυμοῦ μου· ἐγὼ Κύριος λελάληκα.

Ιεζ. 5,15                     Τα γύρω σου ειδωλολατρικά έθνη θα ακούουν τους στεναγμούς σου και θα βλέπουν τον όλεθρόν σου, όταν εγώ θα πραγματοποιήσω τας δικαίας μου εναντίον σου αποφάσεις και θα σε τιμωρήσω επάνω στον δίκαιον θυμόν μου. Εγώ ο Κυριος ωμίλησα και ετσι θα γίνη.

Ιεζ. 5,16            καὶ ἐν τῷ ἀποστεῖλάι με βολίδας τοῦ λιμοῦ ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἔσονται εἰς ἔκλειψιν, καὶ συντρίψω στήριγμα ἄρτου σου.

Ιεζ. 5,16                     Οταν, Ιερουσαλήμ, στείλω εναντίον των κατοίκων σου τα βέλη της πείνας, θα εξολοθρευθούν εξ ολοκλήρου οι κάτοικοί σου. Θα καταστρέψω και θα εξαφανίσω το στήριγμα της ζωής, τους άρτους σου.

Ιεζ. 5,17            καὶ ἐξαποστελῶ ἐπὶ σὲ λιμὸν καὶ θηρία πονηρὰ καὶ τιμωρήσομαί σε, καὶ θάνατος καὶ αἷμα διελεύσονται ἐπὶ σέ, καὶ ῥομφαίαν ἐπάξω ἐπὶ σὲ κυκλόθεν· ἐγὼ Κύριος λελάληκα.

Ιεζ. 5,17                     Θα αποστείλω εναντίον σου λιμόν και άγρια θηρία και θα σε τιμωρήσω. Θανατος και αίμα θα έλθουν και θα περάσουν επάνω σου. Μαχαιραν θα στείλω ολόγυρά σου. Εγώ ο Κυριος ωμίλησα και έτσι θα πράξω”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 6

 

Ιεζ. 6,1              Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 6,1                       Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε·

Ιεζ. 6,2              υἱὲ ἀνθρώπου, στήριξον τὸ πρόσωπόν σου ἐπὶ τὰ ὄρη Ἰσραὴλ καὶ προφήτευσον ἐπ᾿ αὐτὰ

Ιεζ. 6,2                      “υιέ ανθρώπου, στήριξε το βλέμμα σου απειλητικόν εναντίον των ορέων της χώρας του Ισραήλ και προφήτευσε εναντίον αυτών

Ιεζ. 6,3              καὶ ἐρεῖς· τὰ ὄρη Ἰσραὴλ ἀκούσατε λόγον Κυρίου· τάδε λέγει Κύριος τοῖς ὄρεσι καὶ τοῖς βουνοῖς καὶ ταῖς φάραγξι καὶ ταῖς νάπαις· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπάγων ἐφ᾿ ὑμᾶς ῥομφαίαν καὶ ἐξολοθρευθήσεται τὰ ὑψηλὰ ὑμῶν,

Ιεζ. 6,3                      και είπε· Ορη της χώρας του Ισραήλ, ακούσατε τον λόγον του Κυρίου· αυτά λέγει ο Κυριος εις τα όρη και εις τα βουνά και εις τας φάραγγας και τας κοιλάδας. Ιδού εγώ φέρω εναντίον σας ρομφαίαν ολέθρου και θα εξολοθρευθούν αι κορυφαί σας, όπου υπάρχουν ειδωλολατρικοί ναοί και τόποι.

Ιεζ. 6,4              καὶ συντριβήσονται τὰ θυσιαστήρια ὑμῶν καὶ τὰ τεμένη ὑμῶν, καὶ καταβαλῶ τραυματίας ὑμῶν ἐνώπιον τῶν εἰδώλων ὑμῶν

Ιεζ. 6,4                      Θα κρημνισθούν και θα συντριβούν τα θυσιαστήρια των ειδωλικών θεών σας, όπως και οι προς χάριν αυτών κτισμένοι ναοί σας. Εμπρός εις τα είδωλά σας θα εξαπλώσω πλήθη νεκρών, που θα έχουν φονευθή από μαχαίρας.

Ιεζ. 6,5              καὶ διασκορπιῶ τὰ ὀστᾶ ὑμῶν κύκλῳ τῶν θυσιαστηρίων ὑμῶν.

Ιεζ. 6,5                      Θα διασκορπίσω τα κόκκαλα των νεκρών σας γύρω από τα ειδωλολατρικά σας θυσιαστήρια.

Ιεζ. 6,6              καὶ ἐν πάσῃ τῇ κατοικίᾳ ὑμῶν αἱ πόλεις ἐξερημωθήσονται καὶ τὰ ὑψηλὰ ἀφανισθήσεται, ὅπως ἐξολοθρευθῇ τὰ θυσιαστήρια ὑμῶν, καὶ συντριβήσονται τὰ εἴδωλα ὑμῶν, καὶ ἐξαρθήσεται τὰ τεμένη ὑμῶν,

Ιεζ. 6,6                      Ολαι αι πόλεις σας, τας οποίας έχετε προς κατοικίαν σας, θα μείνουν έρημοι από κατοίκους. Οι υψηλοί ειδωλολατρικοί τόποι θα καταστραφούν, όπως επίσης θα εξολοθρευθούν και τα ειδωλολατρικά σας θυσιαστήρια. Τα είδωλά σας θα κρημνισθούν και θα συντριβούν, οι δε ειδωλολατρικοί σας ναοί θα πέσουν εις άμορφα ερείπια.

Ιεζ. 6,7              καὶ πεσοῦνται τραυματίαι ἐν μέσῳ ὑμῶν, καὶ ἐπιγνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 6,7                      Ανάμεσά σας θα πέσουν και θα κοίτωνται οι κτυπημένοι από τα πλήγματα της ρομφαίας. Και θα μάθετε τότε ότι εγώ είμαι ο Θεός της δικαιοσύνης.

Ιεζ. 6,8              ἐν τῷ γενέσθαι ἐξ ὑμῶν ἀνασῳζομένους ἐκ ῥομφαίας ἐν τοῖς ἔθνεσι καὶ ἐν τῷ διασκορπισμῷ ὑμῶν ἐν ταῖς χώραις

Ιεζ. 6,8                      Οσοι δε ολίγοι από σας κατορθώσουν να διαφύγουν την μάχαιραν, θα σωθούν εις τα ειδωλολατρικά έθνη, θα διασκορπισθούν εις τας διαφόρους ειδωλατρικάς περιοχάς.

Ιεζ. 6,9              καὶ μνησθήσονταί μου οἱ ἀνασῳζόμενοι ἐξ ὑμῶν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, οὗ ᾐχμαλωτεύθησαν ἐκεῖ· ὀμώμοκα τῇ καρδίᾳ αὐτῶν τῇ ἐκπορνευούσῃ ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτῶν τοῖς ἐκπορνεύουσιν ὀπίσω τῶν ἐπιτηδευμάτων αὐτῶν, καὶ κόψονται πρόσωπα αὐτῶν ἐν πᾶσι τοῖς βδελύγμασιν αὐτῶν·

Ιεζ. 6,9                      Αυτά δε όλα θα ενθυμηθούν, όσοι από σας θα διασωθούν ανάμεσα εις τα ειδωλολατρικά έθνη, όπου θα έχουν οδηγηθή αιχμάλωτοι. Επειδή η καρδία των προσεκολλήθη εις τα είδωλα και απηρνήθη εμέ, με τα λάγνα δε πορνικά μάτια των έβλεπαν με πόθον και ακολουθούσαν τα ειδωλολατρικά ανομήματα, ωρκίσθηκα ότι τα πρόσωπά των θα θρηνήσουν με κοπετούς εξ αιτίας όλων των βδελυρών αυτών ειδωλολατρικών έργων των.

Ιεζ. 6,10            καὶ ἐπιγνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος λελάληκα.

Ιεζ. 6,10                    Και επάνω εις τα πράγματα θα μάθουν, ότι εγώ είμαι ο Κυριος των, ο οποίος ελάλησα και επραγματοποίησα αυτά.

Ιεζ. 6,11            τάδε λέγει Κύριος· κρότησον τῇ χειρὶ καὶ ψόφησον τῷ πόδι καὶ εἰπόν· εὖγε εὖγε ἐπὶ πᾶσι τοῖς βδελύγμασιν οἴκου Ἰσραήλ· ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ ἐν λιμῷ πεσοῦνται.

Ιεζ. 6,11                     Αυτά λέγει ο Κυριος· κτύπησε το ένα χέρι σου με το άλλο, κτύπησε το πόδι σου στο χώμα, πες· εύγε εις όλα τα βδελυρά είδωλα των Ισραηλιτών ! Οι αποστάται Ισραηλίται θα πέσουν υπό τα πλήγματα της μαχαίρας, θα θανατωθούν, θα αποθάνουν από την πείναν.

Ιεζ. 6,12            ὁ ἐγγὺς ἐν ῥομφαίᾳ πεσεῖται, ὁ δὲ μακρὰν ἐν θανάτῳ τελευτήσει, καὶ ὁ περιεχόμενος ἐν λιμῷ συντελεσθήσεται, καὶ συντελέσω τὴν ὀργήν μου ἐπ᾿ αὐτούς.

Ιεζ. 6,12                    Αυτός, που είναι εκεί κοντά, θα πέση υπό τα πλήγματα της ρομφαίας, εκείνος που ευρίσκεται μακράν, θα απθάνη από θανατηφόρον νόσον. Ο πολιορκούμενος θα σβήση από την πείναν. Ετσι δε θα ολοκληρωθή, αλλά και θα κατάπαυση η οργή μου εναντίον αυτών.

Ιεζ. 6,13            καὶ γνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος ἐν τῷ εἶναι τοὺς τραυματίας ὑμῶν ἐν μέσῳ τῶν εἰδώλων ὑμῶν κύκλῳ τῶν θυσιαστηρίων ὑμῶν, ἐπὶ πάντα βουνὸν ὑψηλὸν καὶ ὑποκάτω δένδρου συσκίου, οὗ ἔδωκαν ἐκεῖ ὀσμὴν εὐωδίας πᾶσι τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν.

Ιεζ. 6,13                     Και τότε θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο Κυριος ο Παντοκράτωρ, όταν οι νεκροί σας, οι κτυπημένοι από τας ρομφαίας, θα κοίτωνται ανάμεσα από τα είδωλά σας, γύρω από τα ειδωλολατρικά σας θυσιαστήρια, επάνω στους υψηλούς ειδωλολατρικούς τόπους και κάτω από κάθε πυκνόφυλλον δένδρον, όπου προσεφέροντο ευώδη θυμιάματα εις όλα τα είδωλά των.

Ιεζ. 6,14            καὶ ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ θήσομαι τὴν γῆν εἰς ἀφανισμὸν καὶ εἰς ὄλεθρον ἀπὸ τῆς ἐρήμου Δεβλαθὰ ἐκ πάσης τῆς κατοικίας· καὶ ἐπιγνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 6,14                    Εναντίον αυτών θα απλώσω τιμωρόν την χείρα μου, θα εξαφανίσω και θα ερημώσω την χώραν των, θα την παραδώσω εις όλεθρον και ερήμωσιν, μεγαλυτέραν από την έρημον Δεβλαθά, μεγαλυτέραν από κάθε περιοχήν, που άλλοτε κατοικούσαν άνθρωποι. Τοτε θα μάθετε επάνω εις τα πράγματα, ότι εγώ είμαι ο Κυριος ο Θεός της δικαιοσύνης”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 7

 

Ιεζ. 7,1              Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 7,1                       Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε·

Ιεζ. 7,2              καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος τῇ γῇ τοῦ Ἰσραήλ· πέρας ἥκει, τὸ πέρας ἥκει ἐπὶ τὰς τέσσαρας πτέρυγας τῆς γῆς.

Ιεζ. 7,2                      “συ, υιέ ανθρώπου, ειπέ.. Αυτά λέγει ο Κυριος στους κατοικούντας την γην του Ισραήλ· Το τέλος έχει φθάσει, έχει φθάσει εις τα τέσσερα σημεία της χώρας του Ισραήλ.

Ιεζ. 7,3              ἥκει τὸ πέρας

Ιεζ. 7,3                       Ερχεται το τέλος.

Ιεζ. 7,4              ἐπὶ σὲ τὸν κατοικοῦντα τὴν γῆν, ἥκει ὁ καιρός, ἤγγικεν ἡ ἡμέρα, οὐ μετὰ θορύβων οὐδὲ μετὰ ὠδίνων.

Ιεζ. 7,4                      Εις σέ, στον καθένα από σας που κατοικείτε την χώραν του Ισραήλ, εφθαοε πλέον ο καιρός, ήλθεν η ημέρα της καταστροφής όχι με θορύβους, ούτε με πόνους, που ποοηγούνται του τοκετού, αλλ' αποτόμως.

Ιεζ. 7,5              νῦν ἐγγύθεν ἐκχεῶ τὴν ὀργήν μου ἐπὶ σὲ καὶ συντελέσω τὸν θυμόν μου ἐν σοὶ καὶ κρινῶ σε ἐν ταῖς ὁδοῖς σου καὶ δώσω ἐπὶ σὲ πάντα τὰ βδελύγματά σου·

Ιεζ. 7,5                       Και τώρα από πολύ πλησίον θα αφήσω να εκσπάση η οργή μου εναντίον σου. Θα ολοκληρώσω τον θυμόν μου εναντίον σου, θα σε κρίνω και θα σε δικάσω σύμφωνα με τους τρόπους της ζωής σου. Θα ανταποδώσω εις σε τιμωρίας δι' όλα τα βδελυρά ειδωλολατρικά έργα σου.

Ιεζ. 7,6              οὐ φείσεται ὁ ὀφθαλμός μου, οὐδὲ μὴ ἐλεήσω, διότι τὰς ὁδούς σου ἐπὶ σὲ δώσω, καὶ τὰ βδελύγματά σου ἐν μέσῳ σου ἔσονται, καὶ ἐπιγνώσῃ διότι ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ τύπτων.

Ιεζ. 7,6                      Δεν θα λυπηθή το μάτι μου, ούτε θα σας ευσπλαγχνισθώ. Διότι σύμφωνα με τους δρόμους και τους τρόπους της ζωής σου εγώ θα σου ανταποδ.ωσω. Θα σου ζητήσω λόγον δι' όλα ,τα βδελυρά ειδωλολατρικά ανομήματά σου. Ετσι θα μάθης, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος κατά λόγον δικαιοσύνης κτυπώ.

Ιεζ. 7,7              νῦν τὸ πέρας πρὸς σέ, καὶ ἀποστελῶ ἐγὼ ἐπὶ σὲ καὶ ἐκδικήσω σε ἐν ταῖς ὀδοῖς σου καὶ δώσω ἐπὶ σὲ πάντα τὰ βδελύγματά σου·

Ιεζ. 7,7                       Ερχεται τώρα το τέλος σου. Εγώ θα στείλω εναντίον σου τους εχθρούς σου και θα σε τιμωρήσω δια την ασεβή διαγωγήν και ζωήν σου και θα ρίψω επάνω σου τιμωρίας σύμφωνα με τα βδελυρά έργα της ειδωλολατρείας σου.

Ιεζ. 7,8              οὐ φείσεται ὁ ὀφθαλμός μου ἐπὶ σέ, οὐδὲ μὴ ἐλεήσω, διότι τὴν ὁδόν σου ἐπὶ σὲ δώσω, καὶ τὰ βδελύγματά σου ἐν μέσῳ σου ἔσται· καὶ ἐπιγνώσῃ διότι ἐγὼ Κύριος·

Ιεζ. 7,8                      Δεν θα σε λυπηθή το μάτι μου, ούτε θα σε ευσπλαγχνισθώ, διότι σύμφωνα με την πονηράν διαγωγήν σου εγώ κατά λόγον δικαιοσύνης θα σε τιμωρήσω. Τα βδελυρά είδωλά σου είναι ενώπιόν σου, ανίκανα βεβαίως να σε βοηθήσουν. Και θα μάθης επάνω εις τα πράγματα, ότι εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός της δικαιοσύνης”.

Ιεζ. 7,9              διότι τάδε λέγει Κύριος·

Ιεζ. 7,9                      Αυτά λέγει ο Κυριος·

Ιεζ. 7,10            ἰδοὺ τὸ πέρας ἥκει, ἰδοὺ ἡμέρα Κυρίου· εἰ καὶ ἡ ῥάβδος ἤνθηκεν, ἡ ὕβρις ἐξανέστηκε.

Ιεζ. 7,10                     “Ιδού, το τέλος Εφθασε, ιδού η ημέρα της εκδικήσεως του Κυρίου ήλθε. Η τιμωρός ράβδος της δικαιοσύνης μου εναντίον της ασεβείας είναι ετοίμη. Η υπερηφάνειά σας και η αλαζονεία σας εξανέστη εναντίον σας.

Ιεζ. 7,11            καί συντρίψει στήριγμα ἀνόμου καὶ οὐ μετὰ θορύβου οὐδὲ μετὰ σπουδῆς.

Ιεζ. 7,11                     Η τιμωρός ράβδος της δικαιοσύνης μου θα συντρίψη κάθε στήριγμα, επάνω στο οποίον εστηρίζετο και ήλπιζεν ο παράνομος άνθρωπος. Δεν θα έλθη δε κατόπιν προηγουμένου θορύβου ούτε με βίαν, αλλ' έξαφνα.

Ιεζ. 7,12            ἥκει ὁ καιρός, ἰδοὺ ἡ ἡμέρα· ὁ κτώμενος μὴ χαιρέτω, καὶ ὁ πωλῶν μὴ θρηνείτω·

Ιεζ. 7,12                     Εφθασεν ο καιρός, έφθασεν η ημέρα της καταστροφής. Αυτός που αγοράζει και άπσκτά κτήματα και οικίας, ας μη χαίρη· και εκείνος που τα πωλεί, ας μη πενθή.

Ιεζ. 7,13            διότι ὁ κτώμενος πρὸς τὸν πωλοῦντα οὐκέτι μὴ ἐπιστρέψῃ, καὶ ἄνθρωπος ἐν ὀφθαλμῷ ζωῆς αὐτοῦ οὐ κρατήσει.

Ιεζ. 7,13                     Διότι ο αγοραστής, που είναι εις θέσιν να αγοράζη, δεν θα στραφή πλέον προς πωλητήν, διότι η χώρα θα έχη κατακτηθή από τους εχθρούς. Και εκείνοι, που θα απολειφθούν ζώντες και θα έχουν τα μάτια των ανοικτά, δεν θα είναι πλέον κύριοι της περιουσίας των.

Ιεζ. 7,14            σαλπίσατε ἐν σάλπιγγι καὶ κρίνατε τὰ σύμπαντα.

Ιεζ. 7,14                     Σαλπίσατε με τας σάλπιγγας, διαλαλήσατε, ότι κρίνεται η τύχη ολοκλήρου της χώρας σας.

Ιεζ. 7,15            ὁ πόλεμος ἐν ῥομφαίᾳ ἔξωθεν, καὶ ὁ λιμὸς καὶ ὁ θάνατος ἔσωθεν· ὁ ἐν τῷ πεδίῳ ἐν ῥομφαίᾳ τελευτήσει, τοὺς δ᾿ ἐν τῇ πόλει λιμὸς καὶ θάνατος συντελέσει.

Ιεζ. 7,15                     Εξω από τα τείχη της πόλεως Ιερουσαλήμ η ρομφαία θα σφάζη τους Ιουδαίους, μέσα δε εις την πόλιν θα εξολοθρεύη τους κατοικούντας η πείνα και ο θάνατος από ασθενείας. Οσοι θα ευρίσκωνται εις την πεδιάδα θα αποθνήσκουν υπό τα πλήγματα της ρομφαίας, αυτοί δέ που ζουν μέσα εις τας πόλεις θα αποθνήσκουν από την πείναν και τας ασθενείας.

Ιεζ. 7,16            καὶ ἀνασωθήσονται οἱ ἀνασῳζόμενοι ἐξ αὐτῶν καὶ ἔσονται ἐπὶ τῶν ὀρέων· πάντας ἀποκτενῶ, ἕκαστον ἐν ταῖς ἀδικίαις αὐτοῦ.

Ιεζ. 7,16                     Θα φύγουν μερικοί, θα ζητήσουν και θα εύρουν σωτηρίαν επάνω εις τα όρη. Ολους εγώ θα τους φονεύσω, τον καθένα δια τας αδικίας αυτού.

Ιεζ. 7,17            πᾶσαι χεῖρες ἐκλυθήσονται, καὶ πάντες μηροὶ μολυνθήσονται ὑγρασίᾳ,

Ιεζ. 7,17                     Θα παραλύσουν τα χέρια από τον φόβον και τον τρόμον. Οι μηροί θα μολυνθούν από την ακράτειαν των ουρών εξ αιτίας του φόβου.

Ιεζ. 7,18            καὶ περιζώσονται σάκκους, καὶ καλύψει αὐτοὺς θάμβος, καὶ ἐπὶ πᾶν πρόσωπον αἰσχύνη ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ ἐπὶ πᾶσαν κεφαλὴν φαλάκρωμα.

Ιεζ. 7,18                     Οι άνθρωποι υπό το βάρος της φοβεράς θλίψεως θα περιζωσθούν σάκκους, θα τους κυριεύση φρίκη. Εις τα πρόσωπα όλων θα απλωθή η καταισχύνη και κάθε κεφαλή θα γίνη φαλακρά.

Ιεζ. 7,19            τὸ ἀργύριον αὐτῶν ῥιφήσεται ἐν ταῖς πλατείαις, καὶ τὸ χρυσίον αὐτῶν ὑπεροφθήσεται· αἱ ψυχαὶ αὐτῶν οὐ μὴ ἐμπλησθῶσι, καὶ αἱ κοιλίαι αὐτῶν οὐ μὴ πληρωθῶσι, διότι βάσανος τῶν ἀδικιῶν αὐτῶν ἐγένετο.

Ιεζ. 7,19                     Ο άργυρός των θα ρίπτεται εις τας πλατείας, ωσάν άχρηστον πράγιμα. Και αυτό ακόμα το χρυσάφι κανένας δεν θα το κυττάζη. Αι επιθυμίαι των δεν θα ικανοποιούνται, αι κοιλίαι των δεν θα χορτάσουν από αρτόν. Αυτά θα γίνουν, διότι ήλθε πλέον η τιμωρία δια τας αδικίας αυτών.

Ιεζ. 7,20            ἐκλεκτὰ κόσμου εἰς ὑπερηφανίαν ἔθεντο αὐτὰ καὶ εἰκόνας τῶν βδελυγμάτων αὐτῶν ἐποίησαν ἐξ αὐτῶν· ἕνεκεν τούτου δέδωκα αὐτὰ αὐτοῖς εἰς ἀκαθαρσίαν,

Ιεζ. 7,20                    Με τα πολύτιμα κοσμήματά των υπερηφανεύοντο και επεδεικνύοντο με αλαζονείαν. Από αυτά κατεσκεύασαν εικόνας των βδελυρών ειδώλων. Ενεκα τούτου και εις καταισχύνην των παρέδωσα τα είδωλά των εις βεβήλωσιν και ακαθαρσίαν.

Ιεζ. 7,21            καὶ παραδώσω αὐτὰ εἰς χεῖρας ἀλλοτρίων τοῦ διαρπάσαι αὐτὰ καὶ τοῖς λοιμοῖς τῆς γῆς εἰς σκῦλα, καὶ βεβηλώσουσιν αὐτά.

Ιεζ. 7,21                     Θα παραδώσω αυτά εις τα χέρια ξένων προς διαρπαγήν, λάφυρα στους διεφθαρμένους ανθρώπους του κόσμου, οι οποίοι και θα τα βεβηλώσουν.

Ιεζ. 7,22            καὶ ἀποστρέψω τὸ πρόσωπόν μου ἀπ᾿ αὐτῶν, καὶ μιανοῦσι τὴν ἐπισκοπήν μου καὶ εἰσελεύσονται εἰς αὐτὰ ἀφυλάκτως καὶ βεβηλώσουσιν αὐτά·

Ιεζ. 7,22                    Θα γυρίσω αλλού το πρόσωπόν μου από τους Ισραηλίτας και ξένοι άνθρωποι θα μολύνουν τον οίκόν μου, από όπου εγώ επέβλεπα ευμενώς την Ιερουσαλήμ. Θα εισέρχωνται ανευλαβώς εις τα άγιά μου και θα τα βεβηλώσουν.

Ιεζ. 7,23            καὶ ποιήσουσι φυρμόν, διότι ἡ γῆ πλήρης λαῶν, καὶ ἡ πόλις πλήρης ἀνομίας.

Ιεζ. 7,23                    Οι εχθροί θα αναστατώσουν φύρδην μίγδην την πόλιν, διότι αυτή όπως επίσης και η χώρα του Ισραήλ θα γεμίση από ξένους εχθρικούς λαούς, όπως η πόλις αυτή είχε γεμίσει από ανομίας.

Ιεζ. 7,24            καὶ ἀποστρέψω τὸ φρύαγμα τῆς ἰσχύος αὐτῶν, καὶ μιανθήσεται τὰ ἅγια αὐτῶν.

Ιεζ. 7,24                    Θα εξαφανίσω την δύναμίν των, δια την οποίαν εφρύαττον με αλαζονείαν. Θα μολυνθούν από αλλοεθνείς ειδωλολάτρας αι προς εμέ ιεραί προσφοραί των.

Ιεζ. 7,25            ἐξιλασμὸς ἥξει καὶ ζητήσει εἰρήνην, καὶ οὐκ ἔσται.

Ιεζ. 7,25                    Θα φθάση η εορτή του Εξιλασμού, δια να προσφερθούν αι ειρηνικαί των θυσίαι, και δεν θα υπάρχ πλέον ούτε ναός ούτε θυσιαστήριον.

Ιεζ. 7,26            οὐαὶ ἐπὶ οὐαὶ ἔσται, καὶ ἀγγελία ἐπὶ ἀγγελίαν ἔσται, καὶ ζητηθήσεται ὅρασις ἐκ προφήτου, καὶ νόμος ἀπολεῖται ἐξ ἱερέως καὶ βουλὴ ἐκ πρεσβυτέρων.

Ιεζ. 7,26                    Η μία συμφορά θα προστίθεται εις την άλλην, η μία κακή αγγελία θα επακολουθή αμέσως την προηγουμένην κακήν αγγελίαν. Θα αναζητηθή προφήτης και δεν θα ευρεθή. Ο νόμος του Θεού δεν θα ακούεται δια την έλλειψιν ιερέων, ούτε σοφή συμβουλή των γερόντων.

Ιεζ. 7,27            ἄρχων ἐνδύσεται ἀφανισμόν, καὶ αἱ χεῖρες τοῦ λαοῦ τῆς γῆς παραλυθήσονται· κατὰ τὰς ὁδοὺς αὐτῶν ποιήσω αὐτοῖς καὶ ἐν τοῖς κρίμασιν αὐτῶν ἐκδικήσω αὐτούς· καὶ γνώσονται ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 7,27                    Οι άρχοντες θα ενδυθούν πτωχά και πένθιμα, αι χείρες του λαού της περιοχής θα παραλύσουν από τον τρόμον. Συμφωνα με τους πονηρούς δρόμους της ασεβούς ζωής των εγώ θα ανταποδώσω εις αυτούς. Θα τυμωρήσω τα αδικήματά των και τας παρανομίας των και θα μάθουν ότι εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 8

 

Ιεζ. 8,1              Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἕκτῳ ἔτει ἐν τῷ πέμπτῳ μηνί, πέμπτῃ τοῦ μηνός, ἐγὼ ἐκαθήμην ἐν τῷ οἴκῳ, καὶ οἱ πρεσβύτεροι Ἰούδα ἐκάθηντο ἐνώπιόν μου, καὶ ἐγένετο ἐπ᾿ ἐμὲ χεὶρ Κυρίου,

Ιεζ. 8,1                       Κατά το έκτον έτος, τον πέμπτον μήνα, την πέμπτην του μηνός, εγώ εκαθήμην στο σπίτι μου. Και ο πρεσβύτεροι των Ιουδαίων εκάθηντο εμπρός μου. Το χέρι του Κυρίου ετέθη επάνω μου και μου απεκάλυψεν οράματα.

Ιεζ. 8,2              καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ ὁμοίωμα ἀνδρός, ἀπὸ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ καὶ ἕως κάτω πῦρ, καὶ ἀπὸ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ ὑπεράνω αὐτοῦ ὡς ὅρασις ἠλέκτρου.

Ιεζ. 8,2                      Αίφνης είδα μίαν μορφήν ανδρός, η οποία από τη μέσην και κάτω ήτο ωσάν φωτιά. Από τη μέσην του και επάνω ήταν λαμπρά ωσάν το ήλεκτρον.

Ιεζ. 8,3              καὶ ἐξέτεινεν ὁμοίωμα χειρὸς καὶ ἀνέλαβέ με τῆς κορυφῆς μου καὶ ἀνέλαβέ με πνεῦμα ἀναμέσον τῆς γῆς καὶ ἀναμέσον τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἤγαγέ με εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐν ὁράσει Θεοῦ ἐπὶ τὰ πρόθυρα τῆς πύλης τῆς ἐσωτέρας τῆς βλεπούσης εἰς βοῤῥᾶν, οὗ ἦν ἡ στήλη τοῦ κτωμένου.

Ιεζ. 8,3                      Η ανδρική αυτή μορφή ήπλωσε κάτι σαν ειδός χεριού και με έπιασε από τα μαλλιά της κεφαλής μου. Μια δε πνοή ανέμου με εσήκωσε άναμε σα εις την γην και τον ουρανόν και με θείον όραμα με έφερεν εις την Ιερουσαλήμ, εις τα πρόθυρα της εσωτερικής πύλης του ναού, η οποία έβλεπε προς βορράν· εκεί, όπου ευρίσκετο η ειδωλολατρική στήλη του θεού του εμπορίου.

Ιεζ. 8,4              καὶ ἰδού, ἦν ἐκεῖ δόξα Κυρίου Θεοῦ Ἰσραὴλ κατὰ τὴν ὅρασιν, ἣν εἶδον ἐν τῷ πεδίῳ.

Ιεζ. 8,4                      Και ιδού, εκεί υπήρχεν η ένδοξος λάμψις του Κυρίου του Θεού του Ισραήλ, ωσάν εκείνην που είχα ίδει εις την πεδιάδα.

Ιεζ. 8,5              καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, ἀνάβλεψον τοῖς ὀφθαλμοῖς σου πρὸς βοῤῥᾶν· καὶ ἀνέβλεψα τοῖς ὀφθαλμοῖς μου πρὸς βοῤῥᾶν, καὶ ἰδοὺ ἀπὸ βοῤῥᾶ ἐπὶ τὴν πύλην τὴν πρὸς ἀνατολάς.

Ιεζ. 8,5                      Ο Κυριος μου είπεν· “υιέ ανθρώπου, σήκωσε τα μάτια σου προς τον βορράνό Υψωσα τα βλέμματά μου προς τον βορράν και από τον βορράν κύκλω μέχρι της ανατολικής πύλης.

Ιεζ. 8,6              καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, ἑώρακας τί οὗτοι ποιοῦσιν; ἀνομίας μεγάλας ποιοῦσιν ὧδε τοῦ ἀπέχεσθαι ἀπὸ τῶν ἁγίων μου, καὶ ἔτι ὄψει ἀνομίας μείζονας.

Ιεζ. 8,6                      Ο Κυριος μου είπέ· “υιέ ανθρώπου, βλέπεις τι κάμνουν αυτοί; Μεγάλας παρανομίας διαπράττουν εδώ, ώστε εξ αιτίας αυτών να μη έχουν καμμίαν σχέσιν με τας αγίας μου εντολάς. Θα ίδης όμως και ακόμη μεγαλυτέρας παρανομίας”.

Ιεζ. 8,7              καὶ εἰσήγαγέ με ἐπὶ τὰ πρόθυρα τῆς αὐλῆς

Ιεζ. 8,7                      Με ωδήγησεν έπειτα εις την εισοδον της αυλής

Ιεζ. 8,8              καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, ὄρυξον· καὶ ὤρυξα, καὶ ἰδοὺ θύρα μία.

Ιεζ. 8,8                      και μου είπέ· “υιέ ανθρώπου, σκάψε”. Εσκαψα και ιδού μία θύρα.

Ιεζ. 8,9              καὶ εἶπε πρός με· εἴσελθε καὶ ἰδὲ τάς ἀνομίας, ἃς οὗτοι ποιοῦσιν ὧδε.

Ιεζ. 8,9                      Ο Κυριος μου είπε· “είσελθε και ιδέ τας παρανομία τας οποίας αυτοί διαπράττουν εδώ”.

Ιεζ. 8,10            καὶ εἰσῆλθον καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ μάταια βδελύγματα καὶ πάντα τὰ εἴδωλα οἴκου Ἰσραὴλ διαγεγραμμένα ἐπ᾿ αὐτοῦ κύκλῳ,

Ιεζ. 8,10                    Και εισήλθα πράγματι και είδον, και ιδού, τα μάταια και βδελυρά είδωλα, όλα τα είδωλα του ισραηλιτικού λαού, ζωγραφισμένα ολόγυρα εις όλας τας πλευράς.

Ιεζ. 8,11            καὶ ἑβδομήκοντα ἄνδρες ἐκ τῶν πρεσβυτέρων οἴκου Ἰσραήλ, καὶ Ἰεζονίας ὁ τοῦ Σαφὰν ἐν μέσῳ αὐτῶν εἱστήκει πρὸ προσώπου αὐτῶν, καὶ ἕκαστος θυμιατήριον αὐτοῦ εἶχεν ἐν τῇ χειρί, καὶ ἡ ἀτμὶς τοῦ θυμιάματος ἀνέβαινε.

Ιεζ. 8,11                     Εβδομήκοντα δε άνδρες από τους πρεσβυτέρους των Ισραηλιτών ήσαν εκεί. Ο δε Ιεζονίας, ο υιός του Σαφάν, ευρίσκετο όρθιος μεταξύ αυτών. Καθένας εκρατούσε στο χέρι του θυμιατόν, εθυμίαζε τα είδωλα και το θυμίαμα ανέβαινε προς τα επάνω.

Ιεζ. 8,12            καὶ εἶπε πρός με· ἑώρακας, υἱὲ ἀνθρώπου, ἃ οἱ πρεσβύτεροι οἴκου Ἰσραὴλ ποιοῦσιν, ἕκαστος αὐτῶν ἐν τῷ κοιτῶνι τῷ κρυπτῷ αὐτῶν; διότι εἶπαν· οὐχ ὁρᾷ ὁ Κύριος, ἐγκαταλέλοιπε Κύριος τὴν γῆν.

Ιεζ. 8,12                    Μου είπε τότε ο Κυριος· “βλέπεις, υιέ ανθρώπου, τι κάνουν οι πρεσβύτεροι του ισραηλιτικού λαού ο καθένας μέσα στον απόκρυφον κοιτώνα του; Διότι αυτοί είπαν· Ο Κυριος δεν μας βλέπει, έχει πλέον εγκαταλείψει ο Κυριος την χώραν του”!

Ιεζ. 8,13            καὶ εἶπε πρός με· ἔτι ὄψει ἀνομίας μείζονας, ἃς οὗτοι ποιοῦσι.

Ιεζ. 8,13                     Ο Κυριος είπεν ακόμη προς εμέ· “θα ίδης ακόμη μεγαλυτέρας παρανομίας, τας οποίας αυτοί διαπράττουν”.

Ιεζ. 8,14            καὶ εἰσήγαγέ με ἐπὶ τὰ πρόθυρα τῆς πύλης οἴκου Κυρίου τῆς βλεπούσης πρὸς βοῤῥᾶν, καὶ ἰδοὺ ἐκεῖ γυναῖκες καθήμεναι θρηνοῦσαι τὸν Θαμμούζ,

Ιεζ. 8,14                    Με εισήγαγεν εις την είσοδον της πύλης του ναού του Κυρίου, η οποία ευρίσκεται προς βορράν. Και ιδού, εκεί ήσαν γυναίκες, που εκάθηντο και εθρηνούσαν τον θάνατον του ειδωλολατρικού θεού Θαμμούζ.

Ιεζ. 8,15            καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, ἑώρακας; καὶ ἔτι ὄψει ἐπιτηδεύματα μείζονα τούτων.

Ιεζ. 8,15                     Και είπε προς εμέ ο Κυριος· “υιέ ανθρώπου είδες; Θα ίδης όμως έργα ανθρώπων χειρότερα από αυτά”.

Ιεζ. 8,16            καὶ εἰσήγαγέ με εἰς τὴν αὐλὴν οἴκου Κυρίου τὴν ἐσωτέραν, καὶ ἰδοὺ ἐπὶ τῶν προθύρων τοῦ ναοῦ Κυρίου ἀναμέσον τῶν αἰλὰμ καὶ ἀναμέσον τοῦ θυσιαστηρίου ὡς εἴκοσι ἄνδρες, τὰ ὀπίσθια αὐτῶν πρὸς τὸν ναὸν τοῦ Κυρίου καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ἀπέναντι, καὶ οὗτοι προσκυνοῦσι τῷ ἡλίῳ·

Ιεζ. 8,16                    Με έφερε κατόπιν είς την εσωτερικήν αυλήν του ναού του Κυρίου και ιδού εις τα πρόθυρα του ναού του Κυρίου, ανάμεσα από την στοάν του νάρθηκος του ναού και του θυσιαστηρίου, ήσαν εικόσι περίπου άνδρες με τα οπίσθιά των γυρισμένα προς τον ναόν του Κυρίου, με τα πρόσωπά των δε εστραμμένα προς την αντίθετον διεύθυνσιν, προς ανατολάς. Αυτοί προσκυνούσαν τον ήλιον.

Ιεζ. 8,17            καὶ εἶπε πρός με· ἑώρακας, υἱὲ ἀνθρώπου; μὴ μικρὰ τῷ οἴκῳ Ἰούδα τοῦ ποιεῖν τὰς ἀνομίας, ἃς πεποιήκασιν ὧδε; διότι ἔπλησαν τὴν γῆν ἀνομίας, καὶ ἰδοὺ αὐτοὶ ὡς μυκτηρίζοντες.

Ιεζ. 8,17                     Ο Κυριος μου είπε τότε· “είδες, υιέ ανθρώπου; Μηπως είναι μικρόν και ασήμαντον δια τον λαόν τον Ιουδαϊκόν, να διαπράττουν τας παρανομίας αυτάς, τας οποίας πράττουν έδω; Διότι αυτοί εγέμισαν την χώραν από παρανομίας. Και ιδού φαίνονται, ως εάν εμπαίζουν εμέ τον Θεόν των και τας εντολάς μου.

Ιεζ. 8,18            καὶ ἐγὼ ποιήσω αὐτοῖς μετὰ θυμοῦ· οὐ φείσεται ὁ ὀφθαλμός μου, οὐδὲ μὴ ἐλεήσω.

Ιεζ. 8,18                    Δια τούτο εγώ θα πράξω απέναντι αυτών σύμφωνα με τον δίκαιον θυμόν μου. Δεν θα τους λυπηθή το μάτι μου δια την συμφοράν των, ούτε και θα τους σπλαγχνισθώ”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 9

 

Ιεζ. 9,1              Καὶ ἀνέκραγεν εἰς τὰ ὦτά μου φωνῇ μεγάλῃ λέγων· ἤγγικεν ἡ ἐκδίκησις τῆς πόλεως· καὶ ἕκαστος εἶχε τὰ σκεύη τῆς ἐξολοθρεύσεως ἐν χειρὶ αὐτοῦ.

Ιεζ. 9,1                       Ο Κυριος έκραξέ με φωνήν μεγάλην εις τα αυτιά μου και είπεν· “έφθασεν η ώρα της τιμωρίας εναντίον της πόλεως”. Καθένας από τους εχθρούς είχεν εις τα χέρια του τα όργανα του ολέθρου της πόλεως.

Ιεζ. 9,2              καὶ ἰδοὺ ἓξ ἄνδρες ἤρχοντο ἀπὸ τῆς ὁδοῦ τῆς πύλης τῆς ὑψηλῆς τῆς βλεπούσης πρὸς βοῤῥᾶν, καὶ ἑκάστου πέλυξ ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ· καὶ εἷς ἀνὴρ ἐν μέσῳ αὐτῶν ἐνδεδυκὼς ποδήρη, καὶ ζώνη σαπφείρου ἐπὶ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ· καὶ εἰσήλθοσαν καὶ ἔστησαν ἐχόμενοι τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ χαλκοῦ.

Ιεζ. 9,2                      Και ιδού εξ άνδρες ήρχοντο από την άνω πύλην, η οποία έβλεπε προς βορράν, και εις τα χέρια του καθενός από αυτούς υπήρχε πέλεκυς. Ανάμεσα εις αυτούς ήτο και ενας άλλος ανήρ, ο οποίος εφορούσε μακρόν χιτώνα, που έφθανεν έως εις τα πόδια του. Και γύρω από την μέσην του ζώνην στολιομένην μέ σαπφείρους. Αυτοί εισήλθαν εις την εσωτερικήν αυλήν και εσταμάτησαν πλησίον του χαλκίνου θυσιαστηρίου.

Ιεζ. 9,3              καὶ δόξα Θεοῦ τοῦ Ἰσραὴλ ἀνέβη ἀπὸ τῶν Χερουβὶμ ἡ οὖσα ἐπ᾿ αὐτῶν εἰς τὸ αἴθριον τοῦ οἴκου. καὶ ἐκάλεσε τὸν ἄνδρα τὸν ἐνδεδυκότα τὸν ποδήρη, ὃς εἶχεν ἐπί τῆς ὀσφύος αὐτοῦ τὴν ζώνην,

Ιεζ. 9,3                      Η ένδοξος λάμψις του Θεού του Ισραήλ, που ευρίσκετο επάνω εις τα Χερουβίμ, έφυγεν από αυτά και ήλθεν στο κατώφλιον του ναού. Ο Κυριος εκάλεσε τον άνδρα, ο οποίος εφορούσε τον ποδήρη χιτώνα και έφερε γύρω από την μέσην του την πολύτιμον ζώνην,

Ιεζ. 9,4              καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· δίελθε μέσην τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ δὸς τὸ σημεῖον ἐπὶ τὰ μέτωπα τῶν ἀνδρῶν τῶν καταστεναζόντων καὶ τῶν κατωδυνωμένων ἐπὶ πάσαις ταῖς ἀνομίαις ταῖς γινομέναις ἐν μέσῳ αὐτῆς.

Ιεζ. 9,4                      και του είπε· “πέρασε δια μέσου της Ιερουσαλήμ και θέσε σημείον εις τα μέτωπα των ανδρών, οι οποίοι στενάζουν και κραυγάζουν με ψυχικήν οδύνην, δι' όλας τας παρανομίας, που διαπράττονται μέσα εις την πόλιν”.

Ιεζ. 9,5              καὶ τούτοις εἶπεν ἀκούοντός μου· πορεύεσθε ὀπίσω αὐτοῦ εἰς τὴν πόλιν καὶ κόπτετε καὶ μὴ φείδεσθε τοῖς ὀφθαλμοῖς ὑμῶν καὶ μὴ ἐλεήσητε·

Ιεζ. 9,5                      Ο Κυριος ωμίλησε προς τους άλλους εξ και εγώ ήκουον τα λεγόμενα του· “Πηγαίνετε οπίσω από τον άνδρα αυτόν εις την πόλιν και φονεύετε. Ας μη λυπηθούν τα μάτια σας και ας μη σπλαγχνισθήτε τους Ισραηλίτας δια τον όλεθρόν των.

Ιεζ. 9,6              πρεσβύτερον καὶ νεανίσκον καὶ παρθένον καὶ νήπια καὶ γυναῖκας ἀποκτείνατε εἰς ἐξάλειψιν, ἐπὶ δὲ πάντας, ἐφ᾿ οὕς ἐστι τὸ σημεῖον, μὴ ἐγγίσητε· καὶ ἀπὸ τῶν ἁγίων μου ἄρξασθε. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ τῶν ἀνδρῶν τῶν πρεσβυτέρων, οἳ ἦσαν ἔσω ἐν τῷ οἴκῳ.

Ιεζ. 9,6                      Γέροντας, νέους, παρθένους, νήπια και γυναίκας, φονεύσατέ τους· παραδώσατέ τους εις όλεθρον και εξαφανισμόν. Ολους όμως εκείνους που έχουν το σημείον εις τα μέτωπά των, μη τους εγγίσετε. Θα κάμετε αρχήν της σφαγής και του ολέθρου από εκείνους που ευρίσκονται μέσα στον ναόν”. Οι εξ εκείνοι άνδρες ήρχισαν να φονεύουν και να εξολοθρεύουν τους ασεβείς γέροντας, οι οποίοι ευρίσκοντο μέσα στον οίκον του Κυρίου.

Ιεζ. 9,7              καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· μιάνατε τὸν οἶκον καὶ πλήσατε τὰς ὁδοὺς νεκρῶν ἐκπορευόμενοι καὶ κόπτετε.

Ιεζ. 9,7                      Ο Κυριος είπεν ακόμη προς τους άνδρας εκείνους· “βεβηλώσατε τον ναόν με τα πτώματα των σφαγιασθέντων. Εξερχόμενοι δε από τον ναόν προς την πόλιν γεμίσατε τους δρόμους από νεκρούς, φονεύσατε τους ασεβείς ανθρώπους”.

Ιεζ. 9,8              καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κόπτειν αὐτοὺς καὶ πίπτω ἐπὶ πρόσωπόν μου καὶ ἀνεβόησα καὶ εἶπα· οἴμοι Κύριε, ἐξαλείφεις σὺ τοὺς καταλοίπους τοῦ Ἰσραὴλ ἐν τῷ ἐκχέαι σε τὸν θυμόν σου ἐπὶ Ἱερουσαλήμ;

Ιεζ. 9,8                      Οταν εκείνοι ήρχισαν την σφαγήν εντός και εκτός του ναού, εγώ έπεσα με το πρόσωπόν μου κάτω στο έδαφος και με φωνήν μεγάλην εβόηοα και ειπα· “αλλοίμονον, Κυριε ! Συ, λοιπόν, εξολοθρεύεις τώρα τους εναπομείναντας από τους Ισραηλιτας; Και αφήνεις να ξεχυθή ο δίκαιος θυμός σου εναντίον της Ιερουσαλήμ;”

Ιεζ. 9,9              καὶ εἶπε πρός με· ἀδικία τοῦ οἴκου Ἰσραὴλ καὶ Ἰούδα μεμεγάλυνται σφόδρα σφόδρα, ὅτι ἐπλήσθη ἡ γῆ λαῶν πολλῶν, καὶ ἡ πόλις ἐπλήσθη ἀδικίας καὶ ἀκαθαρσίας· ὅτι εἶπαν· ἐγκαταλέλοιπε Κύριος τὴν γῆν, οὐκ ἐφορᾷ ὁ Κύριος.

Ιεζ. 9,9                      Ο Κυριος μου ειπε· “αι αμαρτίαι του Ισραηλιτικού και του ιουδαϊκού λαού έχουν πλέον πληθυνθή πάρα πολύ. Η περιοχή της Ιουδαίας εγέμισεν από πλήθη ξένων λαών, η δε πόλις Ιερουσαλήμ είναι γεμάτη από αδικίας και ακαθαρσίας. Εγιναν αυτά, διότι είπαν· Ο Κυριος έχει εγκαταλείψει την γην του, δεν επιβλέπει πλέον εις ημάς ο Κυριος.

Ιεζ. 9,10            καὶ οὐ φείσεταί μου ὁ ὀφθαλμός, οὐδὲ μὴ ἐλεήσω· τὰς ὁδοὺς αὐτῶν εἰς κεφαλὰς αὐτῶν δέδωκα.

Ιεζ. 9,10                    Δια τας πολλάς και μεγάλας αμαρτίας των δεν θα τους λυπηθή ο οφθαλμός μου, δεν θα τους ευσπλαγχνισθώ. Τους δρόμους της παρανόμου και ασεβούς ζωής των, θα στρέψω και θα επιρρίψω εις τας κεφαλάς των”.

Ιεζ. 9,11            καὶ ἰδοὺ ὁ ἀνὴρ ὁ ἐνδεδυκὼς τὸν ποδήρη καὶ ἐζωσμένος τῇ ζώνῃ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ καὶ ἀπεκρίνατο λέγων· πεποίηκα καθὼς ἐνετείλω μοι.

Ιεζ. 9,11                     Και ιδού, ο ανήρ εκείνος, ο οποίος εφορούσε τον μακρόν έως εις τα πόδια χιτώνα του και είχε ζωσμένην την οσφύν του με την ζώνην, επανήλθε και είπε προς τον Κυριον· “έκαμα όπως με διέταξες”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 10

 

Ιεζ. 10,1            Καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ ἐπάνω τοῦ στερεώματος τοῦ ὑπὲρ κεφαλῆς τῶν Χερουβὶμ ὡς λίθος σαπφείρου ὁμοίωμα θρόνου ἐπ᾿ αὐτῶν.

Ιεζ. 10,1                     Ιδού, επάνω στον θόλον, που υπήρχεν υπεράνω από τας κεφαλάς των Χερουβίμ, είδα κάτι, που ωμοίαζε με θρόνον κατεσκευααμένον από πολύτιμον λίθον σαπφείρου.

Ιεζ. 10,2            καὶ εἶπε πρὸς τὸν ἄνδρα τὸν ἐνδεδυκότα τὴν στολήν· εἴσελθε εἰς τὸ μέσον τῶν τροχῶν τῶν ὑποκάτω τῶν Χερουβὶμ καὶ πλῆσον τὰς δράκας σου ἀνθράκων πυρὸς ἐκ μέσου τῶν Χερουβὶμ καὶ διασκόρπισον ἐπὶ τὴν πόλιν· καὶ εἰσῆλθεν ἐνώπιον ἐμοῦ.

Ιεζ. 10,2                    Ο Κυριος είπεν στον άνδρα, ο οποίος εφορούσε τον ποδήρη χιτώνα. “Είσελθε ανάμεσα από τους τροχούς, που ευρίσκονται κάτω από τα Χερουβίμ. Γέμισε τας παλάμας σου από τους αναμμένους άνθρακας, που ευρίσκονται ανάμεσα των Χερουβίμ και σκόρπισέ τους εις την πόλιν Ιερουσαλήμ”. Εκείνος εμπρός εις τα μάτια μου εισήλθεν, όπου ο Θεός τον διέταξε.

Ιεζ. 10,3            καὶ τὰ Χερουβὶμ εἰστήκει ἐκ δεξιῶν τοῦ οἴκου ἐν τῷ εἰσπορεύεσθαι τὸν ἄνδρα, καὶ ἡ νεφέλη ἔπλησε τὴν αὐλὴν τὴν ἐσωτέραν.

Ιεζ. 10,3                     Τα Χερουβίμ ήσαν όρθια στο δεξιόν μέρος του ναού, η δε νεφέλη του Θεού εγέμισε την εσωτερικήν αυλήν του ναού.

Ιεζ. 10,4            καὶ ἀπῇρεν ἡ δόξα Κυρίου ἀπὸ τῶν Χερουβὶμ εἰς τὸ αἴθριον τοῦ οἴκου, καὶ ἔπλησε τὸν οἶκον ἡ νεφέλη, καὶ ἡ αὐλὴ ἐπλήσθη τοῦ φέγγους τῆς δόξης Κυρίου·

Ιεζ. 10,4                    Η λάμψις της δόξης του Κυρίου εσηκώθη από τα Χερουβίμ, ήλθεν στο κατώφλιον του ναού και εγέμισε τον οίκον του Κυρίου η νεφέλη. Και η αυλή ακόμη εγέμισεν από το φως της δόξης του Κυρίου.

Ιεζ. 10,5            καὶ φωνὴ τῶν πτερύγων τῶν Χερουβὶμ ἠκούετο ἕως τῆς αὐλῆς τῆς ἐξωτέρας ὡς φωνὴ Θεοῦ Σαδδαΐ λαλοῦντος.

Ιεζ. 10,5                     Το δούϊσμα από τας πτέρυγας των Χερουβίμ ηκούετο έως εις την εξωτερικήν αυλήν του ναού, ωσάν φωνή του παντοδυνάμου Θεού, ο οποίος ωμιλούσε.

Ιεζ. 10,6            καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐντέλλεσθαι αὐτὸν τῷ ἀνδρὶ τῷ ἐνδεδυκότι τὴν στολὴν τὴν ἁγίαν λέγων· λαβὲ πῦρ ἐκ μέσου τῶν τροχῶν ἐκ μέσου τῶν Χερουβίμ, καὶ εἰσῆλθε καὶ ἔστη ἐχόμενος τῶν τροχῶν,

Ιεζ. 10,6                    Οταν ο Κυριος εδωσεν εντολήν στον άνδρα, που εφορούσε την ιεράν ποδήρη στολήν, και του είπε· “πάρε πυρ ανάμεσα από τους τροχούς των Χερουβίμ”, ο ανήρ εκείνος ήλθε και εστάθη πλησίον στους τροχούς.

Ιεζ. 10,7            καὶ ἐξέτεινε τὴν χεῖρα αὐτοῦ εἰς μέσον τοῦ πυρὸς τοῦ ὄντος ἐν μέσῳ τῶν Χερουβὶμ καὶ ἔλαβε καὶ ἔδωκεν εἰς τὰς χεῖρας τοῦ ἐνδεδυκότος τὴν στολὴν τὴν ἁγίαν, καὶ ἔλαβε καὶ ἐξῆλθε.

Ιεζ. 10,7                     Ενα από τα Χερουβίμ άπλωσε το χέρι του στο μέσον του πυρός, που υπήρχεν ανάμεσα από τα Χερουβίμ, επήρε και έδωκεν εις τα χέρια του ανδρός, που εφορούσε την ποδήρη ιεράν στολήν, εκείνος δε επήρε το πυρ και εξήλθε.

Ιεζ. 10,8            καὶ εἶδον τὰ Χερουβὶμ ὁμοίωμα χειρῶν ἀνθρώπων ὑποκάτωθεν τῶν πτερύγων αὐτῶν.

Ιεζ. 10,8                    Τοτε δε εγώ είδα τα Χερουβίμ να έχουν κάτω από τας πτέρυγας των ομοιώματα ανθρωπίνων χειρών.

Ιεζ. 10,9            καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ τροχοὶ τέσσαρες εἱστήκεισαν ἐχόμενοι τῶν Χερουβίμ, τροχὸς εἷς ἐχόμενος Χερουβὶμ ἑνός, καὶ ἡ ὄψις τῶν τροχῶν ὡς ὄψις λίθου ἄνθρακος.

Ιεζ. 10,9                    Παρετήρησα και είδα τέσσαρας τροχούς πλησίον των Χερουβίμ, ένας τροχός κοντά στο κάθε Χερουβίμ. Η θέα των τροχών αυτών εφαίνετο ωσάν πολύτιμος λίθος του άνθρακος (διαμάντι).

Ιεζ. 10,10           καὶ ἡ ὄψις αὐτῶν ὁμοίωμα ἓν τοῖς τέσσαρσιν, ὃν τρόπον ὅταν ᾖ τροχὸς ἐν μέσῳ τροχοῦ.

Ιεζ. 10,10                   Το σχήμα των ήτο το αυτό και στους τέσσαρας τροχούς. Ητο δε τέτοιο, ώστε εφαίνετο, ότι ο ένας τροχός υπήρχεν εντός του άλλου τροχού.

Ιεζ. 10,11           ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτὰ εἰς τὰ τέσσαρα μέρη αὐτῶν ἐπορεύοντο, οὐκ ἐπέστρεφον ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτά· ὅτι εἰς ὃν ἂν τόπον ἐπέβλεψεν ἡ ἀρχὴ ἡ μία, ἐπορεύοντο καὶ οὐκ ἐπέστρεφον ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτά.

Ιεζ. 10,11                   Οταν τα Χερουβίμ επροχωρούσαν και επορεύοντο προς τας τέσσαρας διευθύνσεις, δεν εστρέφοντο προς μίαν εκάστην διεύθυνσιν. Εκινούντο προς οιανδήποτε κατεύθυνσιν, χωρίς να στρέφουν τα πρόσωπα των κατά την κίνησιν της κατευθύνσεως αυτής.

Ιεζ. 10,12           καὶ οἱ νῶτοι αὐτῶν καὶ αἱ χεῖρες αὐτῶν καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν καὶ οἱ τροχοὶ πλήρεις ὀφθαλμῶν κυκλόθεν τοῖς τέσσαρσι τροχοῖς αὐτῶν·

Ιεζ. 10,12                   Τα πλευρά των, τα χέρια των, αι πτέρυγές των και οι τροχοί ήσαν γεμάτα ολόγυρα από οφθαλμούς. Και τα τέσσαρα είχαν τους τροχούς των.

Ιεζ. 10,13           τοῖς δὲ τροχοῖς τούτοις ἐπεκλήθη Γελγὲλ ἀκούοντός μου·

Ιεζ. 10,13                   Ηκουα δε εγώ μίαν φωνήν, να ονομάζη του τροχούς τούτους Γελγέλ, δηλαδή ταχείς.

Ιεζ. 10,14           [καὶ τέσσαρα πρόσωπα τῷ ἑνί, τὸ πρόσωπον τοῦ ἑνὸς πρόσωπον τοῦ Χερούβ, καὶ τὸ πρόσωπον τοῦ δευτέρου πρόσωπον ἀνθρώπου καὶ τὸ τρίτον πρόσωπον λέοντος καὶ τὸ τέταρτον πρόσωπον ἀετοῦ].

Ιεζ. 10,14                   Τέσσαρα πρόσωπα είχε το κάθε Χερουβίμ. Το πρόσωπον το πρώτον ήτο πρόσωπον βοός, το πρόσωπον του δευτέρου ήτο πρόσωπον ανθρώπου και το τρίτον ήτο πρόσωπον λέοντος. Το δε τέταρτον ήτο πρόσωπον αετού.

Ιεζ. 10,15           καὶ ᾖραν τὰ Χερουβίμ. τοῦτο τὸ ζῷον, ὃ εἶδον ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ.

Ιεζ. 10,15                   Τα Χερουβίμ υψώθησαν. Αυτό το ανθρώπινον ομοίωμα, που είδα, ήτο εκείνο, που είχα ίδει πλησίον του ποταμού Χοβάρ.

Ιεζ. 10,16           καὶ ἐν τῷ πορεύεσθαι τὰ Χερουβὶμ ἐπορεύοντο οἱ τροχοί, καὶ οὗτοι ἐχόμενοι αὐτῶν· καὶ ἐν τῷ ἐξαίρειν τὰ Χερουβὶμ τὰς πτέρυγας αὐτῶν τοῦ μετεωρίζεσθαι ἀπὸ τῆς γῆς οὐκ ἐπέστρεφον οἱ τροχοὶ αὐτῶν.

Ιεζ. 10,16                   Καθ' ον χρόνον τα Χερουβίμ επορεύοντο, συνεπορεύοντο μαζή των και οι τροχοί, οι οποίοι ευρίσκοντο πλησίον των. Οταν τα Χερουβίμ ήπλωναν τας πτέρυγάς των, δια να πετάξουν επάνω από την γην, δεν έμεναν οι τροχοί εις την γην, αλλά τους ακολουθούσαν.

Ιεζ. 10,17           ἐν τῷ ἑστάναι αὐτὰ εἱστήκεισαν, καὶ ἐν τῷ μετεωρίζεσθαι αὐτὰ ἐμετεωρίζοντο μετ᾿ αὐτῶν, διότι πνεῦμα ζωῆς ἐν αὐτοῖς ἦν.

Ιεζ. 10,17                   Οταν τα Χερουβίμ εστέκοντο ακίνητα, και οι τροχοί δεν εκινούντο. Οταν επετούσαν επάνω από την γην επετούσαν και οι τροχοί μαζή των, διότι και εις αυτούς υπήρχε πνεύμα ζωής, ήσαν ζώσαι πνευματικαί υπάρξεις.

Ιεζ. 10,18           καὶ ἐξῆλθε δόξα Κυρίου ἀπὸ τοῦ οἴκου καὶ ἐπέβη ἐπὶ τὰ Χερουβίμ,

Ιεζ. 10,18                   Εβγήκε τότε η μεγάλη εκείνη θεία λάμψις του Κυρίου από τον ναόν του Κυρίου και εκάθισεν επάνω εις τα Χερουβίμ.

Ιεζ. 10,19           καὶ ἀνέλαβον τὰ Χερουβὶμ τὰς πτέρυγας αὐτῶν καὶ ἐμετεωρίσθησαν ἀπὸ τῆς γῆς ἐνώπιον ἐμοῦ ἐν τῷ ἐξελθεῖν αὐτά, καὶ οἱ τροχοὶ ἐχόμενοι αὐτῶν. καὶ ἔστησαν ἐπὶ τὰ πρόθυρα τῆς πύλης οἴκου Κυρίου τῆς ἀπέναντι, καὶ δόξα Θεοῦ Ἰσραὴλ ἦν ἐπ᾿ αὐτῶν ὑπεράνω.

Ιεζ. 10,19                   Ηπλωσαν τότε τας πτέρυγάς των τα Χερουβίμ, ανέβησαν επάνω στον αέρα και εβγήκαν ενώπιόν μου από τον ιερόν ναόν. Οι τροχοί ευρίσκοντο πλησίον των. Ηλθαν και εστάθησαν εις την είσοδον της απέναντι πύλης του ναού του Κυρίου και η λάμψις της δόξης του Θεού του ισραηλιτικού λαού ευρίσκετο επάνω από αυτά.

Ιεζ. 10,20           τοῦτο τὸ ζῷόν ἐστιν, ὃ εἶδον ὑποκάτω Θεοῦ Ἰσραὴλ ἐπί τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ, καὶ ἔγνων ὅτι Χερουβίμ ἐστι.

Ιεζ. 10,20                  Αυτό ήτο το ζων ον, που εγώ είδα κάτω από τον Θεόν του Ισραήλ πλησίον του ποταμού Χοδάρ. Εκατάλαβα ότι αυτά είναι τα Χερουβίμ.

Ιεζ. 10,21           τέσσαρα πρόσωπα τῷ ἑνί, καὶ ὀκτὼ πτέρυγες τῷ ἑνί, καὶ ὁμοίωμα χειρῶν ἀνθρώπου ὑποκάτωθεν τῶν πτερύγων αὐτῶν.

Ιεζ. 10,21                   Τέσσαρα πρόσωπα υπήρχαν εις κάθε Χερουβίμ και οκτώ πτέρυγες στο καθένα από αυτά. Κατω από τας πτέρυγάς των υπήρχαν κάτι, που ωμοίαζαν με χέρια ανθρώπων.

Ιεζ. 10,22           καὶ ὁμοίωσις τῶν προσώπων αὐτῶν, ταῦτα τὰ πρόσωπά ἐστιν ἃ εἶδον ὑποκάτω τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ Ἰσραὴλ ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ, καὶ αὐτὰ ἕκαστον κατὰ πρόσωπον αὐτῶν ἐπορεύοντο.

Ιεζ. 10,22                  Τα πρόσωπα των τεσσάρων αυτών Χερουβίμ, ήσαν όμοια με τα πρόσωπα τα οποία είδον κάτω από την δόξαν του Θεού του Ισραήλ πλησίον του ποταμού Χοβάρ. Τα Χερουβίμ με τα τέσσερα πρόσωπα το καθένα, όπου και αν κατηυθύνοντο, επορεύοντο κατά μέτωπον.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 11

 

Ιεζ. 11,1            Καὶ ἀνέλαβέ με πνεῦμα καὶ ἤγαγέ με ἐπὶ τὴν πύλην τοῦ οἴκου Κυρίου τὴν κατέναντι τὴν βλέπουσαν κατὰ ἀνατολάς· καὶ ἰδοὺ ἐπὶ τῶν προθύρων τῆς πύλης ὡς εἴκοσι καὶ πέντε ἄνδρες, καὶ εἶδον ἐν μέσῳ αὐτῶν τὸν Ἰεζονίαν τὸν τοῦ Ἔζερ καὶ Φαλτίαν τὸν τοῦ Βαναίου, τοὺς ἀφηγουμένους τοῦ λαοῦ.

Ιεζ. 11,1                      Με εσήκωσε Πνεύμα Κυρίου και με έφερεν εις την πύλην του ναού του Κυρίου την απέναντι, η οποία έβλεπε προς ανατολάς. Ιδού, εις την εισοδον της πύλης ήσαν περίπου εικόσι πέντε άνδρες και εν μεσώ αυτών είδον τον Ιεζονίαν, τον υιόν του Εζερ και Φαλτίαν, τον υιόν του Βαναίου, οι οποίοι ήσαν άρχοντες του λαού.

Ιεζ. 11,2            καὶ εἶπε Κύριος πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, οὗτοι οἱ ἄνδρες οἱ λογιζόμενοι μάταια καὶ βουλευόμενοι βουλὴν πονηρὰν ἐν τῇ πόλει ταύτῃ,

Ιεζ. 11,2                     Είπε δε ο Κυριος προς εμέ· “υιέ ανθρώπου, αυτοί είναι οι άνδρες, οι οποίοι διαλογίζονται το κακόν. Σκέπτονται και διαδίδουν κακάς και ολοθρίας συμβουλάς εις αυτήν την πόλιν.

Ιεζ. 11,3            οἱ λέγοντες· οὐχὶ προσφάτως ᾠκοδόμηνται αἱ οἰκίαι; αὕτη ἐστὶν ὁ λέβης, ἡμεῖς δέ τὰ κρέα.

Ιεζ. 11,3                     Αυτοί είναι εκείνοι, οι οποίοι λέγουν· Μολις προ ολίγου δεν ανοικοδομήθησαν στερεαί αι οικίαι μας; Ετσι η πόλις αυτή είναι ο νεοκατασκευασθείς λέβης, ημείς δε τα κρέατα· είμεθα, λοιπόν, ασφαλείς.

Ιεζ. 11,4            διὰ τοῦτο προφήτευσον ἐπ᾿ αὐτούς, προφήτευσον, υἱὲ ἀνθρώπου.

Ιεζ. 11,4                     Δια τούτο συ προφήτευσε εναντίον των. Προφήτευσε, υιέ ανθρώπου”.

Ιεζ. 11,5            καὶ ἔπεσεν ἐπ᾿ ἐμὲ πνεῦμα Κυρίου καὶ εἶπε πρός με· λέγε· τάδε λέγει Κύριος· οὕτως εἴπατε, οἶκος Ἰσραήλ, καὶ τὰ διαβούλια τοῦ πνεύματος ὑμῶν ἐγὼ ἐπίσταμαι.

Ιεζ. 11,5                     Επεσε τότε επάνω εις εμέ Πνεύμα Κυρίου και μου είπε· “λέγε· αυτά λέγει ο Κυριος. Ετσι, λοιπόν, ομιλήσατε και αυτά είπατε σεις οι Ισραηλίται. Τας σκέψστου πνεύματός σας εγώ τας γνωρίζω ακριβώς.

Ιεζ. 11,6            ἐπληθύνατε νεκροὺς ὑμῶν ἐν τῇ πόλει ταύτῃ καὶ ἐνεπλήσατε τὰς ὁδοὺς αὐτῆς τραυματιῶν.

Ιεζ. 11,6                     Εγίνατε αφορμή να πληθυνθούν οι εχθροί σας μέσα εις την πόλιν. Εγέμισαν οι δρόμοι της πόλεως από φονευμένους και βαρέως τραυματισμένους ανθρώπους.

Ιεζ. 11,7            διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· τοὺς νεκροὺς ὑμῶν, οὓς ἐπατάξατε ἐν μέσῳ αὐτῆς, οὗτοί εἰσι τὰ κρέα, αὐτὴ δὲ ὁ λέβης ἐστί, καὶ ὑμᾶς ἐξάξω ἐκ μέσου αὐτῆς.

Ιεζ. 11,7                     Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· Οι νεκροί σας, τους οποίους σεις εθέσατε μέσα εις την πόλιν, αυτοί είναι τα κρέατα, που θα μείνουν εις αυτήν, στον λέβητα. Οσον δε δια σας, οι οποίοι λέγετε ότι θα μείνετε ασφαλείς στον λέβητα, εγώ θα σας βγάλω από την πόλιν και θα σας οδηγήσω εις αιχμαλωσίαν.

Ιεζ. 11,8            ῥομφαίαν φοβεῖσθε, καὶ ῥομφαίαν ἐπάξω ἐφ᾿ ὑμᾶς, λέγει Κύριος·

Ιεζ. 11,8                     Φοβείσθε σεις και τρέμετε την εχθρικήν ρομφαίαν. Ιδού όμως ότι εγώ θα επιφέρω αυτήν εναντίον σας, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 11,9            καὶ ἐξάξω ὑμᾶς ἐκ μέσου αὐτῆς καὶ παραδώσω ὑμᾶς εἰς χεῖρας ἀλλοτρίων καὶ ποιήσω ἐν ὑμῖν κρίματα.

Ιεζ. 11,9                     Θα σας βγάλω μέσα από την πόλιν και θα σας παραδώσω εις ξένας έχθρικας χείρας. Θα σας δικάσω και θα σας καταδικάσω εν τη δικαιοσύνη μου.

Ιεζ. 11,10           ἐν ῥομφαίᾳ πεσεῖσθε, ἐπὶ τῶν ὀρέων τοῦ Ἰσραὴλ κρινῶ ὑμᾶς· καὶ ἐπιγνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 11,10                   Θα πέσετε κάτω από την εχθρικήν ρομφαίαν. Εάν δε και μερικοί από σας καταφύγουν εις τα όρη, δια να σωθούν, εγώ και εκεί θα σας κρίνω και θα σας καταδικάσω. Και θα μάθετε πολύ καλά, ότι εγώ είμαι ο Κυριος του παντός.

Ιεζ. 11,11           αὐτὴ ὑμῖν οὐκ ἔσται εἰς λέβητα, καὶ ὑμεῖς οὐ μὴ γένησθε ἐν μέσῳ αὐτῆς εἰς κρέα· ἐπὶ τῶν ὀρέων τοῦ Ἰσραὴλ κρινῶ ὑμᾶς,

Ιεζ. 11,11                    Ετσι δε θα αποδειχθή, ότι η πόλις σας Ιερουσαλήμ δεν θα είναι ωσάν λέβης και σεις δεν θα ευρεθήτε έντος αυτής ως κρέατα ασφαλισμένοι από τον διασκορπισμόν. Και επάνω ακόμη εις τα όρη της περιοχής του Ισραήλ εγώ θα σας δικάσω και θα σας καταδικάσω.

Ιεζ. 11,12           καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος. -

Ιεζ. 11,12                   Και θα μάθετε έτσι εκ των πραγμάτων ότι εγώ είμαι ο Κυριος του κόσμου”.

Ιεζ. 11,13           Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ προφητεύειν με καὶ Φαλτίας ὁ τοῦ Βαναίου ἀπέθανε, καὶ πίπτω ἐπὶ πρόσωπόν μου καὶ ἀνεβόησα φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπα· οἴμοι οἴμοι, Κύριε, εἰς συντέλειαν ποιεῖς σὺ τοὺς καταλοίπους τοῦ Ἰσραήλ;

Ιεζ. 11,13                    Οταν δε εγώ επροφήτευον αυτά ο Φαλτίας, ο υιός του Βαναίου, απέθανεν. Επεσα τότε κατά γης με το πρόσωπόν μου στο έδαφος και εβόησα με μεγάλην φωνήν και είπα· “αλλοίμονον, αλλοίμονον, Κυριε, θα εξολοθρεύσης τελείως συ τους απομείναντα Ισραηλίτας;”

Ιεζ. 11,14           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 11,14                   Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και ειπέ·

Ιεζ. 11,15           υἱὲ ἀνθρώπου, οἱ ἀδελφοί σου καὶ οἱ ἄνδρες τῆς αἰχμαλωσίας σου καὶ πᾶς ὁ οἶκος τοῦ Ἰσραὴλ συντετέλεσται, οἷς εἶπαν αὐτοῖς οἱ κατοικοῦντες Ἱερουσαλήμ· μακρὰν ἀπέχετε ἀπὸ τοῦ Κυρίου, ἡμῖν δέδοται ἡ γῆ εἰς κληρονομίαν.

Ιεζ. 11,15                    “υιέ ανθρώπου, οι ομοεθνείς σου, οι άνδρες οι οποίοι μαζή με σε ωδηγήθησαν εις αιχμαλωσίαν και όλοι οι Ισραηλίται, ο οποίοι έχουν υποστή την δικαίαν τιμωρίαν, είναι εκείνοι, εναντίον των οποίων οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ είπαν· Ευρίσκεσθε μακράν από τον Κυριον. Εις ημάς εδόθη η γη της Επαγγελίας προς κληρονομίαν.

Ιεζ. 11,16           διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· ὅτι ἀπώσομαι αὐτοὺς εἰς τὰ ἔθνη καὶ διασκορπιῶ αὐτοὺς εἰς πᾶσαν γῆν, καὶ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς ἁγίασμα μικρὸν ἐν ταῖς χώραις, οὗ ἐὰν εἰσέλθωσιν ἐκεῖ.

Ιεζ. 11,16                   Δια τούτο ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· θα απωθήσω αυτούς από την Ιερουσαλήμ αιχμαλώτους μακράν της πατρίδος των εις διάφορα έθνη, θα τους διασκορπίσω εις όλην την οικουμένην, αλλά θα είμαι κατά το διάστημα της αιχμαλωσίας των εγώ αγίασμα και ναός και θυσιαστήριόν των, εις τας χώρας, όπου θα οδηγηθούν.

Ιεζ. 11,17           διὰ τοῦτο εἶπόν· τάδε λέγει Κύριος· καὶ εἰσδέξομαι αὐτοὺς ἐκ τῶν ἐθνῶν καὶ συνάξω αὐτοὺς ἐκ τῶν χωρῶν, οὗ διέσπειρα αὐτοὺς ἐν αὐταῖς, καὶ δώσω αὐτοῖς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ.

Ιεζ. 11,17                    Δια τούτο ειπέ και τα εξής· αυτά λέγει ο Κυριος· Επειτα από ολίγον χρόνον θα τους δεχθώ και πάλιν επανερχομένους από τα διάφορα έθνη. θα τους συγκεντρώσω από τας χώρας, όπου τους είχα διασπείρει και θα δώσω εις αυτούς πάλιν την γην του Ισραήλ.

Ιεζ. 11,18           καὶ εἰσελεύσονται ἐκεῖ καὶ ἐξαροῦσι πάντα τὰ βδελύγματα αὐτῆς καὶ πάσας τὰς ἀνομίας αὐτῆς ἐξ αὐτῆς.

Ιεζ. 11,18                   Θα εισέλθουν εκεί, θα βγάλουν και θα πετάξουν έξω όλα τα βδελυρά είδωλα, θα απαρνηθούν και θα παύσουν πλέον όλας τας παρανομίας, τας οποίας άλλοτε διέπρατταν εις την πόλιν.

Ιεζ. 11,19           καὶ δώσω αὐτοῖς καρδίαν ἑτέραν καὶ πνεῦμα καινὸν δώσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐκσπάσω τὴν καρδίαν τὴν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτῶν καὶ δώσω αὐτοῖς καρδίαν σαρκίνην·

Ιεζ. 11,19                   Θα δώσω εις αυτούς άλλην καρδίαν, και νέον πνεύμα θα δώσω εις αυτούς. Θα αποσπάσω την πετρίνην καρδίαν από το σώμα των και θα τους δώσω καρδίαν σαρκίνην, υγιά και ευαίσθητον,

Ιεζ. 11,20           ὅπως ἐν τοῖς προστάγμασί μου πορεύωνται καὶ τὰ δικαιώματά μου φυλάσσωνται καὶ ποιῶσιν αὐτά· καὶ ἔσονταί μοι εἰς λαὸν καὶ ἐγὼ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς Θεόν.

Ιεζ. 11,20                   ώστε να ζουν και να πορεύωνται σύμφωνα με τας εντολάς μου· να προσέχουν και να φυλάττουν τον Νομον μου και να τηρούν αυτά. Ετσι θα γίνουν αυτοί δι' εμέ λαός μου και εγώ θα είμαι εις αυτούς Θεός των.

Ιεζ. 11,21           καὶ εἰς τὴν καρδίαν τῶν βδελυγμάτων αὐτῶν καὶ τῶν ἀνομιῶν αὐτῶν, ὡς ἡ καρδία αὐτῶν ἐπορεύετο, τὰς ὁδοὺς αὐτῶν εἰς τὰς κεφαλάς αὐτῶν δέδωκα, λέγει Κύριος. -

Ιεζ. 11,21                   Ως προς εκείνους, των οποίων η καρδία ήτο προσηλωμένη εις τα είδωλα και εις τας ανομίας των ειδώλων, θα επιρρίψω εις τας κεφαλάς των την ευθύνην της ασεβούς διαγωγής και ζωής των, λέγει ο Κυριος”.

Ιεζ. 11,22           Καὶ ἐξῇραν τὰ Χερουβὶμ τὰς πτέρυγας αὐτῶν, καὶ οἱ τροχοὶ ἐχόμενοι αὐτῶν, καὶ ἡ δόξα Θεοῦ Ἰσραὴλ ἐπ᾿ αὐτὰ ὑπεράνω αὐτῶν.

Ιεζ. 11,22                   Τα Χερουβίμ εξεδίπλωσαν και ήνοιξαν τας πτέρυγάς των και οι τροχοί εκινούντο πλησίον αυτών. Η ένδοξος λάμψις του Θεού του Ισραήλ ήτο επάνω από αυτά.

Ιεζ. 11,23           καὶ ἀνέβη ἡ δόξα Κυρίου ἐκ μέσης τῆς πόλεως καὶ ἔστη ἐπὶ τοῦ ὄρους, ὃ ἦν ἀπέναντι τῆς πόλεως.

Ιεζ. 11,23                   Η δόξα αυτή του Κυρίου, τα Χερουβίμ, ανεχώρησαν από το μέσον της πόλεως και εστάθησαν επάνω στο όρος, το οποίον είναι απέναντι της πόλεως Ιερουσαλήμ.

Ιεζ. 11,24           καὶ ἀνέλαβέ με πνεῦμα καὶ ἤγαγέ με εἰς γῆς Χαλδαίων εἰς τὴν αἰχμαλωσίαν ἐν ὁράσει ἐν πνεύματι Θεοῦ. καὶ ἀνέβην ἀπὸ τῆς ὁράσεως, ἧς εἶδον.

Ιεζ. 11,24                   Ανεμος τότε με επήρε και με έφερεν εις την γην των Χαλδαίων, εις την χώραν της αιχμαλωσίας, εν οράματι και εν Πνεύματι Θεού, και έπαυσα πλέον να αντικρύζω το όραμα, το οποίον είδα.

Ιεζ. 11,25           καὶ ἐλάλησα πρὸς τὴν αἰχμαλωσίαν πάντας τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, οὓς ἔδειξέ μοι.

Ιεζ. 11,25                   Ανεκοίνωσα δε προς τους αιχμαλώτους Ιουδαίους όλους αυτούς τους λόγους του Κυρίου, τους οποίους αυτός μου είχε φανερώσει.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 12

 

Ιεζ. 12,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 12,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε·

Ιεζ. 12,2            υἱὲ ἀνθρώπου, ἐν μέσῳ τῶν ἀδικιῶν αὐτῶν σὺ κατοικεῖς, οἵ ἔχουσιν ὀφθαλμοὺς τοῦ βλέπειν καὶ οὐ βλέπουσι καὶ ὦτα ἔχουσι τοῦ ἀκούειν καὶ οὐκ ἀκούουσι, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 12,2                    “Υιέ ανθρώπου, κατοικείς μεταξύ ανθρώπων παρανόμων και ασεβών, οι οποίοι ενώ έχουν μάτια δια να βλέπουν, δεν βλέπουν και ενώ έχουν αυτιά δια να άκουουν, δεν άκουουν, διότι είναι ένας λαός επαναστάτης, ο οποίος παραπικραίνει και εξοργίζει εμέ, τον Κυριον.

Ιεζ. 12,3            καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, ποίησον σεαυτῷ σκεύη αἰχμαλωσίας ἡμέρας ἐνώπιον αὐτῶν καὶ αἰχμαλωτευθήσῃ ἐκ τοῦ τόπου σου εἰς ἕτερον τόπον ἐνώπιον αὐτῶν, ὅπως ἴδωσι, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.

Ιεζ. 12,3                     Συ δέ, υιέ ανθρώπου, ετοίμασε δια τον εαυτόν σου τας αποσκευάς της αιχμαλωσίας σου ενώπιόν των κατά το διάστημα της ημέρας και σαν αιχμάλωτος πήγαινε από τον ένα τόπον στον άλλον τόπον ενώπιόν των, δια να ίδουν και να εννοήσουν, ότι τους περιμένει αιχμαλωσία εξ αιτίας των αμαρτιών των, επειδή αυτός είναι λαός, ο οποίος παραπικραίνει και εξοργίζει εμέ, τον Κυριον.

Ιεζ. 12,4            καὶ ἐξοίσεις τὰ σκεύη σου σκεύη αἰχμαλωσίας ἡμέρας κατ᾿ ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, καὶ σὺ ἐξελεύσῃ ἑσπέρας ὡς ἐκπορεύεται αἰχμάλωτος·

Ιεζ. 12,4                    Θα ετοιμάσης και θα βγάλης τας αποσκευάς της αιχμαλωσίας σου κατά το διάστημα της ημέρας εμπρός εις τα μάτια των και συ θα βγης από το σπίτι σου κατά την εσπέραν, όπως βγαίνει καθένας, που οδηγείται εις αιχμαλωσίαν.

Ιεζ. 12,5            ἐνώπιον αὐτῶν διόρυξον σεαυτῷ εἰς τὸν τοῖχον καὶ διεξελεύσῃ δι᾿ αὐτοῦ·

Ιεζ. 12,5                     Θα ανοίξης ενώπιόν τβν δια σε μίαν μεγάλην τρύπαν στον τοίχον της οικίας σου και δια μέσου αυτής θα εξέλθης με τας αποσκευάς σου.

Ιεζ. 12,6            ἐνώπιον αὐτῶν ἐπ᾿ ὤμων ἀναληφθήσῃ καὶ κεκρυμμένος ἐξελεύσῃ, τὸ πρόσωπόν σου συγκαλύψεις καὶ οὐ μὴ ἴδῃς τὴν γῆν, διότι τέρας δέδωκά σε τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ.

Ιεζ. 12,6                    Ενώπιόν των θα αναλαβης το φορτίον των αποσκευών σου επάνω στους ώμους και θα φύγης κρυφίως. Θα σκεπάσης το πρόσωπόν σου, ώστε να μη ίδης την χώραν της γεννήσεώς σου. Θα κάμης όλα αυτά, διότι εγώ σε εδωσα ως σημείον εν μέσω του λαού του Ισραήλ, προμήνυμα της αιχμαλωσίας, που τους περιμένει”.

Ιεζ. 12,7            καὶ ἐποίησα οὕτως κατὰ πάντα, ὅσα ἐνετείλατό μοι, καὶ σκεύη ἐξήνεγκα ὡς σκεύη αἰχμαλωσίας ἡμέρας καὶ ἑσπέρας διώρυξα ἐμαυτῷ τὸν τοῖχον καὶ κεκρυμμένος ἐξῆλθον, ἐπ᾿ ὤμων ἀνελήφθην ἐνώπιον αὐτῶν. -

Ιεζ. 12,7                     Εγώ έκαμα ακριβώς όλα, όσα με διέταξεν ο Κυριος. Εβγαλα και ετοίμασα τας αποσκευάς της αιχμαλωσίας κατά το διάστημα της ημέρας. Κατά δε την εσπέραν ήνοιξα μίαν οπήν στον τοίχον της οικίας μου και εβγήκα κρυφά. Εφόρτωσα επάνω στους ωμούς μου τας αποσκευάς αυτάς ενώπιον των.

Ιεζ. 12,8            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου τὸ πρωΐ πρός με λέγων·

Ιεζ. 12,8                    Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ την πρωΐαν και είπε·

Ιεζ. 12,9            υἱὲ ἀνθρώπου, οὐκ εἶπαν πρός σὲ ὁ οἶκος τοῦ Ἰσραήλ, οἶκος ὁ παραπικραίνων· τί σὺ ποιεῖς;

Ιεζ. 12,9                    “υιέ ανθρώπου, δεν σε ηρώτησαν οι Ισραηλίται, αυτός ο λαός που συνεχώς με παραπικραίνει, τι είναι αυτά που συ κάμνεις;

Ιεζ. 12,10           εἰπὸν πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ὁ ἄρχων καὶ ὁ ἀφηγούμενος ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ παντὶ οἴκω Ἰσραήλ, οἵ εἰσιν ἐν μέσῳ αὐτῶν,

Ιεζ. 12,10                   Ειπέ, λοιπόν, προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος, ο Κυριος στον μεγάλον αρχηγόν και προς κάθε άλλον άρχοντα εις την Ιερουσαλήμ και εις όλον τον ισραηλιτικόν λαόν· εις αυτούς, οι οποίοι κατοικούν εν μέσω της πόλεως,

Ιεζ. 12,11           εἰπόν, ὅτι ἐγὼ τέρατα ποιῶ ἐν μέσῳ αὐτῆς· ὃν τρόπον πεποίηκα, οὕτως ἔσται αὐτοῖς· ἐν μετοικεσίᾳ καὶ ἐν αἰχμαλωσίᾳ πορεύσονται,

Ιεζ. 12,11                   ειπέ· Εγώ δίδω σημεία και σύμβολα εν μέσω της πόλεως, που προαναγγέλλουν μεγάλας συμφοράς. Οπως δέ με τα σημεία και τα σύμβολα αυτά προανήγγειλα, έτσι και θα συμβή εις αυτούς, θα υποχρεωθούν να μετοικήσουν αυτοί. Να πορευθούν αιχμάλωτοι εις ξένην χώραν.

Ιεζ. 12,12           καὶ ὁ ἄρχων ἐν μέσῳ αὐτῶν ἐπ᾿ ὤμων ἀρθήσεται καὶ κεκρυμμένος ἐξελεύσεται διὰ τοῦ τοίχου, καὶ διορύξει τοῦ ἐξελθεῖν αὐτὸν δι᾿ αὐτοῦ· τὸ πρόσωπον αὐτοῦ συγκαλύψει, ὅπως μὴ ὁραθῇ ὀφθαλμῷ, καὶ αὐτὸς τὴν γῆν οὐκ ὄψεται.

Ιεζ. 12,12                   Και αυτός ακόμη ο βασιλεύς των, μεταξύ αυτών, θα φορτωθή τας αποσκευάς του στον ώμον του και θα βγη κρυφίως δια του τοίχου. Θα διορύξη δηλαδή τον τοίχον, δια να βγη δια μέσου του ορύγματος. Θα σκεπάση το πρόσωπόν του, δια να μη τον αντικρύσουν τα μάτια των άλλων και τον αναγνωρίσουν. Και αυτός δεν θα ίδη πλέον την πατρικήν γην.

Ιεζ. 12,13           καὶ ἐκπετάσω τὸ δίκτυόν μου ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ συλληφθήσεται ἐν τῇ περιοχῇ μου, καὶ ἄξω αὐτὸν εἰς Βαβυλῶνα εἰς γῆν Χαλδαίων, καὶ αὐτὴν οὐκ ὄψεται καὶ ἐκεῖ τελευτήσει.

Ιεζ. 12,13                   Θα προσπαθήση να διαφύγη, αλλά εγώ θα απλώσω εις σύλληψίν του δίκτυον και θα συλληφθή εις την χώραν του. Θα τον οδηγήσω εις την Βαβυλώνα, εις την χώραν των Χαλδαίων. Αυτήν δέ, καθώς θα έχη εν τω μεταξύ τυφλωθή, δεν θα την ίδη· εκεί και θα αποθάνη.

Ιεζ. 12,14           καὶ πάντας τοὺς κύκλῳ αὐτοῦ τοὺς βοηθοὺς αὐτοῦ καὶ πάντας τοὺς ἀντιλαμβανομένους αὐτοῦ διασπερῶ εἰς πάντα ἄνεμον καὶ ῥομφαίαν ἐκκενώσω ὀπίσω αὐτῶν·

Ιεζ. 12,14                   Και όλον το περιβάλλον του και τους βοηθούς του και όλους εκείνους, οι οποίοι τον υπηρετούσαν, θα τους διασπείρω προς κάθε διεύθυνσιν, οπίσω δε από αυτούς θα σύρω φονικήν ρομφαίαν.

Ιεζ. 12,15           καὶ γνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος ἐν τῷ διασκορπίσαι με αὐτοὺς ἐν τοῖς ἔθνεσι, καὶ διασπερῶ αὐτοὺς ἐν ταῖς χώραις.

Ιεζ. 12,15                   Καθώς δε θα τους διασκορπίσω ανάμεσα εις τα διάφορα έθνη και θα τους διασπείρω εις ξένας έχθρικας χώρας, όλοι αυτοί θα μάθουν ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

Ιεζ. 12,16           καὶ ὑπολείψομαι ἐξ αὐτῶν ἄνδρας ἀριθμῷ ἐκ ῥομφαίας καὶ ἐκ λιμοῦ καὶ ἐκ θανάτου, ὅπως ἐκδιηγῶνται πάσας τὰς ἀνομίας αὐτῶν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, οὗ εἰσήλθοσαν ἐκεῖ· καὶ γνώσονται ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 12,16                   Εν τούτοις εγώ θα αφήσω από αυτούς ολίγους άνδρας, οι οποίοι θα διαφύγουν την μάχαιραν, την πείναν και τον θάνατον, δια να διηγούνται εις τα έθνη, όπου ωδηγήθησαν αιχμάλωτοι, όλας τας παρανομίας των ως αιτίαν των συμφορών των. Και θα μάθουν, ότι εγώ είμαι ο Παντοκράτωρ Κυριος”.

Ιεζ. 12,17           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 12,17                   Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε·

Ιεζ. 12,18           υἱὲ ἀνθρώπου, τὸν ἄρτον σου μετὰ ὀδύνης φάγεσαι καὶ τὸ ὕδωρ σου μετὰ βασάνου καὶ θλίψεως πίεσαι

Ιεζ. 12,18                   “υιέ ανθρώπου, και συ θα τρώγης τον άρτον σου με οδύνην, θα πίνης το νερό σου με στενοχωρίαν και θλίψιν.

Ιεζ. 12,19           καὶ ἐρεῖς πρὸς τὸν λαὸν τῆς γῆς· τάδε λέγει Κύριος τοῖς κατοικοῦσιν Ἱερουσαλὴμ ἐπὶ τῆς γῆς τοῦ Ἰσραήλ· τοὺς ἄρτους αὐτῶν μετὰ ἐνδείας φάγονται καὶ τὸ ὕδωρ αὐτῶν μετὰ ἀφανισμοῦ πίονται, ὅπως ἀφανισθῇ ἡ γῆ σὺν πληρώματι αὐτῆς, ἐν ἀσεβείᾳ γὰρ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ·

Ιεζ. 12,19                   Επειτα δε θα πης στον λαόν της χώρας αυτής· αυτά λέγει ο Κυριος στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ· Εις την χώραν του Ισραήλ με στέρησιν θα τρώγουν το λίγο ψωμί των. Με οικονομίαν και μέτρον θα πίνουν το νερό, διότι δεν θα υπάρχη. Η χώρα των θα καταστραφή μαζή με τους κατοίκους της, διότι όλοι οι κάτοικοι της χώρας αυτής έζησαν με παρανομίαν και ασέβειαν.

Ιεζ. 12,20           καὶ αἱ πόλεις αὐτῶν αἱ κατοικούμεναι ἐξερημωθήσονται, καὶ ἡ γῆ εἰς ἀφανισμὸν ἔσται· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 12,20                  Αι πόλεις των, αι γεμάται κατοίκους, θα ερημωθούν, η υπαιθρος χώρα θα παραδοθή στον όλεθρον και θα μάθετε καλά επάνω εις τα πράγματα, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”.

Ιεζ. 12,21           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 12,21                   Ο Κυριος ωμίλησεν ακόμη προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 12,22           υἱὲ ἀνθρώπου, τίς ἡ παραβολὴ ὑμῖν ἐπὶ τῆς γῆς τοῦ Ἰσραὴλ λέγοντες· μακρὰν αἱ ἡμέραι, ἀπόλωλεν ὅρασις;

Ιεζ. 12,22                  “Υιέ ανθρώπου, τι σημαίνει η παροιμιακή αυτή φράσις σας, η οποία λέγεται εις την χώραν των Ισραηλιτών· “Επέρασε πολύς χρόνος και αι προφητικαί αναγγελίαι δεν επραγματοποιήθησαν”;

Ιεζ. 12,23           διὰ τοῦτο εἰπὸν πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἀποστρέψω τὴν παραβολὴν ταύτην, καὶ οὐκέτι μὴ εἴπωσι τὴν παραβολὴν ταύτην οἶκος τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι λαλήσεις πρὸς αὐτούς· ἠγγίκασιν αἱ ἡμέραι καὶ λόγος πάσης ὁράσεως·

Ιεζ. 12,23                  Δια την απιστίαν και αμφιβολίαν των αυτήν εις τας προφητικάς αναγγελίας είπε προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· Θα σβήσω εγώ αυτήν την παροιμιακήν φράσιν και δεν θα την είπουν πλέον οι Ισραηλίται ως απραγματοποίητον παροιμίαν. Διότι θα είπης προς αυτούς· έφθασαν πλέον αι ημέραι, κατά τας οποίας θα εκπληρωθούν όλοι οι προφητικοί λόγοι !

Ιεζ. 12,24           ὅτι οὐκ ἔσται ἔτι πᾶσα ὅρασις ψευδὴς καὶ μαντευόμενος τὰ πρὸς χάριν ἐν μέσῳ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ,

Ιεζ. 12,24                  Δεν θα υπάρχη πλέον μεταξύ των Ισραηλιτών ψευδής προφητεία, ούτε ψευδοπροφήτης, ο οποίος να λέγη μαντείας εις κολακείαν των Ισραηλιτών.

Ιεζ. 12,25           διότι ἐγὼ Κύριος λαλήσω τοὺς λόγους μου, λαλήσω καὶ ποιήσω καὶ οὐ μὴ μηκύνω ἔτι· ὅτι ἐν ταῖς ἡμέραις ὑμῶν, οἶκος ὁ παραπικραίνων, λαλήσω λόγον καὶ ποιήσω, λέγει Κύριος. -

Ιεζ. 12,25                  Διότι εγώ ο Κυριος ελάλησα και θα λαλήσω τους προφητικούς λόγους και θα εκπληρώσω αυτούς. Και δεν θα αναβάλω πλέον τον χρόνον της εκπληρώσεώς των. Συ, ο λαός, που με παραπικραίνεις και με εξοργίζεις, μάθε ότι εις τας ημέρας σας θα είπω και θα εκπληρώσω τον λόγον μου”, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 12,26           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 12,26                  Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 12,27           υἱὲ ἀνθρώπου, ἰδοὺ ὁ οἶκος Ἰσραὴλ ὁ παραπικραίνων λέγοντες λέγουσιν· ἡ ὅρασις, ἣν οὗτος ὁρᾷ, εἰς ἡμέρας πολλάς, καὶ εἰς καιροὺς μακροὺς οὗτος προφητεύει.

Ιεζ. 12,27                  “υιέ ανθρώπου, ιδού, οι Ισραηλίται, που πάντοτε με παραπικραίνουν, λέγουν και ξαναλέγουν· Η προφητεία, την οποίαν αυτός ο προφήτης προαναγγέλλει, αναφέρεται εις χρόνους που απέχουν πολύ από ημάς! Προφητεύει αυτός δια καιρούς πολύ μακρυνούς, όχι δια την εποχήν μας !

Ιεζ. 12,28           διὰ τοῦτο εἰπὸν πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· οὐ μὴ μηκύνωσιν οὐκέτι πάντες οἱ λόγοι μου, οὓς ἂν λαλήσω· λαλήσω καὶ ποιήσω, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 12,28                  Δια τούτο είπε προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· Δεν θα βραδύνουν πλέον επί πολύ αι ημέραι, κατά τας οποίας θα πραγματοποιηθούν οι λόγοι οι προφητικοί μου, τους οποίους θα είπω. Θα είπω και θα πραγματοποιήσω εις σύντομον χρόνον” λέγει ο Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 13

 

Ιεζ. 13,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 13,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 13,2            υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον ἐπὶ τοὺς προφήτας τοῦ Ἰσραὴλ καὶ προφητεύσεις καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἀκούσατε λόγον Κυρίου.

Ιεζ. 13,2                     “υιέ ανθρώπου, προφήτευσε εναντίον των ψευδοπροφητών του ισραηλιτικού λαού· προφήτευσε και είπε προς αυτούς· ακούσατε σστον αληθινόν λόγον του Κυρίου.

Ιεζ. 13,3            τάδε λέγει Κύριος· οὐαὶ τοῖς προφητεύουσιν ἀπὸ καρδίας αὐτῶν καὶ τὸ καθόλου μὴ βλέπουσιν.

Ιεζ. 13,3                     Αυτά λέγει ο Κυριος· Αλλοίμονον στους ψευδοπροφήτας, οι οποίοι προφητεύουν κατά τας διαθέσεις της καρδίας των, χωρίς όλως δι' όλου να λάβουν και να ίδουν αποκαλύψεις εκ μέρους του Θεού.

Ιεζ. 13,4            ὡς ἀλώπεκες ἐν ταῖς ἐρήμοις, οἱ προφῆταί σου Ἰσραήλ.

Ιεζ. 13,4                     Αυτοί οι ψευδοπροφήται σου, ισραηλιτικέ λαέ, ομοιάζουν με αλώπεκας εις ερήμους περιοχάς.

Ιεζ. 13,5            οὐκ ἔστησαν ἐν στερεώματι καὶ συνήγαγον ποίμνια ἐπὶ τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ· οὐκ ἀνέστησαν οἱ λέγοντες· ἐν ἡμέρᾳ Κυρίου·

Ιεζ. 13,5                     Δεν εστάθησαν αμετακίνητοι εις στερεόν έδαφος, στον λόγον του Θεού. Συνεκέντρωσαν άλλα ποίμνια, αγέλας ειδωλολατρών, εχθρών του ισραηλιτικού λαού. Δειλοί δε και ψευδολόγοι αυτοί, δεν είχαν το θάρρος να αντισταθούν· αυτοί, οι οποίοι ειρωνικώς ωμιλούσαν δια την ημέραν του Κυρίου.

Ιεζ. 13,6            βλέποντες ψευδῆ, μαντευόμενοι μάταια, οἱ λέγοντες· λέγει Κύριος, καὶ Κύριος οὐκ ἀπέσταλκεν αὐτούς, καὶ ἤρξαντο τοῦ ἀναστῆσαι λόγον.

Ιεζ. 13,6                     Εβλεπαν ψευδή οράματα, ανήγγειλαν κενάς προφητείας αυτοί, που έλεγαν ο Κυριος ωμίλησεν. Ενώ ο Κυριος δεν τους είχεν αποστείλει. Είχαν δε αρχίσει και προσπαθούσαν να στήσουν ως αληθινόν τον ιδικον των ψευδή προφητικόν λόγον.

Ιεζ. 13,7            οὐχὶ ὅρασιν ψευδῆ ἑωράκατε καὶ μαντείας ματαίας εἰρήκατε;

Ιεζ. 13,7                     Ακούσατε σεις, οι ψευδοπροφήται. Ψευδείς δεν ήσαν αι οράσεις, τας οποίας είδατε; Κενολόγοι και απραγματοποίητοι δεν ήσαν αι μαντείαι, τας οποίας είπατε;

Ιεζ. 13,8            διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν οἱ λόγοι ὑμῶν ψευδεῖς καὶ αἱ μαντεῖαι ὑμῶν μάταιαι, διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἐφ᾿ ὑμᾶς, λέγει Κύριος,

Ιεζ. 13,8                     Δια τούτο ειπέ προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· Επειδή οι προφητικοί σας λόγοι ήσαν ψευδείς και αι μαντείαι σας κεναί και απατηλαί, δια τούτο ιδού εγώ θα επέλθω εναντίον σας, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 13,9            καὶ ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπὶ τοὺς προφήτας τοὺς ὁρῶντας ψευδῆ καὶ τοὺς ἀποφθεγγομένους μάταια· ἐν παιδείᾳ τοῦ λαοῦ μου οὐκ ἔσονται, οὐδὲ ἐν γραφῇ οἴκου Ἰσραὴλ οὐ γραφήσονται καὶ εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραὴλ οὐκ εἰσελεύσονται· καὶ γνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος·

Ιεζ. 13,9                     Θα απλώσω την τιμωρόν χείρα μου εναντίον των ψευδοπροφητών, που βλέπουν ψευδή οράματα και αναγγέλλουν κενάς και απραγματοποίητους προφητείας. Δεν θα τιμωρηθούν αυτοί κατά τρόπον παιδαγωγικόν, όπως ο άλλος λαός μου ο ισραηλιτικός, ούτε και θα καταγραφούν μεταξύ των Ισραηλιτών, που θα επαναπατρισθούν· εις την χώραν του Ισραήλ δεν θα εισέλθουν, θα αποθάνουν εις την αιχμαλωσίαν. Και θα μάθουν επάνω εις τα πράγματα ότι εγώ είμαι ο Κυριος και Παντοκράτωρ.

Ιεζ. 13,10           ἀνθ᾿ ὧν ἐπλάνησαν τὸν λαόν μου λέγοντες· εἰρήνη εἰρήνη, καὶ οὐκ ἔστιν εἰρήνη, καὶ οὗτος οἰκοδομεῖ τοῖχον, καὶ αὐτοὶ ἀλείφουσιν αὐτόν, εἰ πεσεῖται,

Ιεζ. 13,10                   Θα τιμωρηθούν δε κατ' αυτόν τον τρόπον, διότι παρεπλάνησαν τον λαόν μου τον ισραηλιτικόν λέγοντες· “ειρήνη, ειρήνη επικρατεί και θα επικρατή”. Αλλά δεν είναι πλέον καιρός ειρήνης. Οι Ισραηλίται όμως θα τους πιστεύσουν και θα οικοδομούν τας οικίας των και θα τας ασβεστώνουν, διότι παραπλανώμενοι από τους ψευδοπροφήτας θα έχουν πιστεύσει, ότι δεν θα πέσουν ούτε αυταί ούτε αυτοί, από τους εχθρούς.

Ιεζ. 13,11           εἰπὸν πρὸς τοὺς ἀλείφοντας· πεσεῖται, καὶ ἔσται ὑετὸς κατακλύζων, καὶ δώσω λίθους πετροβόλους εἰς τοὺς ἐνδέσμους αὐτῶν, καὶ πεσοῦνται, καὶ πνεῦμα ἐξαῖρον, καὶ ῥαγήσεται.

Ιεζ. 13,11                    Ειπέ λοιπόν στους οικοδομούντας και επιχρίοντας τας οικίας των· Αι οικίαι των θα πέσουν εις ερείπια, διότι θα επέλθουν εναντίον των καταρρακτώδεις βροχαί, θα ρίψω από τον ουρανόν χάλαζαν μεγάλην, ωσάν λίθους, που θα κτυπήση τους συνδέσμους και τους αρμούς των τοίχων και θα πέσουν. Θυελλα δε φοβερά θα ξερριζώση το παν και οι τοίχοι των οικιών θα διαρραγούν, θα πέσουν εις ερείπια.

Ιεζ. 13,12           καὶ ἰδοὺ πέπτωκεν ὁ τοῖχος, καὶ οὐκ ἐροῦσι πρὸς ὑμᾶς· ποῦ ἐστιν ἡ ἀλοιφὴ ὑμῶν, ἣν ἠλείψατε;

Ιεζ. 13,12                   Ιδού, οι τοίχοι των οικιών σας και αι οικίαι έχουν πέσει και δεν θα σας είπουν τότε· Που είναι το επίχρισμα, με το οποίον ηλείψατε τους τοίχους των οικιών σας;

Ιεζ. 13,13           διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· καὶ ῥήξω πνοὴν ἐξαίρουσαν μετὰ θυμοῦ, καὶ ὑετὸς κατακλύζων ἐν ὀργῇ μου ἔσται, καὶ τοὺς λίθους τοὺς πετροβόλους ἐν θυμῷ ἐπάξω εἰς συντέλειαν

Ιεζ. 13,13                   Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· επάνω εις την δικαίαν μου οργήν θα εξαπολύσω εναντίον σας βίαιον άνεμον, που θα σάρωση τα πάντα, και κατακλυσμιαία δροχή θα πέση εις την χώραν σας. Επάνω στον δίκαιον θυμόν μου θα στείλω ωσάν μεγάλους λίθους καταστρεπτικήν χάλαζαν, δια να φέρω πλήρη καταστροφήν.

Ιεζ. 13,14           καὶ κατασκάψω τὸν τοῖχον, ὃν ἠλείψατε, καὶ πεσεῖται· καὶ θήσω αὐτὸν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ ἀποκαλυφθήσεται τὰ θεμέλια αὐτοῦ, καὶ πεσεῖται, καὶ συντελεσθήσεσθε μετ᾿ ἐλέγχων· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 13,14                   Θα κατασκάψω και θα κρημνίσω εκ θεμελίων τους τοίχους, τους οποίους σεις εκαλλωπίσατε, και θα πέσουν εις ερείπια. Θα ρίψω αυτούς στο έδαφος και θα φανούν τα θεμέλια των οικιών σας. Τα πάντα θα κρημνισθούν, μαζή δέ με τα ερείπια αυτά θα καταστραφήτε και σεις ελεγχόμενοι δια την ασέβειαν και απιστίαν σας. Και θα μάθετε εκ των πραγμάτων καλά, ότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός.

Ιεζ. 13,15           καὶ συντελέσω τὸν θυμόν μου ἐπὶ τὸν τοῖχον καὶ ἐπὶ τοὺς ἀλείφοντας αὐτόν, καὶ πεσεῖται. καὶ εἶπα πρὸς ὑμᾶς· οὐκ ἔστιν ὁ τοῖχος οὐδὲ οἱ ἀλείφοντες αὐτὸν

Ιεζ. 13,15                   Θα αφήσω να εκσπάση ο θυμός μου εναντίον του τοίχου και εναντίον εκείνων, που τον καλλωπίζουν, και θα πέσουν οι τοίχοι των οικιών σας. Εγώ είπα προς σας· Δεν θα μείνη ούτε ο τοίχος ούτε οι καλλωπίζοντες αυτόν.

Ιεζ. 13,16           προφῆται τοῦ Ἰσραὴλ οἱ προφητεύοντες ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ οἱ ὁρῶντες αὐτῇ εἰρήνην, καὶ οὐκ ἔστιν εἰρήνη, λέγει Κύριος. -

Ιεζ. 13,16                   Ψευδοπροφήται του Ισραήλ, που προφητεύουν απατηλά υπέρ της Ιερουσαλήμ, αυτοί που ψευδώς ισχυρίσθησαν ότι είδαν ειρήνην δι' αυτήν. Δεν υπάρχει η ειρήνη αυτή, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 13,17           Καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, στήρισον τὸ πρόσωπόν σου ἐπὶ τὰς θυγατέρας τοῦ λαοῦ σου τὰς προφητευούσας ἀπὸ καρδίας αὐτῶν καὶ προφήτευσον ἐπ᾿ αὐτὰς

Ιεζ. 13,17                   Και συ, υιέ του ανθρώπου, στρέψε το πρόσωπόν σου και στήριξε το βλέμμα σου εις τας θυγατέρας του λαού σου, αι οποίαι ομιλούν οχι φωτιζόμενοι από τον Θεόν, αλλά κατά τας διαθέσεις και τας γνώμας της καρδίας των, και προφήτευσε εναντίον αυτών.

Ιεζ. 13,18           καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος· οὐαὶ ταῖς συῤῥαπτούσαις προσκεφάλαια ὑπὸ πάντα ἀγκῶνα χειρὸς καὶ ποιούσαις ἐπιβόλαια ἐπὶ πᾶσαν κεφαλὴν πάσης ἡλικίας τοῦ διαστρέφειν ψυχάς· αἱ ψυχαὶ διεστράφησαν τοῦ λαοῦ μου, καὶ ψυχὰς περιεποιοῦντο.

Ιεζ. 13,18                   Και είπε· αυτά λέγει ο Κυριος· Αλλοίμονον εις αυτάς, αι οποίαι συρράπτουν απατηλά γλυκόλογα, δια να διαστρέφουν και παρασύρουν εις την αμαρτίαν ανθρώπους πάσης ηλικίας και να τους επαναπαύουν ψευδώς ως εάν ράπτουν και θέτουν κάτω από τους αγκώνας των προσκεφάλαια, και ευχάριστα καλύμματα εις την κεφαλήν. Εξ αιτίας αυτών διεστράφησαν αι καρδίαι του λαού μου. Αυταί προς ίδιον όφελος περιποιούνται τους ανθρώπους.

Ιεζ. 13,19           καὶ ἐβεβήλουν με πρὸς τὸν λαόν μου ἕνεκεν δρακὸς κριθῶν καὶ ἕνεκεν κλασμάτων ἄρτων τοῦ ἀποκτεῖναι ψυχάς, ἃς οὐκ ἔδει ἀποθανεῖν, καὶ τοῦ περιποιήσασθαι ψυχάς, ἃς οὐκ ἔδει ζῆσαι, ἐν τῷ ἀποφθέγγεσθαι ὑμᾶς λαῷ εἰσακούοντι μάταια ἀποφθέγματα.

Ιεζ. 13,19                   Αύταί με κατεφρόνησαν, εβεδηλωσαν το Ονομά μου προς τον λαόν μου χάριν μιας χούφτας κριθής και μερικών τεμαχίων άρτου, και έτσι εφονευαν ψυχάς, αι οποίαι δεν έπρεπε να αποθάνουν. Εφρόντιζαν δε και επεριποιούντο την ίδικην των ζωήν, ενώ αυταί δεν έπρεπε δια τας αμαρτίας των να ζουν, διότι ψευδή και μάταια έλεγαν προς τον λαόν, ο οποίος τας ήκουε και τας επίστευε.

Ιεζ. 13,20           διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ τὰ προσκεφάλαια ὑμῶν, ἐφ᾿ ἃ ὑμεῖς ἐκεῖ συστρέφετε ψυχάς, καὶ διαῤῥήξω αὐτὰ ἀπὸ τῶν βραχιόνων ὑμῶν καὶ ἐξαποστελῶ τὰς ψυχάς, ἃς ὑμεῖς ἐκστρέφετε τὰς ψυχὰς αὐτῶν, εἰς διασκορπισμόν·

Ιεζ. 13,20                  Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος, ο Κυριος· Ιδού, εγώ έρχομαι εναντίον των απατηλών και μαγικών σας αυτών δελεαστικών λόγων, με τα οποία σεις παρασύρετε και διαστρέφετε ψυχάς. Θα συντρίψω και θα αποκαλύψω τας δολιότητας, με τας οποίας σεις διαστρέφετε ψυχάς, όπως και εκείνους που σας πιστεύουν εγκαταλείποντες εμέ και τους οποίους θα διασκορπίσω εις ξένας χώρας.

Ιεζ. 13,21           καὶ διαῤῥήξω τὰ ἐπιβόλαια ὑμῶν καὶ ῥύσομαι τὸν λαόν μου ἐκ χειρὸς ὑμῶν, καὶ οὐκέτι ἔσονται ἐν χερσὶν ὑμῶν εἰς συστροφήν· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 13,21                   Θα σχίσω τα ψευδή καλύμματα, που εμποδίζουν τον λαόν να ίδη την αλήθειαν, και θα σώσω τον λαόν μου από τα χέρια σας. Δεν θα περιέλθουν πλέον εις τα χέρια σας προς καταστροφήν. Ετσι δε και θα μάθετε επάνω εις τα πράγματα ότι εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός.

Ιεζ. 13,22           ἀνθ᾿ ὧν διεστρέφετε καρδίαν δικαίου ἀδίκως, καὶ ἐγὼ οὐ διέστρεφον αὐτόν, καὶ τοῦ κατισχῦσαι χεῖρας ἀνόμου τὸ καθόλου μὴ ἀποστρέψαι ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆσαι αὐτόν,

Ιεζ. 13,22                  Επειδή με τας ψευδολογίας και αδικίας σας διαστρέφετε και βασανίζετε την καρδίαν του δικαίου, την οποίαν εγώ δεν βασανίζω, και ενισχύετε τα χέρια των κακών, δια να μη απαρνηθούν καθόλου την κακότητά των και επιστρέψουν εις σωτηρίαν από την πονηράν οδόν των και να ζήσουν,

Ιεζ. 13,23           διὰ τοῦτο ψευδῆ οὐ μὴ ἴδητε καὶ μαντείας οὐ μὴ μαντεύσησθε ἔτι, καὶ ῥύσομαι τὸν λαόν μου ἐκ χειρὸς ὑμῶν· καὶ γνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 13,23                  δια τούτο από εδώ και στο εξής δεν θα διαδίδετε ότι είδατε ψευδή οράματα, ούτε θα ανακοινώνετε πλέον κενάς και ψευδολόγους μαντείας. Ετσι δε εγώ θα γλυτώσω και θα σώσω τον λαόν μου από τα χέρια σας και θα μάθετε και σεις επάνω εις τα πράγματα, ότι εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 14

 

Ιεζ. 14,1            Καὶ ἦλθον πρός με ἄνδρες ἐκ τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἐκάθησαν πρὸ προσώπου μου.

Ιεζ. 14,1                     Ηλθαν προς εμέ μερικοί άνδρες από τους πρεσβυτέρους του ισραηλιτικού λαού και εκάθισαν απέναντί μου.

Ιεζ. 14,2            καὶ ἐγένετο πρός με λόγος Κυρίου λέγων·

Ιεζ. 14,2                    Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και ειπέ·

Ιεζ. 14,3            υἱὲ ἀνθρώπου, οἱ ἄνδρες οὗτοι ἔθεντο τὰ διανοήματα αὐτῶν ἐπὶ τὰς καρδίας αὐτῶν καὶ τὴν κόλασιν τῶν ἀδικιῶν αὐτῶν ἔθηκαν πρὸ προσώπου αὐτῶν· εἰ ἀποκρινόμενος ἀποκριθῶ αὐτοῖς;

Ιεζ. 14,3                     “υιέ ανθρώπου, αυτοί οι άνδρες έχουν θέσει τους ιδικούς των πονηρούς λογισμούς εις τας καρδίας των, σύμφωνα με αυτούς κανονίζουν την πορείαν της ζωής των και έχουν έτσι ενώπιόν των πρόφασιν των αδικών των. Μηπως και πρέπει να απαντήσω εις αυτούς και να τους δικαιώσω;

Ιεζ. 14,4            διὰ τοῦτο λάλησον αὐτοῖς καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἐκ τοῦ οἴκου Ἰσραήλ, ὃς ἂν θῇ τὰ διανοήματα αὐτοῦ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ καὶ τὴν κόλασιν τῆς ἀδικίας αὐτοῦ τάξῃ πρὸ προσώπου αὐτοῦ καὶ ἔλθῃ πρὸς τὸν προφήτην, ἐγὼ Κύριος ἀποκριθήσομαι αὐτῷ ἐν οἷς ἐνέχεται ἡ διάνοια αὐτοῦ,

Ιεζ. 14,4                    Δια τούτο ομίλησε και ειπέ προς αυτούς· αυτά λέγει, ο Κυριος· Καθε άνθρωπος από τον ισραηλιτικόν λαόν, ο οποίος θα θέση εις την καρδίαν του τους ιδικούς του συλλογισμούς και θα θελήση να δικαιολόγηση καθ εαυτόν τας αδικίας, που έχει διαπράξει, τολμήση δε να έλθη προς τον προφήτην, δια να υφαρπάση εκείνου την συγκατάθεσιν, εγώ ο Κυριος θα απαντήσω προς αυτόν και θα αποκαλύψω εκείνα, εις τα οποία είναι ένοχος η διάνοιά του και η καρδία του.

Ιεζ. 14,5            ὅπως πλαγιάση τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραὴλ κατὰ τὰς καρδίας αὐτῶν τὰς ἀπηλλοτριωμένας ἀπ᾿ ἐμοῦ ἐν τοῖς ἐνθυμήμασιν αὐτῶν.

Ιεζ. 14,5                     Ενας όμως ψευδοπροφήτης θα απαντήση κατά πλάγιον τρόπον στους Ισραηλίτας σύμφωνα με τας καρδίας αυτών, αι οποίαι καρδίαι των ευρίσκονται μακράν από εμέ εξ αιτίας των πονηρών επιθυμιών των.

Ιεζ. 14,6            διὰ τοῦτο εἰπὸν πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἐπιστράφητε καὶ ἀποστρέψατε ἀπὸ τῶν ἐπιτηδευμάτων ὑμῶν καὶ ἀπὸ πασῶν τῶν ἀσεβειῶν ὑμῶν καὶ ἐπιστρέψατε τὰ πρόσωπα ὑμῶν.

Ιεζ. 14,6                    Δια τούτο είπε προς τον ισραηλιτικόν λαόν· αυτά λέγει ο Κυριος· Επιστρέψατε προς εμέ, απομακρυνθήτε από τας πονηράς πράξεις και από όλας τας ασεβείας σας. Στρέψετε τα πρόσωπα σας προς τον Θεόν.

Ιεζ. 14,7            διότι ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἐκ τοῦ οἴκου Ἰσραὴλ καὶ ἐκ τῶν προσηλύτων τῶν προσηλυτευόντων ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὃς ἂν ἀπαλλοτριωθῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ θῆται τὰ ἐνθυμήματα αὐτοῦ ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ καὶ τὴν κόλασιν τῆς ἀδικίας αὐτοῦ τάξῃ πρὸ προσώπου αὐτοῦ καὶ ἔλθῃ πρὸς τὸν προφήτην τοῦ ἐπερωτῆσαι αὐτὸν ἐν ἐμοί, ἐγὼ Κύριος ἀποκριθήσομαι αὐτῷ ἐν ᾧ ἐνέχεται ἐν αὐτῷ.

Ιεζ. 14,7                     Διότι, ένας άνθρωπος από τον ισραηλιτικόν λαόν, όπως επίσης και από τους ξένους, οι οποίοι παρεπιδημούν και κατοικούν ανάμεσα στους Ισραηλίτας, εάν αποξενωθή από εμέ εξ αιτίας των αμαρτιών του και θέση τας πονηράς επιθυμίας του εις την καρδίαν του και ζη σύμφωνα με αυτάς και ευρίσκη πρόχειρον δια τον εαυτόν του την δικαιολογίαν των αδικιών του, εάν αυτός έλθη προς τον προφήτην να τον ερωτήση δι' εμέ, εγώ ο Κυριος θα αποκριθώ εις αυτόν και θα του φανερώσω εκείνα, εις τα οποία είναι ένοχος.

Ιεζ. 14,8            καὶ στηριῶ τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον καὶ θήσομαι αὐτὸν εἰς ἔρημον καὶ εἰς ἀφανισμὸν καὶ ἐξαρῶ αὐτὸν ἐκ μέσου τοῦ λαοῦ μου, καὶ ἐπιγνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 14,8                    Εγώ, ο Θεός, θα στρέψω το πρόσωπόν μου και θα στηρίξω απειλητικόν το βλέμμα μου εναντίον αυτού. Θα τον θέσω εις έρημον περιοχήν και θα εξαφανίσω αυτόν ανάμεσα από τον λαόν μου. Και τότε θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

Ιεζ. 14,9            καὶ ὁ προφήτης ἐὰν πλανηθῇ καὶ λαλήσῃ, ἐγὼ Κύριος πεπλάνηκα τὸν προφήτην ἐκεῖνον, καὶ ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ ἀφανιῶ αὐτόν ἐκ μέσου τοῦ λαοῦ μου Ἰσραήλ.

Ιεζ. 14,9                    Εάν ο προφήτης πλανηθή και πεπλανημένα ομιλήση, εγώ ο Κυριος επέτρεψα να πλανηθή ο προφήτης εκείνος. Θα απλώσω τιμωρόν την χείρά μου εναντίον αυτού και θα τον εξαφανίσω ανάμεσα από τον ισραηλιτικόν λαόν.

Ιεζ. 14,10           καὶ λήψονται τὴν ἀδικίαν αὐτῶν κατὰ τὸ ἀδίκημα τοῦ ἐπερωτῶντος, καὶ κατὰ τὸ ἀδίκημα ὁμοίως τῷ προφήτῃ ἔσται,

Ιεζ. 14,10                   Αυτοί θα πάρουν επάνω των το βάρος του σφάλματός των και την ανάλογον ποινήν. Το αδίκημα και η τιμωρία του προφήτου αυτού θα είναι όμοια προς το αδίκημα και την τιμωρίαν εκείνου, ο οποίος έρχεται να τον συμβουλευθή.

Ιεζ. 14,11           ὅπως μὴ πλανᾶται ἔτι ὁ οἶκος τοῦ Ἰσραὴλ ἀπ᾿ ἐμοῦ, καὶ ἵνα μὴ μιαίνωνται ἔτι ἐν πᾶσι τοῖς παραπτώμασιν αὐτῶν· καὶ ἔσονταί μοι εἰς λαόν, καὶ ἐγὼ ἔσομαι αὐτοῖς εἰς Θεόν, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 14,11                   Θα τιμωρή ο ψευδοπροφήτης, όπως και καθένας που έρχεται να του ζητήση συμβουλήν, δια να μη παραπλανάται πλέον ο ισραηλιτικός λαός και απομακρύνεται από εμέ. Δια να μη μολύνωνται πλέον οι Ισραηλίται με τα παραπτώματα αυτών. Τοτε δε θα είναι αυτοί λαός ιδικός μου και εγώ θα είμαι Θεός ιδικός των, λέγει ο Κυριος”.

Ιεζ. 14,12           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 14,12                   Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 14,13           υἱὲ ἀνθρώπου, γῆ ἐὰν ἁμάρτῃ μοι τοῦ παραπεσεῖν παράπτωμα καὶ ἐκτενῶν τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ συντρίψω αὐτῆς στήριγμα ἄρτου καὶ ἐξαποστελῶ ἐπ᾿ αὐτὴν λιμὸν καὶ ἐξαρῶ ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτήνη·

Ιεζ. 14,13                   “υιέ ανθρώπου, εάν οι κάτοικοι μιας χώρας αμαρτήσουν και περιπέσουν εις μεγάλα παραπτώματα, εγώ θα απλώσω τιμωρόν την χείρα μου εναντίον αυτής. Θα συντρίψω και θα εξαφανίσω τον άρτον, που είναι στήριγμα της ζωής των, θα εξαποστείλω εναντίον της χώρας αυτής λιμόν και θα εξολοθρεύσω από αυτήν ανθρώπους και κτήνη.

Ιεζ. 14,14           καὶ ἐὰν ὦσιν οἱ τρεῖς ἄνδρες οὗτοι ἐν μέσῳ αὐτῆς, Νῶε καὶ Δανιὴλ καὶ Ἰώβ, αὐτοὶ ἐν τῇ δικαιοσύνῃ αὐτῶν σωθήσονται, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 14,14                   Εάν όμως εις την χώραν αυτήν υπάρχουν έστω και τρεις ευσεβείς άνδρες, όπως άλλοτε ο Νώε, ο Δανιήλ, ο Ιώβ, αυτοί δια την ευσέβειάν των και την δικαιοσύνην των θα σωθούν, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 14,15           ἐὰν καὶ θηρία πονηρὰ ἐπάγω ἐπὶ τὴν γῆν καὶ τιμωρήσομαι αὐτὴν καὶ ἔσται εἰς ἀφανισμὸν καὶ οὐκ ἔσται ὁ διοδεύων ἀπὸ προσώπου τῶν θηρίων,

Ιεζ. 14,15                   Εάν δε στείλω θηρία άγρια εναντίον της χώρας αυτής, την τιμωρήσω και την εξολοθρεύσω δια των θηρίων, ώστε κανείς διαβάτης να μη τολμά να διέλθη δι' αυτής εξ αιτίας των κακών θηρίων,

Ιεζ. 14,16           καὶ οἱ τρεῖς ἄνδρες οὗτοι ἐν μέσῳ αὐτῆς ὦσι, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, εἰ υἱοὶ ἢ θυγατέρες σωθήσονται, ἀλλ᾿ ἢ αὐτοὶ μόνοι σωθήσονται, ἡ δὲ γῆ ἔσται εἰς ὄλεθρον.

Ιεζ. 14,16                   υπάρχουν δε εις την χώραν αυτήν έστω και τρεις άνδρες ευσεβείς, ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι ενώ οι υιοί και αι θυγατέρες της χώρας αυτής δεν θα σωθούν, οι τρεις ούτοι ευσεβείς άνδρες θα διασωθούν και η χώρα θα παραδοθή εις όλεθρον και εξαφανισμόν.

Ιεζ. 14,17           ἢ καὶ ῥομφαίαν ἐὰν ἐπάγω ἐπὶ τὴν γῆν ἐκείνην καὶ εἴπω· ῥομφαία διελθάτω διὰ τῆς γῆς, καὶ ἐξαρῶ ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος,

Ιεζ. 14,17                   Εάν εξαποστείλω φονικήν ρομφαίαν των εχθρών εναντίον των κατοίκων της χώρας εκείνης και είπω· η μάχαιρα ας πέραση δια μέσου της χώρας αυτής και έτσι εγώ εξολοθρεύσω από αυτήν όλους τους ανθρώπους και τα κατοικίδια ζώα,

Ιεζ. 14,18           καὶ οἱ τρεῖς ἄνδρες οὗτοι ἐν μέσῳ αὐτῆς, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, οὐ μὴ ῥύσωνται υἱοὺς οὐδὲ θυγατέρας, ἀλλ᾿ ἢ αὐτοὶ μόνοι σωθήσονται.

Ιεζ. 14,18                   υπάρχουν δε εις την χώραν αυτήν οι τρεις αυτοί ευσεβείς άνδρες, ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι δεν θα σωθούν, ούτε οι υιοί ούτε αι θυγατέρες αυτής, ειμή μόνον οι τρεις αυτοί άνδρες θα σωθούν.

Ιεζ. 14,19           ἢ καὶ θάνατον ἐπαποστείλω ἐπὶ τὴν γῆν ἐκείνην καὶ ἐκχεῶ τὸν θυμόν μου ἐπ᾿ αὐτὴν ἐν αἵματι τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος,

Ιεζ. 14,19                   Εάν εξαποστείλω εναντίον της χώρας αυτής θανατηφόρον επιδημικήν ασθένειαν και αφήσω να εκχυθή εναντίον της ο δίκαιος θυμός μου, και εξολοθρεύσω από αυτήν μέσα στο αίμα ανθρώπους και κτήνη,

Ιεζ. 14,20           καὶ Νῶε καὶ Δανιὴλ καὶ Ἰὼβ ἐν μέσῳ αὐτῆς, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἐὰν υἱοὶ ἢ θυγατέρες ὑπολειφθῶσιν, αὐτοὶ ἐν τῇ δικαιοσύνῃ αὐτῶν ῥύσονται τὰς ψυχὰς αὐτῶν.

Ιεζ. 14,20                  οι μεταξύ αυτών ευρισκόμενοι ευσεβείς άνδρες, όπως άλλοτε ο Νώε, ο Δανιήλ και ο Ιώβ, ορκίζομαι, λέγει ο Κυριος, ότι ούτε οι υιοί, ούτε αι θυγατέρες των αμαρτωλών κατοίκων θα διαφύγουν την καταστροφήν, ειμή μόνον οι τρεις λόγω της ευσεβείας των θα σώσουν την ζωήν των.

Ιεζ. 14,21           τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν δὲ καὶ τὰς τέσσαρας ἐκδικήσεις μου τὰς πονηράς, ῥομφαίαν καὶ λιμὸν καὶ θηρία πονηρὰ καὶ θάνατον, ἐξαποστείλω ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος

Ιεζ. 14,21                   Αυτά λέγει ο Κυριος· εάν και τας τέσσαρας αυτάς σκληράς τιμωρίας, εχθρικήν ρομφαίαν, λιμόν, άγρια θηρία, θανατηφόρους ασθενείας, εξαποστείλω εναντίον της Ιερουσαλήμ, δια να εξολοθρεύσω από αυτήν ανθρώπους και κτήνη,

Ιεζ. 14,22           καὶ ἰδοὺ ὑπολελειμμένοι ἐν αὐτῇ οἱ ἀνασεσωσμένοι αὐτῆς, οἳ ἐξάγουσιν ἐξ αὐτῆς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, ἰδοὺ αὐτοὶ ἐκπορεύονται πρὸς ὑμᾶς, καὶ ὄψεσθε τὰς ὁδοὺς αὐτῶν καὶ τὰ ἐνθυμήματα αὐτῶν καὶ μεταμεληθήσεσθε ἐπὶ τὰ κακά, ἃ ἐπήγαγον ἐπὶ Ἱερουσαλήμ, πάντα τὰ κακὰ ἃ ἐπήγαγαν ἐπ᾿ αὐτήν,

Ιεζ. 14,22                  ιδού, θα απομείνουν μερικοί από τους κατοίκους, οι οποίοι θα διασωθούν από την συμφοράν. Αυτοί θα βγάλουν υγιείς από την κατεστραμμένην και τιμωρημένην αυτήν πόλιν τους υιούς και τας θυγατέρας των, θα πορευθούν και θα ελθουν προς σας, οι οποίοι θα ευρίσκεσθε αιχμάλωτοι εις την χώραν των Χαλδαίων, θα γνωρίσετε την διαγωγήν των και τας επιθυμίας των καρδιών των και θα μετανοήσετε δια τας μεγάλας καταστροφάς, τας οποίας εγώ επέφερα εξ αιτίας σας εναντίον της Ιερουσαλήμ, δι' όλας τας συμφοράς εναντίον αυτής της πόλεως.

Ιεζ. 14,23           καὶ παρακαλέσουσιν ὑμᾶς, διότι ὄψεσθε τὰς ὁδοὺς αὐτῶν καὶ τὰ ἐνθυμήματα αὐτῶν, καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι οὐ μάτην πεποίηκα πάντα, ὅσα ἐποίησα ἐν αὐτῇ, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 14,23                  Οι ίδιοί με την παρουσίαν των θα σας παρηγορήσουν, διότι σεις θα ιδήτε τας οδούς της ζωής των και τας επιθυμίας των καρδιών των. Θα γνωρίσετε καλά και θα πεισθήτε, ότι εγώ δεν έστειλα όλα αυτά τα κακά εναντίον της πόλεως ματαίως και αδικαιολογήτως”, λέγει ο Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 15

 

Ιεζ. 15,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 15,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μο είπε·

Ιεζ. 15,2            καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, τί ἂν γένοιτο τὸ ξύλον τῆς ἀμπέλου ἐκ πάντων τῶν ξύλων τῶν κλημάτων τῶν ὄντων ἐν τοῖς ξύλοις τοῦ δρυμοῦ;

Ιεζ. 15,2                     “συ, υιέ ανθρώπου, εις τι νομίζεις ότι δύναται να χρησιμεύση η κληματόβεργα της αμπέλου εν συγκρίσει με τα αλλά κλωνάρια των δένδρων, που ευρίσκονται στο δάσος;

Ιεζ. 15,3            εἰ λήψονται ἐξ αὐτῆς ξύλον τοῦ ποιῆσαι εἰς ἐργασίαν; εἰ λήψονται ἐξ αὐτῆς πάσσαλον τοῦ κρεμάσαι ἐπ᾿ αὐτὸν πᾶν σκεῦος;

Ιεζ. 15,3                     Μηπως είναι δυνατόν να πάρουν οι άνθρωποι από μίαν κληματόβεργαν ξύλον και να το χρησιμοποιήσουν δια κάποιαν εργασίαν; Μηπως ημπορούν να κατασκευάσουν από αυτήν ένα πάσσαλον, δια να κρεμάσουν κάποιο σκεύος οικιακόν;

Ιεζ. 15,4            πάρεξ πυρὶ δέδοται εἰς ἀνάλωσιν, τὴν κατ᾿ ἐνιαυτὸν κάθαρσιν ἀπ᾿ αὐτῆς ἀναλίσκει τὸ πῦρ, καὶ ἐκλείπει εἰς τέλος· μὴ χρήσιμον ἔσται εἰς ἐργασίαν;

Ιεζ. 15,4                     Μονον ρίπτεται στο πυρ, δια να καή. Καθε δε χρόνον, που ο αμπελουργός καθαρίζει την άμπελον, τα κλήματά της τα κατατρώγει το πυρ και εξαφανίζονται εξ ολοκλήρου. Μηπως αυτά είναι δυνατόν να χρησιμεύσουν δια κάποιον άλλην εργασίαν;

Ιεζ. 15,5            οὐδὲ ἔτι αὐτοῦ ὄντος ὁλοκλήρου οὐκ ἔσται εἰς ἐργασίαν. μὴ ὅτι ἐὰν καὶ πῦρ αὐτὸ ἀναλώσῃ εἰς τέλος, εἰ ἔτι ἔσται εἰς ἐργασίαν;

Ιεζ. 15,5                     Εφ' όσον, όταν ακόμη ήτο κληματόβεργα, πριν καή, δεν ημπορούσε να χρησιμεύση ως εργαλείον κατάλληλον προς εργασίαν, πόσον μάλλον όταν το πυρ την καταστρέψη εξ ολοκλήρου, δεν θα είναι κατάλληλον μέσον προς εργασίαν;

Ιεζ. 15,6            διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· ὃν τρόπον τὸ ξύλον τῆς ἀμπέλου ἐν τοῖς ξύλοις τοῦ δρυμοῦ, ὃ δέδωκα αὐτὸ πυρὶ εἰς ἀνάλωσιν, οὕτως δέδωκα τοὺς κατοικοῦντας Ἱερουσαλήμ.

Ιεζ. 15,6                     Δια τούτο ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· Οπως η κληματόβεργα, εν συγκρίσει προς τα ξύλα του δάσους, παραδίδεται αυτή κυρίως εις την φωτιάν προς καταστροφήν, ετσι και εγώ θα παραδώσω εις αφανισμόν τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ.

Ιεζ. 15,7            καὶ δώσω τὸ πρόσωπόν μου ἐπ᾿ αὐτούς· ἐκ τοῦ πυρὸς ἐξελεύσονται, καὶ πῦρ αὐτοὺς καταφάγεται, καὶ ἐπιγνώσονται ὅτι ἐγὼ Κύριος ἐν τῷ στηρίσαι με τὸ πρόσωπόν μου ἐπ᾿ αὐτούς.

Ιεζ. 15,7                     Θα στρέψω το πρόσωπόν μου απειλητικόν εναντίον των. Μερικοί από αυτούς θα διασωθούν από την φωτιάν, αλλά εν τέλει και αυτούς θα τους καταφάγη το πυρ. Οταν, λοιπόν, εγώ στρέψω τιμωρόν το πρόσωπόν μου εναντίον αυτών, θα μάθουν όλοι ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

Ιεζ. 15,8            καὶ δώσω τὴν γῆν εἰς ἀφανισμόν, ἀνθ᾿ ὧν παρέπεσον παραπτώματι, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 15,8                     Θα παραδώσω την χώραν των Ισραηλιτών εις καταστροφήν και όλεθρον εξ αιτίας των μεγάλων αυτών παραπτωμάτων, εις τα οποία έχουν περιπέσει”, λέγει ο Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 16

 

Ιεζ. 16,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 16,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε

Ιεζ. 16,2            υἱὲ ἀνθρώπου, διαμάρτυραι τῇ Ἱερουσαλὴμ τὰς ἀνομίας αὐτῆς

Ιεζ. 16,2                    “υιέ ανθρώπου, με έντονον διαμαρτυρίαν κατάστησε γνωστάς εις την Ιερουσαλήμ τας αμαρτίας της,

Ιεζ. 16,3            καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος τῇ Ἱερουσαλήμ· ἡ ῥίζα σου καὶ ἡ γένεσίς σου ἐκ γῆς Χαναάν, ὁ πατήρ σου Ἀμοῤῥαῖος, καὶ ἡ μήτηρ σου Χετταία.

Ιεζ. 16,3                     και θα πης προς αυτήν αυτά λέγει. ο Κυριος εις την Ιερουσαλήμ· Η ρίζα σου και η καταγωγή σου προέρχονται από την γην Χαναάν, ο πατέρας σου είναι Αμορραίος, η μητέρα σου είναι Χετταία.

Ιεζ. 16,4            καὶ ἡ γένεσίς σου, ἐν ᾗ ἡμέρᾳ ἐτέχθης, οὐκ ἔδησας τοὺς μαστούς σου καί ἐν ὕδατι οὐκ ἐλούσθης, οὐδὲ ἁλὶ ἡλίσθης καὶ ἐν σπαργάνοις οὐκ ἐσπαργανώθης,

Ιεζ. 16,4                    Κατά δε την ημέραν, κατά την οποίαν εγεννήθης, δεν εδέθη το στήθος σου, δεν έλούσθης με νερό, δεν σε έτριψαν με άλατι και δεν εσπαργανώθης εις σπάργανα.

Ιεζ. 16,5            οὐδὲ ἐφείσατο ὁ ὀφθαλμός μου ἐπὶ σοὶ τοῦ ποιῆσαί σοι ἓν ἐκ πάντων τούτων, τοῦ παθεῖν τι ἐπὶ σοί, καὶ ἀπεῤῥίφης ἐπὶ πρόσωπον τοῦ πεδίου τῇ σκολιότητι τῆς ψυχῆς σου ἐν ἡμέρᾳ, ᾗ ἐτέχθης.

Ιεζ. 16,5                     Δεν σε ελυπήθη το μάτι μου, ώστε να σου προσφέρω μίαν από τας περιποιήσεις αυτάς. Δεν έδειξα κάποιαν προς σε συμπάθειαν. Εξ αιτίας της διεστραμμένης καρδίας σου απερρίφθης εις ανοικτήν πεδιάδα κατά την ημέραν της γεννήσεώς σου.

Ιεζ. 16,6            καὶ διῆλθον ἐπὶ σὲ καὶ εἶδόν σε πεφυρμένην ἐν τῷ αἵματί σου καὶ εἶπά σοι· ἐκ τοῦ αἵματός σου ζωή·

Ιεζ. 16,6                    Και όμως εγώ επέρασα κοντά σου. Σε είδα αιμόφυρτον με το ίδιο σου το αίμα και είπα προς σε· από το αίμα σου θα προέλθη η ζωή·

Ιεζ. 16,7            πληθύνου, καθὼς ἡ ἀνατολὴ τοῦ ἀγροῦ δέδωκά σε· καὶ ἐπληθύνθης καὶ ἐμεγαλύνθης καὶ εἰσῆλθες εἰς πόλεις πόλεων· οἱ μαστοί σου ἀνωρθώθησαν, καὶ ἡ θρίξ σου ἀνέτειλε, σὺ δὲ ἦσθα γυμνὴ καὶ ἀσχημονοῦσα.

Ιεζ. 16,7                     αυξήσου εις πληθυσμόν. Σε έκαμα να αναβλαστήσης, όπως η χλόη του αγρού. Και επληθύνθης, εμεγάλωσες, εδοξάσθης, εισήλθες εις πόλεις πολλάς. Οι μαστοί σου ωρθώθησαν, η κόμη της κεφαλής σου έγινε πλούσια. Συ όμως ήσουνα τελείως γυμνή, ακάλυπτος και ασχημονούσα.

Ιεζ. 16,8            καὶ διῆλθον διὰ σοῦ καὶ εἶδόν σε, καὶ ἰδοὺ καιρός σου καὶ καιρὸς καταλυόντων, καὶ διεπέτασα τὰς πτέρυγάς μου ἐπὶ σὲ καὶ ἐκάλυψα τὴν ἀσχημοσύνην σου· καὶ ὤμοσά σοι καὶ εἰσῆλθον ἐν διαθήκῃ μετὰ σοῦ, λέγει Κύριος, καὶ ἐγένου μοι.

Ιεζ. 16,8                    'Επερασα κοντά σου και σε είδα. Ιδού, ήλθεν ο καιρός σου, ο καιρός του γάμου σου, να ιδρύσης οικογένειαν. Απλωσα επάνω σου τας πτέρυγάς μου και εσκέπασα την ασχημίαν της γυμνότητός σου. Ωρκίσθην προς σέ, συνήψα μαζή σου διαθήκην, λέγει ο Κυριος, και έγινες έτσι ιδική μου.

Ιεζ. 16,9            καὶ ἔλουσά σε ἐν ὕδατι καὶ ἀπέπλυνα τὸ αἷμά σου ἀπὸ σοῦ καὶ ἔχρισά σε ἐν ἐλαίῳ

Ιεζ. 16,9                    Σε ελούσά με καθαρό νερό, απέπλυνα και εκαθάρισα το αίμά σου, σε ήλειψα με αρωματικόν έλαιον.

Ιεζ. 16,10           καὶ ἐνέδυσά σε ποικίλα καὶ ὑπέδυσά σε ὑάκινθον καὶ ἔζωσά σε βύσσῳ καὶ περιέβαλόν σε τριχάπτῳ

Ιεζ. 16,10                   Σε ενέδυσα με πολύχρωμα ενδύματα, σου έδωσα εσώρρουχα υακίνθινα, σε περιέζωσα με ζώνην από βύσσον, σε περιέβαλα με λεπτόν μετάξινον μανδύαν.

Ιεζ. 16,11           καὶ ἐκόσμημά σε κόσμῳ καὶ περιέθηκα ψέλια περὶ τὰς χεῖράς σου καὶ κάθεμα περὶ τὸν τράχηλόν σου

Ιεζ. 16,11                   Σε εστόλισα με κοσμήματα. Εθεσα βραχιόλια εις τα χέρια σου και περιδέραιον στον τράχηλόν σου.

Ιεζ. 16,12           καὶ ἔδωκα ἐνώτιον περὶ τὸν μυκτῆρά σου καὶ τροχίσκους ἐπὶ τὰ ὦτά σου καὶ στέφανον καυχήσεως ἐπὶ τὴν κεφαλήν σου.

Ιεζ. 16,12                   Σου εδωσα δακτυλίδι δια τους ρώθωνάς σου, σκουλαρίκια δια τα αυτιά σου και λαμπρόν στέφανον επάνω εις την κεφαλήν σου.

Ιεζ. 16,13           καὶ ἐκοσμήθης χρυσίῳ καὶ ἀργυρίῳ, καὶ τὰ περιβόλαιά σου βύσσινα καὶ τρίχαπτα καὶ ποικίλα· σεμίδαλιν καὶ ἔλαιον καὶ μέλι ἔφαγες καὶ ἐγένου καλή σφόδρα.

Ιεζ. 16,13                   Εστολίσθης με χρυσόν και άργυρον, τα δε φορέματά, σου ήσαν κατασκευασμένα αυτό βύσσον και οι μανδύαι σου αυτό πολύχρωμον μέταξαν. Εφαγες σημιγδάλι και λάδι και μέλι και έγινες τάρα πολύ ωραία.

Ιεζ. 16,14           καὶ ἐξῆλθέ σου ὄνομα ἐν τοῖς ἔθνεσιν ἐν τῷ κάλλει σου, διότι συντετελεσμένον ἦν ἐν εὐπρεπείᾳ ἐν τῇ ὡραιότητι, ᾗ ἔταξα ἐπὶ σέ, λέγει Κύριος. -

Ιεζ. 16,14                   Δια την ωραιότητά σου η φήμη του ονόματός σου διεδόθη μεταξύ των διαφόρων εθνών. Διότι τέλειον και άρτιον ήτο το κάλλος της ωραιότητάς σου, το οποίον εγώ σου έδωσα, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 16,15           Καὶ ἐπεποίθεις ἐν τῷ κάλλει σου καὶ ἐπόρνευσας ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου καὶ ἐξέχεας τὴν πορνείαν σου ἐπὶ πάντα πάροδον, ὃ οὐκ ἔσται.

Ιεζ. 16,15                   Συ όμως εκυριεύθης από αλαζονείαν και αυτοπεποίθησιν δια το κάλλος σου και εκμεταλλευόμενη την φήμην σου εξετράπης εις ειδωλολατρικην πορνείαν. Προσέφερες την αμαρτωλότητά σου προς κάθε διεύθυνσιν, πράγμα το οποίον δεν έπρεπε ποτε να γίνη.

Ιεζ. 16,16           καὶ ἔλαβες ἐκ τῶν ἱματίων σου καὶ ἐποίησας σεαυτῇ εἴδωλα ῥαπτὰ καὶ ἐξεπόρνευσας ἐπ᾿ αὐτά· καὶ οὐ μὴ εἰσέλθῃς, οὐδὲ μὴ γένηται.

Ιεζ. 16,16                   Επρες μερικά από τα φορέματά σου, τα έρραψες και κατεσκεύασες δια τα είδωλα σκηνάς και εκεί παρεδόθης εις πορνείαν. Δεν έπρεπε να εισέλθης εκεί και δεν έπρεπε να γίνη κάτι τέτοιο.

Ιεζ. 16,17           καὶ ἔλαβες τὰ σκεύη τῆς καυχήσεώς σου ἐκ τοῦ χρυσίου μου καὶ ἐκ τοῦ ἀργυρίου μου, ἐξ ὧν ἔδωκά σοι καὶ ἐποίησας σεαυτῇ εἰκόνας ἀρσενικὰς καὶ ἐξεπόρνευσας ἐν αὐταῖς·

Ιεζ. 16,17                   Επρες τα ωραιότατα κοσμήματά σου, τα οποία είχαν φιλοτεχνηθή από ιδικά μου χρυσίον και αργύριον, που εγώ σου είχα δώσει, και κατεσκεύασες δια τον εαυτόν σου ειδωλολατρικάς αρσενικάς εικόνας και παρεδόθης ενώπιον αυτών εις την αμαρτωλότητα.

Ιεζ. 16,18           καὶ ἔλαβες τὸν ἱματισμὸν τὸν ποικίλον σου καὶ περιέβαλες αὐτὰ καὶ τὸ ἔλαιόν μου καὶ τὸ θυμίαμά μου ἔθηκας πρὸ προσώπου αὐτῶν·

Ιεζ. 16,18                   Επρες τα πολύτιμα φορέματά σου και με αυτά ενέδυσες τα είδωλα και το έλαιόν μου και το θυμίαμά μου τα έθεσε εμπρός εις τα είδωλα.

Ιεζ. 16,19           καὶ τοὺς ἄρτους μου, οὓς ἔδωκά σοι, σεμίδαλιν καὶ ἔλαιον καὶ μέλι ἐψώμισά σε καὶ ἔθηκας αὐτὰ πρὸ προσώπου αὐτῶν εἰς ὀσμήν εὐωδίας· καὶ ἐγένετο, λέγει Κύριος,

Ιεζ. 16,19                   Τους άρτου μου, τους οποίους εγώ σου είχα δώσει σημιγδάλι και έλαιον και μέλι, με τα οποία σε έθρεψα, τα έθεσες ενώπιον των ειδώλων, δια να αισθανθούν εκείνα οσμήν ευωδίας. Συνέβη όμως και κάτι άλλο φοβερώτερον, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 16,20           καὶ ἔλαβες τοὺς υἱούς σου καὶ τὰς θυγατέρας σου, ἃς ἐγέννησας, καὶ ἔθυσας αὐτὰ αὐτοῖς εἰς ἀνάλωσιν, ὡς μικρὰ ἐξεπόρνευσας,

Ιεζ. 16,20                  Επρες τους υιούς σου και τας θυγατέρας σου, τας οποίας εγέννησες, και τα προσέφερες θυσίαν ολοκαυτώματος εις τα είδωλα. Είναι, λοιπόν, μικρά αυτή η αποστασία και η παρασπονδία σου;

Ιεζ. 16,21           καὶ ἔσφαξας τὰ τέκνα σου καὶ ἔδωκας αὐτὰ ἐν τῷ ἀποτροπιάζεσθαί σε ἐν αὐτοῖς.

Ιεζ. 16,21                   Εσφαξες τα τέκνα σου και τα παρέδωσες εις την φωτιάν προς τιμήν των ειδώλων δια μίαν αποτροπαίαν εξιλεωσίν σου.

Ιεζ. 16,22           τοῦτο παρὰ πᾶσαν τὴν πορνείαν σου, καὶ οὐκ ἐμνήσθης τῆς νηπιότητός σου, ὅτε ἦσθα γυμνὴ καὶ ἀσχημονοῦσα καὶ πεφυρμένη ἐν τῷ αἵματί σου ἔζησας.

Ιεζ. 16,22                  Και μέσα εις όλα αυτά τα βδελυρά σου έργα δεν ενεθυμήθης την νηπιακήν σου ηλικίαν, όταν δηλαδή ήσουνα γυμνή, συχαμερή, αιμόφυρτος και ότι έζησες, διότι εγώ σε επροστάτευσα.

Ιεζ. 16,23           καὶ ἐγένετο μετὰ πάσας τὰς κακίας σου, λέγει Κύριος,

Ιεζ. 16,23                  Επειτα δε από όλας αυτάς τας φοβεράς παρανομίας σου, λέγει ο Κυριος,

Ιεζ. 16,24           καὶ ᾠκοδόμησας σεαυτῇ οἴκημα πορνικὸν καὶ ἐποίησας σεαυτῇ ἔκθεμα ἐν πάσῃ πλατείᾳ

Ιεζ. 16,24                  οικοδόμησες δια τον εαυτόν σου, ειδωλολατρικόν ναόν φαυλότητος. Εκτισες δια τον εαυτόν σου εις κάθε πλατείαν δημόσια πορνικά οικήματα.

Ιεζ. 16,25           καὶ ἐπ᾿ ἀρχῆς πάσης ὁδοῦ ᾠκοδόμησας τὰ πορνεῖά σου καὶ ἐλυμήνω τὸ κάλλος σου καὶ διήγαγες τὰ σκέλη σου παντὶ παρόδῳ καὶ ἐπλήθυνας τὴν πορνείαν σου·

Ιεζ. 16,25                  Και εις την είσοδον κάθε οδού και τας γωνίας της πόλεώς σου οικοδόμησες ειδωλολατρικά κτίρια φαυλότητας και εμόλυνες κατ' αυτόν τον τρόπον το κάλλος σου. Ηνοιξες τα σκέλη σου εις κάθε διαβάτην και επλήθυνες πολύ την αμαρτωλότητά σου.

Ιεζ. 16,26           καὶ ἐξεπόρνευσας ἐπὶ τοὺς υἱοὺς Αἰγύπτου τοὺς ὁμοροῦντάς σοι τοὺς μεγαλοσάρκους καὶ πολλαχῶς ἐξεπόρνευσας τοῦ παροργίσαι με.

Ιεζ. 16,26                  Παρεδόθης εις την αμαρτωλότητά σου με τους γείτονας και παχυσάρκους Αιγυπτίους. Με ποικίλους τρόπους παρεδόθης μαζή των εις πορνείαν, ώστε να με κάμης να οργισθώ εναντίον σου.

Ιεζ. 16,27           ἐὰν δὲ ἐκτείνω τὴν χεῖρά μου ἐπὶ σέ, καὶ ἐξαρῶ τὰ νόμιμά σου καὶ παραδώσω εἰς ψυχὰς μισούντων σε, θυγατέρας ἀλλοφύλων τὰς ἐκκλινούσας σε ἐκ τῆς ὁδοῦ σου, ἧς ἠσέβησας.

Ιεζ. 16,27                  Ιδού όμως ότι εγώ θα απλώσω κατά αμετάκλητον απόφασίν μου την τιμωρόν δεξιάν μου εναντίον σου. Θα ξερριζώσω και θα πετάξω τα νόμιμα δικαιώματά σου και θα σε παραδώσω εις ανθρώπους, οι οποίοι σε μισούν, εις πόλεις των Φιλισταίων, των οποίων οι κάτοικοι, όταν βλέπουν την φοβεράν ασέβειαν εις την οποίαν εξετράπης, κοκκινίζουν από έντροπην και αλλάζουν διεύθυνσιν.

Ιεζ. 16,28           καὶ ἐξεπόρνευσας ἐπὶ τὰς θυγατέρας Ἀσσοὺρ καὶ οὐδ᾿ οὕτως ἐνεπλήσθης· καὶ ἐξεπόρνευσας καὶ οὐκ ἐνεπίπλω.

Ιεζ. 16,28                  Παρεδόθης εις αναιδεστάτην πορνείαν εις τας πόλεις των Ασσυρίων και ούτε έτσι εχόρτασες. Εξεπόρνευσες ειδωλολατρικώς, χωρίς και να χορτάσης ποτέ.

Ιεζ. 16,29           καὶ ἐπλήθυνας τὰς διαθήκας σου πρὸς γῆν Χαλδαίων καὶ οὐδὲ ἐν τούτοις ἐνεπλήσθης.

Ιεζ. 16,29                  Επολλαπλασίασες τας συμφωνίας σου με τους ειδωλολάτρας της γης των Χαλδαίων, αλλά ούτε και με αυτό εχόρτασες.

Ιεζ. 16,30           τί διαθῶ τὴν θυγατέρα σου, λέγει Κύριος, ἐν τῷ ποιῆσαί σε πάντα ταῦτα, ἔργα γυναικὸς πόρνης; καὶ ἐξεπόρνευσας τρισσῶς ἐν ταῖς θυγατράσι σου·

Ιεζ. 16,30                  Τι είδους διαθήκην θα συνάψω, ω Ιερουσαλήμ, με σε και πως τώρα θα φερθώ στους κατοίκους σου, οι οποίοι διέπραξαν όλα αυτά τα βρωμερά έργα, έργα πόρνης γυναικός; Συ, Ιερουσαλήμ, δια των κατοίκων σου εξεπόρνευσας πάρα πολύ.

Ιεζ. 16,31           τὸ πορνεῖον ᾠκοδόμησας ἐν πάσῃ ἀρχῇ ὁδοῦ καὶ τὴν βάσιν σου ἐποίησας ἐν πάσῃ πλατείᾳ καὶ ἐγένου ὡς πόρνη συνάγουσα μισθώματα.

Ιεζ. 16,31                   Εις την αρχήν της κάθε οδού οικοδόμησες ειδωλολατρικόν πορνείον και έκτισες κεντρικούς ειδωλολατρικούς ναούς εις κάθε πλατείαν. Ετσι δε έγινες μία πραγματική αμαρτωλός γυναίκα, η οποία παίρνει μισθόν δια τας εκτροπάς της.

Ιεζ. 16,32           ἡ γυνὴ ἡ μοιχωμένη ὁμοία σοι παρὰ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς λαμβάνουσα μισθώματα·

Ιεζ. 16,32                  Εγινες μία μοιχαλίς, η οποία παίρνει δωρεάς από τον σύζυγόν της, αλλά τας δίδει στους ξένους άνδρας ως αμοιβήν της αμαρτωλότητός της !

Ιεζ. 16,33           πᾶσι τοῖς ἐκπορνεύσασιν αὐτὴν προσεδίδου μισθώματα, καὶ σὺ δέδωκας μισθώματα πᾶσι τοῖς ἐρασταῖς σου καὶ ἐφόρτιζες αὐτοὺς τοῦ ἔρχεσθαι πρός σε κυκλόθεν ἐν τῇ πορνείᾳ σου.

Ιεζ. 16,33                  Εις όλας τας εκπορνευομένας γυναίκας δίδουν συνήθως οι άνδρες τον μισθόν των. Συ όμως έδωσες εις όλους τους έραστάς σου αμοιβάς και τους υπεχρέωνες να έρχωνται εις επικοινωνίαν προς σε από όλα τα γύρω μέρη.

Ιεζ. 16,34           καὶ ἐγένετο ἐν σοὶ διεστραμμένον παρὰ τὰς γυναῖκας ἐν τῇ πορνείᾳ σου, καὶ μετὰ σοῦ πεπορνεύκασιν ἐν τῷ προσδιδόναι σε μισθώματα, καὶ σοὶ μισθώματα οὐκ ἐδόθη, καὶ ἐγένετο ἐν σοὶ διεστραμμένα. -

Ιεζ. 16,34                  Εγινε δηλαδή με σε κάτι το παράδοξον και αντίθετον από ο,τι συνήθως γίνεται με τας αμαρτωλάς γυναίκας. Συ, δηλαδή, έδινες αμοιβάς εις εκείνους, οι οποίοι ημάρταναν μαζή σου και δεν έδιδαν εκείνοι εις σε αμοιβήν. Ετσι δε φοβερά και διεστραμμένα συνέβησαν με σένα.

Ιεζ. 16,35           Διὰ τοῦτο, πόρνη, ἄκουε λόγον Κυρίου·

Ιεζ. 16,35                  Δια τούτο, συ, η πόρνη, άκουσε τώρα τον λόγον του Κυρίου.

Ιεζ. 16,36           τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐξέχεας τὸν χαλκόν σου, καὶ ἀποκαλυφθήσεται ἡ αἰσχύνη ἐν τῇ πορνείᾳ σου πρὸς τοὺς ἐραστάς σου καὶ εἰς πάντα τὰ ἐνθυμήματα τῶν ἀνομιῶν σου καὶ ἐν τοῖς αἵμασι τῶν τέκνων σου, ὧν ἔδωκας αὐτοῖς.

Ιεζ. 16,36                  Αυτά λέγει ο Κυριος· επειδή διεσκόρπισες τα χρήματά σου και δια της πορνείας σου με τους έραστάς σου αναισχύντως απεκάλυψες την εντροπήν της γυμνότητός σου, δι' όλα τα έργα των παρανόμων επιθυμιών σου, δια τα αίματα των τέκνων σου, τα οποία παρέδωκες εις θυσίαν,

Ιεζ. 16,37           διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ σὲ συνάγω πάντας τοὺς ἐραστάς σου, ἐν οἷς ἐπεμίγης ἐν αὐτοῖς καὶ πάντας, οὓς ἠγάπησας, σὺν πᾶσιν, οἷς ἐμίσεις· καὶ συνάξω αὐτοὺς ἐπὶ σὲ κυκλόθεν καὶ ἀποκαλύψω τὰς κακίας σου πρὸς αὐτούς, καὶ ὄψονται πᾶσαν τὴν αἰσχύνην σου·

Ιεζ. 16,37                  δια τούτο εγώ θα εξεγείρω και θα επιφέρω εναντίον σου όλους τους εραστάς σου, με τους οποίους ήλθες εις μίξιν, και όλους εκείνους τους οποίους συ ηγαπησες, και όλους εκείνους τους οποίους συ εμισησες. Θα συναθροίσω γύρω σου και εναντίον σου όλους αυτούς και θα φανερώσω εις αυτούς τας κακίας σου και θα ιδούν και θα γνωρίσουν όλην την καταισχύνην σου.

Ιεζ. 16,38           καὶ ἐκδικήσω σε ἐκδικήσει μοιχαλίδος καὶ ἐκχεούσης αἷμα καὶ θήσω σε ἐν αἵματι θυμοῦ καὶ ζήλου.

Ιεζ. 16,38                  Θα σε τιμωρήσω με την τιμωρίαν, που επιβάλλεται εναντίον της μοιχαλίδος, και εναντίον εκείνης που χύνει αίμα. Θα σε παραδώσω εις φονικόν θυμόν και ζηλοτυπίαν.

Ιεζ. 16,39           καὶ παραδώσω σε εἰς χεῖρας αὐτῶν, καὶ κατασκάψουσι τὸ πορνεῖόν σου καὶ καθελοῦσι τὴν βάσιν σου, καὶ ἐκδύσουσί σε τὰ ἱμάτιά σου καὶ λήψονται τὰ σκεύη τῆς καυχήσεώς σου καί ἀφήσουσί σε γυμνὴν καὶ ἀσχημονοῦσαν.

Ιεζ. 16,39                  Θα σε παραδώσω εις τα χέρια των και αυτοί θα κατασκάψουν τα δαιμονικά τεμένη της αμαρτωλότητός σου. Θα κρημνίσουν τον ειδωλικόν σου ναόν. Θα σε γυμνώσουν από τα πολύτιμα φορέματά σου. Θα πάρουν τα λαμπρά κοσμήματά σου και θα σε αφήσουν εντελώς γυμνήν και συχαμερήν.

Ιεζ. 16,40           καὶ ἄξουσιν ἐπὶ σὲ ὄχλους καὶ λιθοβολήσουσί σε ἐν λίθοις καὶ κατασφάξουσί σε ἐν τοῖς ξίφεσιν αὐτῶν.

Ιεζ. 16,40                  Αυτοί οι εχθροί σου θα οδηγήσουν εναντίον σου όχλους, οι οποίοι και θα σε κτυπήσουν με λίθους, θα σε κατασφάξουν με τα ξίφη των.

Ιεζ. 16,41           καὶ ἐμπρήσουσι τοὺς οἴκους σου πυρὶ καὶ ποιήσουσιν ἐν σοὶ ἐκδικήσεις ἐνώπιον γυναικῶν πολλῶν· καὶ ἀποστρέψω σε ἐκ τῆς πορνείας σου, καὶ μισθώματα οὐ μὴ δῷς οὐκέτι.

Ιεζ. 16,41                   Θα παραδώσουν στο πυρ τα σπίτια σου, θα σε τιμωρήσουν υπό τα όμματα πλήθους γυναικών, πλήθους άλλων πόλεων, θα σε απομακρύνω βιαίως από την αμαρτωλότητά σου και θα θέσω τέρμα εις τας πορνείας σου και δεν θα δώσης πλέον αμοιβάς στους εραστάς σου.

Ιεζ. 16,42           καὶ ἐπαφήσω τὸν θυμόν μου ἐπὶ σέ, καὶ ἐξαρθήσεται ὁ ζῆλός μου ἐκ σοῦ, καὶ ἀναπαύσομαι καὶ σὺ μὴ μεριμνήσω οὐκέτι.

Ιεζ. 16,42                  Θα αφήσω να εκσπάση εναντίον σου ο δίκαιος θυμός μου. Θα φύγη και θα διαλυθή εντελώς η μεγάλη μου αγάπη προς σέ. Θα αναπαυθώ πλέον και δεν θα έχω καμμίαν απολύτως δια σε μέριμναν.

Ιεζ. 16,43           ἀνθ᾿ ὧν οὐκ ἐμνήσθης τῆς νηπιότητός σου καὶ ἐλύπεις με ἐν πᾶσι τούτοις, καὶ ἰδοὺ ἐγὼ τὰς ὁδούς σου εἰς κεφαλήν σου δέδωκα, λέγει Κύριος· καὶ οὕτως ἐποίησας τὴν ἀσέβειαν ἐπὶ πάσαις ταῖς ἀνομίαις σου.

Ιεζ. 16,43                  Ολα δε αυτά, διότι δεν ενεθυμήθης τας ευεργεσίας, τας οποίας εγώ από της νηπιότητός σου έκαμα, και συνεχώς με ελυπούσες με όλας τας παρανομίας σου. Ιδού, λοιπόν, ότι εγώ έχω ρίψει τώρα επάνω στο κεφάλι σου τας τιμωρίας των παρανομιών σου, λέγει ο Κυριος. Διότι συ διέπραξες τρομεράν ειδωλολατρικήν ασέβειαν με όλα τα παράνομα έργα σου.

Ιεζ. 16,44           ταῦτά ἐστι πάντα, ὅσα εἶπαν κατὰ σοῦ ἐν παραβολῇ λέγοντες· καθὼς ἡ μήτηρ,

Ιεζ. 16,44                  Αυτά είναι όλα εκείνα, τα οποία είπα ότι θα συμβούν εις βάρος σου, σύμφωνα και με τον παραβολικόν νόμον· “κατά την μητέρα

Ιεζ. 16,45           καὶ ἡ θυγάτηρ· θυγάτηρ τῆς μητρός σου σὺ εἶ ἡ ἀπωσαμένη τὸν ἄνδρα αὐτῆς καὶ τὰ τέκνα αὐτῆς καὶ ἀδελφοὶ τῶν ἀδελφῶν σου τῶν ἀπωσαμένων τοὺς ἄνδρας αὐτῶν καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν· ἡ μήτηρ ὑμῶν Χετταία, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν Ἀμοῤῥαῖος.

Ιεζ. 16,45                  και η κόρη”. Είσαι θυγάτηρ της μητρός σου, οποία απώθησε και εγκατέλειψε τον σύζυγόν της και τα τέκνα της. Είσαι αδελφή των αδελφών σου, αι ποίαι απώθησαν και εγκατέλειψαν τους συζύγους των και τα τέκνα των. Η μήτηρ σας είναι Χετταία και ο πατήρ σας είναι Αμορραίος.

Ιεζ. 16,46           ἡ ἀδελφὴ ὑμῶν ἡ πρεσβυτέρα Σαμάρεια, αὐτὴ καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς, ἡ κατοικοῦσα ἐξ εὐωνύμων σου· καὶ ἡ ἀδελφή σου ἡ νεωτέρα σου ἡ κατοικοῦσα ἐκ δεξιῶν σου Σόδομα καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς.

Ιεζ. 16,46                  Μεγαλύτερα σας αδελφή είναι η Σαμάρεια· αυτή και αι κωμοπόλεις της, που ευρίσκονται αριστερά σου· νεωτέρα σου αδελφή, η οποία κατοικεί εκ δεξιών σου, είναι τα Σοδομα και αι κωμοπόλεις των.

Ιεζ. 16,47           καὶ οὐδ᾿ ὧς ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν ἐπορεύθης, οὐδὲ κατὰ τὰς ἀνομίας αὐτῶν ἐποίησας· παρὰ μικρὸν καὶ ὑπέρκεισαι αὐτὰς ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς σου.

Ιεζ. 16,47                  Και δεν είναι μόνον ότι εβαδισες τας παρανόμους οδούς εκείνων, ούτε ότι ηρκέσθης να διαπράξης τας παρανομίας των, αλλά υπερέβαλες αυτάς εις όλας τας παρανόμους οδούς σου.

Ιεζ. 16,48           ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, εἰ πεποίηκε Σόδομα ἡ ἀδελφή σου, αὐτὴ καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς, ὃν τρόπον ἐποίησας σὺ καὶ αἱ θυγατέρες σου.

Ιεζ. 16,48                  Ορκίζομαι, λέγει ο Κυριος, και διαβεβαιώνω ότι η αδελφή σου, η πόλις των Σοδόμων και αι κωμοπόλεις της, δεν διέπραξαν τας παρανομίας, τας οποίας διέπραξας συ, ω Ιερουσαλήμ, και αι κωμοπόλεις σου.

Ιεζ. 16,49           πλὴν τοῦτο τὸ ἀνόμημα Σοδόμων τῆς ἀδελφῆς σου, ὑπερηφανία· ἐν πλησμονῇ ἄρτων καὶ ἐν εὐθηνίᾳ οἴνου ἐσπατάλων αὐτὴ καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς. τοῦτο ὑπῆρχεν αὐτῇ καὶ ταῖς θυγατράσιν αὐτῆς, καὶ χεῖρα πτωχοῦ καὶ πένητος οὐκ ἀντελαμβάνοντο.

Ιεζ. 16,49                  Αλλα η παρανομία των Σοδόμων, της αδελφής σου αυτής πόλεως, ήτο η υπερηφάνεια. Μέσα εις την αφθονίαν των άρτων και του οίνου και των υλικών αγαθών εζούσεν αυτή και αι κωμοπόλεις της μίαν άσωτον και σπάταλον ζωήν. Επί πλέον υπήρχεν εις αυτήν και εις τας κωμοπόλεις της και σκληρότης, διότι δεν έδιδον εις απλωμένον χέρι του πτωχού και του πένητος καμμίαν βοήθειαν.

Ιεζ. 16,50           καὶ ἐμεγαλαύχουν καὶ ἐποίησαν ἀνομήματα ἐνώπιον ἐμοῦ, καὶ ἐξῇρα αὐτὰς καθὼς εἶδον.

Ιεζ. 16,50                  Ησαν καυχηματίαι και ημάρταναν αναιδώς ενώπιόν μου. Επειδή δε εγώ έβλεπα την παράνομον αυτήν ζωήν των, τους κατέστρεψα.

Ιεζ. 16,51           καὶ Σαμάρεια κατὰ τὰς ἡμίσεις τῶν ἁμαρτιῶν σου οὐχ ἥμαρτε· καὶ ἐπλήθυνας τὰς ἀνομίας σου ὑπὲρ αὐτὰς καὶ ἐδικαίωσας τὰς ἀδελφάς σου ἐν πάσαις ταῖς ἀνομίαις σου, αἷς ἐποίησας.

Ιεζ. 16,51                   Η δε Σαμάρεια ούτε κατά το ήμισυ των ιδικών σου αμαρτιών δεν είχε παρασυρθή εις αμαρτίας. Συ επλήθυνες πάρα πολύ τας αμαρτίας σου, περισσότερον από αυτάς. Και έκαμες ώστε αι αδελφαί σου αυταί πόλεις να φαίνωνται δίκαιαι συγκρινόμεναι προς τας ιδικάς σου παρανομίας, τας οποίας συ διέπραξες.

Ιεζ. 16,52           καὶ σὺ κόμισαι βάσανόν σου, ἐν ᾗ ἔφθειρας τὰς ἀδελφάς σου ἐν ταῖς ἁμαρτίαις σου, αἷς ἠνόμησας ὑπὲρ αὐτάς, καὶ ἐδικαίωσας αὐτὰς ὑπὲρ σεαυτήν· καὶ σὺ αἰσχύνθητι καὶ λάβε τὴν ἀτιμίαν σου ἐν τῷ δικαιῶσαί σε τὰς ἀδελφάς σου.

Ιεζ. 16,52                  Παρε, λοιπόν, τώρα συ επάνω σου την εντροπήν των σφαλμάτων σου, ίμέ τα οποία διέφθειρες τας αδελφάς σου εις τας ιδικάς σου αμαρτίας, δια των οποίων παρηνόμησες περισσότερον από αυτάς. Και έτσι ανέδειξες εκείνας δικαίας συγκρινομένας προς σέ. Η εντροπή ας σε καλύψη δια τούτο. Παρε, λοιπόν, επάνω σου αυτόν τον εξευτελισμόν, διότι συ με το πλήθος των φοβερών σου παρανομιών έκαμες, ώστε να φαίνωνται δίκαιαι αι αδελφαί σου.

Ιεζ. 16,53           καὶ ἀποστρέψω τὰς ἀποστροφὰς αὐτῶν, τὴν ἀποστροφὴν Σοδόμων καὶ τῶν θυγατέρων αὐτῆς, καὶ ἀποστρέψω τὴν ἀποστροφὴν Σαμαρείας καὶ τῶν θυγατέρων αὐτῆς, καὶ ἀποστρέψω τὴν ἀποστροφήν σου ἐν μέσῳ αὐτῶν,

Ιεζ. 16,53                  Θα αποκαταστήσω εγώ αυτάς, θα αποκαταστήσω τα ξεπεσμένα Σοδομα και τας κωμοπόλεις, που εξαρτώνται από αυτά. Θα αποκαταστήσω την αποστατήσασαν Σαμάρειαν και τας κωμοπόλεις της. Μεταξύ δε αυτών θα αποκαταστήσω κάποτε και σέ.

Ιεζ. 16,54           ὅπως κομίσῃ τὴν βάσανόν σου καὶ ἀτιμωθήσῃ ἐκ πάντων, ὧν ἐποίησας ἐν τῷ παροργίσαι με.

Ιεζ. 16,54                  Και τούτο, δια να πάρης και να φέρης επάνω σου την εξευτελιστικήν βάσανον, να εξευτελισθής και να καταισχυνθής δι' όλα τα αμαρτήματα, τα οποία διέπραξες και εξ αιτίας των οποίων με έκαμες να εξοργισθώ εναντίον σου.

Ιεζ. 16,55           καὶ ἡ ἀδελφή σου Σόδομα καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς ἀποκατασταθήσονται καθὼς ἦσαν ἀπ᾿ ἀρχῆς, καὶ Σαμάρεια καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς ἀποκατασταθήσονται καθὼς ἦσαν ἀπ᾿ ἀρχῆς, καὶ σὺ καὶ αἱ θυγατέρες σου ἀποκατασταθήσεσθε καθὼς ἀπ᾿ ἀρχῆς ἦτε.

Ιεζ. 16,55                  Η αδελφή σου πόλις, τα Σοδομα και αι κωμοπόλεις της, θα αποκατασταθούν κάποτε, όπως ήσαν απ' αρχής. Και η Σαμάρεια και αι κωμοπόλεις της θα αποκατασταθούν εις την αρχικήν των κατάστασιν. Και συ και αι κωμοπόλεις σου θα αποκατασταθήτε κάποτε, καθώς υπήρξατε απ αρχής.

Ιεζ. 16,56           καὶ εἰ μὴ ἦν Σόδομα ἡ ἀδελφή σου εἰς ἀκοὴν ἐν τῷ στόματί σου ἐν ταῖς ἡμέραις ὑπερηφανίας σου,

Ιεζ. 16,56                  Μηπως και η αδελφή σου πόλις, τα Σοδομα, κατά τας ημέρας της δόξης σου, δεν ανεφέρετο δια του στόματός σου και δεν ηκούετο ως πόλις αμαρτίας,

Ιεζ. 16,57           πρὸ τοῦ ἀποκαλυφθῆναι τὰς κακίας σου, ὃν τρόπον νῦν ὄνειδος εἶ θυγατέρων Συρίας καὶ πάντων τῶν κύκλῳ αὐτῆς, θυγατέρων ἀλλοφύλων τῶν περιεχουσῶν σε κύκλῳ;

Ιεζ. 16,57                  πριν φανερωθούν αι κακίαι σου, όπως συ είσαι τώρα όνειδος και εξευτελισμός ανάμεσα εις τας πόλεις της Συρίας και εις τας πόλεις των Φιλισταίων αι οποίαι υπάρχουν ολόγυρά σου;

Ιεζ. 16,58           τὰς ἀσεβείας σου καὶ τὰς ἀνομίας σου, σὺ κεκόμισαι αὐτάς, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 16,58                  Τας συνεπείας της ασεβείας σου και της παρανομίας σου θα έχης κομίσει, λέγει ο Κυριος”.

Ιεζ. 16,59           τάδε λέγει Κύριος· καὶ ποιήσω ἐν σοὶ καθὼς ἐποίησας, ὡς ἠτίμωσας ταῦτα τοῦ παραβῆναι τὴν διαθήκην μου.

Ιεζ. 16,59                  Αυτά λέγει ο Κυριος· “εγώ θα πράξω απέναντί σου, όπως συ έπραξες απεναντί μου, όπως συ κατεφρόνησες τας εντολάς μου και παρέβης την διαθήκην μου.

Ιεζ. 16,60           καὶ μνησθήσομαι ἐγὼ τῆς διαθήκης μου τῆς μετὰ σοῦ ἐν ἡμέραις νηπιότητός σου καὶ ἀναστήσω σοι διαθήκην αἰώνιον.

Ιεζ. 16,60                  Εγώ όμως δεν θα λησμονήσω την διαθήκην μου, την οποίαν συνήψα με σέ, ότε ακόμα ήσουνα νήπιον, και θα κάμω νέαν διαθήκην με σε αιωνίαν.

Ιεζ. 16,61           καὶ μνησθήσῃ τὴν ὁδόν σου καὶ ἐξατιμωθήσῃ ἐν τῷ ἀναλαβεῖν σε τὰς ἀδελφάς σου τὰς πρεσβυτέρας σου σὺν ταῖς νεωτέραις σου, καὶ δώσω αὐτάς σοι εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ ἐκ διαθήκης σου.

Ιεζ. 16,61                   Τοτε θα ενθυμηθής την σημερινήν αμαρτωλήν οδόν σου και θα εντροπιασθής, όταν θα αναλαβης τας αδελφάς σου πόλεις, τας αρχαιοτέρας και τας νεωτέρας, τας οποίας εγώ θα δώσω εις σέ, ώστε να τας οικοδομήσης και μορφώσης εις νέαν πνευματικήν ζωήν, οχι πλέον με την παλαιάν διαθήκην σου.

Ιεζ. 16,62           καὶ ἀναστήσω ἐγὼ τὴν διαθήκην μου μετὰ σοῦ, καὶ ἐπιγνώσῃ ὅτι ἐγὼ Κύριος,

Ιεζ. 16,62                  Εγώ θα σε ανεγείρω, θα σε αποκαταστήσω και θα συνάψω την νέαν διαθήκην μου με σε και θα μάθης τότε καλά, ότι εγώ είμαι ο Κυριος,

Ιεζ. 16,63           ὅπως μνησθῇς καὶ αἰσχυνθῆς, καὶ μὴ ᾖ σοι ἔτι ἀνοῖξαι τὸ στόμα σου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀτιμίας σου ἐν τῷ ἐξιλάσκεσθαί μέ σοι κατὰ πάντα, ὅσα ἐποίησας, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 16,63                  δια να ενθυμηθής την προτέραν σου διαγωγήν και εντραπής και να μη έχστο σθένος πλέον να ανοίξης το στόμα σου εξ αιτίας της καταισχύνης σου, όταν εγώ θα σε ελεήσω και θα σε εξιλεώσω δι' όλα τα κακά, τα οποία έπραξες”; λέγει ο Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 17

 

Ιεζ. 17,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 17,1                     Ο Κυριος ωμίλησε εις εμέ και είπε·

Ιεζ. 17,2            υἱὲ ἀνθρώπου, διήγησαι διήγημα καὶ εἰπὸν παραβολὴν πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραὴλ

Ιεζ. 17,2                     “υιέ ανθρώπου, άκουσε και διηγήσου ένα παραβολικόν διήγημα, ειπέ μίαν αλληγορίαν στον ισραηλιτικον λαόν.

Ιεζ. 17,3            καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος· ὁ ἀετὸς ὁ μέγας ὁ μεγαλοπτέρυγος, ὁ μακρὸς τῇ ἐκτάσει, πλήρης ὀνύχων, ὃς ἔχει τὸ ἥγημα εἰσελθεῖν εἰς τὸν Λίβανον καὶ ἔλαβε τὰ ἐπίλεκτα τῆς κέδρου,

Ιεζ. 17,3                     Είπε, αυτά λέγει ο Κυριος· Ενας μεγάλος αετός με μακρυές φτερούγες, μακρός και μεγαλόσωμος, γεμάτος ισχυρά νύχια, επήρε κατεύθυνσιν και εισήλθεν στο όρος Λιβανον. Επρεν από εκεί τα εκλεκτά μέρη μιας κέδρου.

Ιεζ. 17,4            τὰ ἄκρα τῆς ἁπαλότητος ἀπέκνισε καὶ ἤνεγκεν αὐτὰ εἰς γῆν Χαναάν, εἰς πόλιν τετειχισμένην ἔθετο αὐτά.

Ιεζ. 17,4                     Εκοψε τα τρυφερά ακρινά βλαστάρια και τα έφερε εις την χώραν Χαναάν, εις πόλιν περικλειομένην από ισχυρόν τείχος.

Ιεζ. 17,5            καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ σπέρματος τῆς γῆς καὶ ἔδωκεν αὐτὸ εἰς τὸ πεδίον φυτὸν ἐφ᾿ ὕδατι πολλῷ, ἐπιβλεπόμενον ἔταξεν αὐτό.

Ιεζ. 17,5                     Επρε κατόπιν από την περιοχήν του Λιβάνου νεαρόν φυτόν και το εφύτευσεν εις γόνιμον πεδιάδα, πλησίον εις ύδατα πολλά και εφρόντισε δια την επίβλεψιν και περιποίησίν του.

Ιεζ. 17,6            καὶ ἀνέτειλε καὶ ἐγένετο εἰς ἄμπελον ἀσθενοῦσαν καὶ μικρὰν τῷ μεγέθει τοῦ ἐπιφαίνεσθαι αὐτήν· τὰ κλήματα αὐτῆς ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ ῥίζαι αὐτῆς ὑποκάτω αὐτῆς ἦσαν. καὶ ἐγένετο εἰς ἄμπελον καὶ ἐποίησεν ἀπώρυγας καὶ ἐξέτεινε τὴν ἀναδενδράδα αὐτῆς.

Ιεζ. 17,6                     Το νεαρόν αυτό φυτόν εφύτρωσεν, έγινε μία καχεκτική άμπελος, που μόλις εφαίνετο. Τα κλήματά της έπιπταν επάνω της και αι ρίζαι της επροχωρούσαν κάτω από αυτήν μέσα εις την γην. Επειτα όμως έγινεν άμπελος, άπλωσε καταβολάδας, κλήματα που ανερριχήθησαν επάνω εις τα δένδρα.

Ιεζ. 17,7            καὶ ἐγένετο ἀετὸς ἕτερος μέγας, μεγαλοπτέρυγος, πολὺς ὄνυξι, καὶ ἰδοὺ ἡ ἄμπελος αὕτη περιπεπλεγμένη πρὸς αὐτόν, καὶ ῥίζαι αὐτῆς πρὸς αὐτόν, καὶ τὰ κλήματα αὐτῆς ἐξαπέστειλεν αὐτῷ τοῦ ποτίσαι αὐτὴν σὺν τῷ βώλῳ τῆς φυτείας αὐτῆς.

Ιεζ. 17,7                     Ιδού, ότι εφάνη τότε ένας άλλος μεγάλος αετός, μεγαλοπτέρυγος και με πιο πολλά νύχια. Και ιδού η άμπελος αυτή είχε περιπλεχθή εις αυτόν. Εστειλε προς τον αετόν τας ρίζας και τα κλήματά της, δια να ποτίση αυτήν και το έδαφος, επάνω, στο οποίον ήτο φυτευμένη.

Ιεζ. 17,8            εἰς πεδίον καλὸν ἐφ᾿ ὕδατι πολλῷ αὕτη πιαίνεται τοῦ ποιεῖν βλαστοὺς καὶ φέρειν καρπόν, τοῦ εἶναι εἰς ἄμπελον μεγάλην.

Ιεζ. 17,8                     Εις καλήν και εύφορον πεδιάδα είχε φυτευθή, κοντά εις πολλά ύδατα, από τα οποία τρέφεται αφθόνως και μεγαλώνει, ώστε να πετάξη βλαστούς, να φέρη καρπούς, να γίνη μεγάλη άμπελος.

Ιεζ. 17,9            διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· εἰ κατευθυνεῖ; οὐχὶ αἱ ῥίζαι τῆς ἁπαλότητος αὐτῆς καὶ ὁ καρπὸς σαπήσεται, καὶ ξηρανθήσεται πάντα τὰ προανατέλλοντα αὐτῆς; καὶ οὐκ ἐν βραχίονι μεγάλῳ, οὐδὲ ἐν λαῷ πολλῷ τοῦ ἐκσπᾶσαι αὐτὴν ἐκ ῥιζῶν αὐτῆς·

Ιεζ. 17,9                     Δια τούτο είπε· αυτά λέγει ο Κυριος· Θα προχωρήση εις ανάπτυξιν και καρποφορίαν η άμπελος αυτή ; Οχι. Διότι αι τρυφεραί της ρίζαι και ο καρπός της θα σαπίσουν και όλα τα κλήματα, που έχουν βλαστήσει από αυτήν, θα ξηρανθούν και δεν θα χρειασθούν δυνατοί βραχίονες ούτε πολύ πλήθος ανθρώπων, δια να την ξερριζώσουν από το έδαφος.

Ιεζ. 17,10           καὶ ἰδοὺ πιαίνεται· μὴ κατευθυνεῖ; οὐχὶ ἅμα τῷ ἅψασθαι αὐτῆς ἀνεμον τὸν καύσωνα ξηρανθήσεται; σὺν τῷ βώλῳ ἀνατολῆς αὐτῆς ξηρανθήσεται.

Ιεζ. 17,10                   Ιδού, ότι τώρα αυξάνεται και μεγαλώνει. Μηπως, τάχα, και θα συνέχιση την πρόοδον και ανάπτυξίν της αυτήν; Οχι, διότι αμέσως μόλις θα πνεύση καυστικός άνεμος, θα ξηρανθή· θα ξηρανθή μαζή με το έδαφος, επί του οποίου αυτή έχει αναβλαστήσει”.

Ιεζ. 17,11           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 17,11                    Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 17,12           υἱὲ ἀνθρώπου, εἰπὸν δὴ πρὸς τὸν οἶκον τὸν παραπικραίνοντα· οὐκ ἐπίστασθε τί ἦν ταῦτα; εἰπόν· ὅταν ἔλθῃ βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐπὶ Ἱερουσαλήμ, καὶ λήψεται τὸν βασιλέα αὐτῆς καὶ τοὺς ἄρχοντας αὐτῆς καὶ ἄξῃ αὐτοὺς πρὸς ἑαυτὸν εἰς Βαβυλῶνα.

Ιεζ. 17,12                   “υιέ ανθρώπου, ειπέ στον λαόν αυτόν, ο οποίος συνεχώς με παραπικραίνει και με εξοργίζει· δεν γνωρίζετε τι σημαίνουν αυτά; Ειπέ λοιπόν προς αυτούς το νόημά των. Οταν επέλθη ο βασιλεύς της Βαβυλώνος εναντίον της Ιερουσαλήμ, θα συλλάβη αιχμάλωτον τον βασιλέα της και τους άρχοντάς της και θα φέρη αυτούς μαζί του εις την Βαβυλώνα.

Ιεζ. 17,13           καὶ λήψεται ἐκ τοῦ σπέρματος τῆς βασιλείας καὶ διαθήσεται πρὸς αὐτὸν διαθήκην καὶ εἰσάξει αὐτὸν ἐν ἀρᾷ, καὶ τοὺς ἡγεμόνας τῆς γῆς λήψεται

Ιεζ. 17,13                   Επειτα θα πάρη ένα μέλος από την βασιλικήν οικογένειαν και θα συνάψη με αυτόν συμφωνίαν. Θα τον αναγκάση δε να ορκισθή δια την τήρησιν της συμφωνίας αυτής. Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος θα πάρη επίσης μαζή του και τους άρχοντας της Ιουδαίας,

Ιεζ. 17,14           τοῦ γενέσθαι εἰς βασιλείαν ἀσθενῆ τὸ καθόλου μὴ ἐπαίρεσθαι, τοῦ φυλάσσειν τὴν διαθήκην αὐτοῦ καὶ ἱστάνειν αὐτήν.

Ιεζ. 17,14                   ώστε να γίνη ασθενής η βασιλεία της και να μη ημπορή καθόλου να σήκωση κεφάλι και ούτω να τηρήση την συμφωνίαν με αυτόν και να του σταθή πιστή.

Ιεζ. 17,15           καὶ ἀποστήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ τοῦ ἐξαποστέλλειν ἀγγέλους ἑαυτοῦ εἰς Αἴγυπτον, τοῦ δοῦναι αὐτῷ ἵππους καὶ λαὸν πολύν. εἰ κατευθυνεῖ; εἰ διασωθήσεται ὁ ποιῶν ἐναντία; καὶ παραβαίνων διαθήκην εἰ διασωθήσεται;

Ιεζ. 17,15                   Ο βασιλεύς όμως της Ιουδαίας θα επαναστατήση κατά του βασιλέως της Βαβυλώνος, θα στείλη αγγελιαφόρους εις την Αίγυπτον, δια να του δώσουν ιππικόν και στρατόν πολύν. Ταχα, θα επιτύχη εις τας προσπαθείας του; Θα διασωθή αυτός, που διαπράττει αντίθετα προς τας συμφωνίας; Αυτός που παραβαίνει την συναφθείσαν συνθήκην θα διασωθή;

Ιεζ. 17,16           ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἐὰν μὴ ἐν ᾧ τόπῳ ὁ βασιλεὺς ὁ βασιλεύσας αὐτόν, ὃς ἠτίμωσε τὴν ἀράν μου καὶ ὃς παρέβη τὴν διαθήκην μου, μετ᾿ αὐτοῦ ἐν μέσῳ Βαβυλῶνος τελευτήσει.

Ιεζ. 17,16                   Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι εις την χώραν του βασιλέως, ο οποίος τον εθεσεν στον θρόνον και του οποίου έχει καταπατήσει την ένορκον συμφωνίαν και έθραυσε την διαθήκην, θα μεταφερθή εις την χώραν αυτού του βασιλέως και πλησίον αυτού εις την Βαβυλώνα θα αποθάνη.

Ιεζ. 17,17           καὶ οὐκ ἐν δυνάμει μεγάλῃ οὐδὲ ἐν ὄχλῳ πολλῷ ποιήσει πρὸς αὐτὸν Φαραὼ πόλεμον, ἐν χαρακοβολίᾳ καὶ ἐν οἰκοδομῇ βελοστάσεων τοῦ ἐξᾶραι ψυχάς.

Ιεζ. 17,17                   Ο Φαραώ δεν θα πράξη, όπως αυτός θέλει. Δεν θα έλθη με δύναμιν μεγάλην, με στρατιώτας πολυάριθμους, δια να κάμη προς χάριν του πόλεμον μέσα από χαρακώματα και με πολιορκητικάς μηχανάς και να θανατώση στρατιώτας της Βαβυλώνος.

Ιεζ. 17,18           καὶ ἠτίμωσεν ὁρκωμοσίαν τοῦ παραβῆναι διαθήκην, καὶ ἰδοὺ δέδωκε τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ πάντα ταῦτα ἐποίησεν αὐτῷ· μὴ σωθήσεται;

Ιεζ. 17,18                   Αυτός όμως ο βασιλεύς της Ιουδαίας εξηυτέλισε και κατεπάτησε τον όρκον του, παρέβη την συμφωνίαν ποι συνήψε προς τους Βαβυλωνίους, έδωσε το χέρι του εις συμμαχίαν και εζήτησε βοήθειαν από τον Φαραώ. Ολα αυτά τα έκαμε προς χάριν του. Μηπως όμως και θα κατορθώση να διασωθή;

Ιεζ. 17,19           διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος· ζῶ ἐγὼ ἐὰν μὴ τὴν ὁρκωμοσίαν μου, ἣν ἠτίμωσε, καὶ τὴν διαθήκην μου, ἣν παρέβη, καὶ δώσω αὐτὰ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ.

Ιεζ. 17,19                   Δια τούτο ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, ότι δια την καταπάτησιν του όρκου του και δια την παράβασιν της διαθήκης μου, την οποίαν αυτός παρέβη, θα επιφέρω εξάπαντος επί της κεφαλής του τας τιμωρίας, που πρέπει.

Ιεζ. 17,20           καὶ ἐκπετάσω ἐπ᾿ αὐτὸν τὸ δίκτυόν μου, καὶ ἁλώσεται ἐν τῇ περιοχῇ αὐτοῦ.

Ιεζ. 17,20                  Θα απλώσω επάνω από αυτόν το δίκτυόν μου και θα τον συλλάβω μέσα εις την περιοχήν του, όπου θα νομίζη τον εαυτόν του ασφαλή.

Ιεζ. 17,21           ἐν πάσῃ παρατάξει αὐτοῦ ἐν ῥομφαίᾳ πεσοῦνται, καὶ τοὺς καταλοίπους εἰς πάντα ἄνεμον διασπερῶ, καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος λελάληκα. -

Ιεζ. 17,21                   Το μεγαλύτερον μέρος των στρατευμάτων του θα πέση κάτω από την εχθρικήν ρομφαίαν και τους υπολοίπους θα διασκορπίσω προς όλας τας κατευθύνσεις. Και τότε θα μάθετε πολύ καλά, ότι εγώ είμαι ο Κυριος. Ελάλησα και έτσι θα γίνη”.

Ιεζ. 17,22           Διότι τάδε λέγει Κύριος· καὶ λήψομαι ἐγὼ ἐκ τῶν ἐκλεκτῶν τῆς κέδρου, ἐκ κορυφῆς καρδίας αὐτῶν ἀποκνιῶ καὶ καταφυτεύσω ἐγὼ ἐπ᾿ ὄρος ὑψηλόν·

Ιεζ. 17,22                  Αυτά λέγει ο Κυριος· “εγώ θα πάρω κλάδον από τους εκλεκτούς κλάδους της κέδρου, από την κορυφήν της καρδίας της, θα τον αποκόψω και θα φυτεύσω αυτόν ασφαλή επάνω εις όρος υψηλόν.

Ιεζ. 17,23           καὶ κρεμάσω αὐτὸν ἐν ὄρει μετεώρῳ τῷ Ἰσραὴλ καὶ καταφυτεύσω, καὶ ἐξοίσει βλαστὸν καὶ ποιήσει καρπὸν καὶ ἔσται εἰς κέδρον μεγάλην, καὶ ἀναπαύσεται ὑποκάτω αὐτοῦ πᾶν θηρίον, καὶ πᾶν πετεινὸν ὑπὸ τὴν σκιὰν αὐτοῦ ἀναπαύσεται, τὰ κλήματα αὐτοῦ ἀποκατασταθήσεται.

Ιεζ. 17,23                  Θα τον φυτεύσω, δια να ριζοβολήση ασφαλώς και να γίνη εμφανής, επάνω εις υψηλόν ορός της περιοχής του Ισραήλ. Θα βγάλη βλαστούς και θα κάμη καρπόν και θα γίνη κέδρος μεγάλη. Κατω από αυτήν θα αναπαυθούν όλα τα θηρία και υπό την σκιαν της θα αναπαυθούν όλα τα πτηνά. Οι κλάδοι αυτής στερεοί θα απλωθούν ολόγυρά της.

Ιεζ. 17,24           καὶ γνώσονται πάντα τὰ ξύλα τοῦ πεδίου διότι ἐγὼ Κύριος ὁ ταπεινῶν ξύλον ὑψηλὸν καὶ ὑψῶν ξύλον ταπεινὸν καὶ ξηραίνων ξύλον χλωρὸν καὶ ἀναθάλλων ξύλον ξηρόν· ἐγὼ Κύριος λελάληκα καὶ ποιήσω.

Ιεζ. 17,24                  Και θα μάθουν όλα τα δένδρα της πεδιάδος, όλοι δηλαδή οι άνθρωποι της γης, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος ταπεινώνω τα υψηλά δένδρα και ανυψώνω μεγαλοπρεπή τα ταπεινά δενδρύλλια. Ξηραίνω τα θαλλερά δένδρα και κάμνω να αναθάλλουν τα ξηρά δένδρα. Εγώ, ο Κυριος ωμίλησα και έτσι θα κάμω”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 18

 

Ιεζ. 18,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 18,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 18,2            υἱὲ ἀνθρώπου, τί ὑμῖν ἡ παραβολὴ αὕτη ἐν τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ λέγοντες· οἱ πατέρες ἔφαγον ὄμφακα καὶ οἱ ὀδόντες τῶν τέκνων ἐγομφίασαν;

Ιεζ. 18,2                    «“υιέ ανθρώπου, διατί υπάρχει μεταξύ σας, μεταξύ των Ισραηλιτών, αυτή η παροιμία που λέγεται· “οι πατέρες έφαγον τα άγουρα σταφύλια και τα δόντια των παιδιών αιμωδίασαν”.

Ιεζ. 18,3            ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἐὰν γένηται ἔτι λεγομένη ἡ παραβολὴ αὕτη ἐν τῷ Ἰσραήλ·

Ιεζ. 18,3                     Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι δεν θα λέγεται πλέον.η παροιμία αυτή μεταξύ των Ισραηλιτών.

Ιεζ. 18,4            ὅτι πᾶσαι αἱ ψυχαὶ ἐμαί εἰσιν, ὃν τρόπον ἡ ψυχὴ τοῦ πατρός, οὕτως καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ υἱοῦ, ἐμαί εἰσιν· ἡ ψυχὴ ἡ ἁμαρτάνουσα, αὕτη ἀποθανεῖται. -

Ιεζ. 18,4                    Καθε ζωή ανθρώπου είναι ιδική μου· όπως η ζωή του πατρός έτσι και η ζωή του παιδιού. Ιδικές μου είναι οι ζωές. Αυτός ο οποίος αμαρτάνει, αυτός και θα τιμωρηθή δια θανάτου.

Ιεζ. 18,5            Ὁ δὲ ἄνθρωπος ὃς ἔσται δίκαιος, ὁ ποιῶν κρίμα καὶ δικαιοσύνην,

Ιεζ. 18,5                     Ο άνθρωπος όμως, ο οποίος είναι δίκαιος, αυτός ο οποίος τηρεί τας εντολάς μου και φέρεται με δικαιοσύνην,

Ιεζ. 18,6            ἐπὶ τῶν ὀρέων οὐ φάγεται καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ οὐ μὴ ἐπάρῃ πρὸς τὰ ἐνθυμήματα οἴκου Ἰσραὴλ καὶ τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον αὐτοῦ οὐ μὴ μιάνῃ καὶ πρὸς γυναῖκα ἐν ἀφέδρῳ οὖσαν οὐ προσεγγιεῖ

Ιεζ. 18,6                    δεν θα φάγη ειδωλόθυτα κρέατα από τους επάνω εις τα όρη βωμούς των ειδώλων, δεν θα σηκώση τα βλέμματά του προς τα είδωλα του ειδωλολατρικού λαού, δεν θα μολύνη την γυναίκα του πλησίον του, δεν θα προσέλθη εις γυναίκα, η οποία ευρίσκεται εις τα καταμήνια της.

Ιεζ. 18,7            καὶ ἄνθρωπον οὐ μὴ καταδυναστεύσῃ, ἐνεχυρασμὸν ὀφείλοντος ἀποδώσει καὶ ἅρπαγμα οὐχ ἁρπᾶται, τὸν ἄρτον αὐτοῦ τῷ πεινῶντι δώσει καὶ γυμνὸν περιβαλεῖ

Ιεζ. 18,7                     Δεν θα καταδυναστεύη άνθρωπον, θα αποδίδη το ενέχυρον χρεωφειλέτου πτωχού, δεν θα αρπάζη ξένα πράγματα. Θα δίδη προθύμως το ψωμί του στον πεινασμένον, και θα ενδύη τον γυμνόν.

Ιεζ. 18,8            καὶ τὸ ἀργύριον αὐτοῦ ἐπὶ τόκῳ οὐ δώσει καὶ πλεονασμὸν οὐ λήψεται καὶ ἐξ ἀδικίας ἀποστρέψει τὴν χεῖρα αὐτοῦ, κρίμα δίκαιον ποιήσει ἀνὰ μέσον ἀνδρὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ πλησίον αὐτοῦ

Ιεζ. 18,8                    Δεν θα δανείζη τα χρήματά του με τόκον, δεν θα παίρνη περισσότερα είδη από όσα έχει δώσει. Από αδίκους πράξεις θα απομακρύνη το χέρι του. Θα δικάζη και θα κρίνη δικαίως ανθρώπους, οι οποίοι έχουν διαφοράς μεταξύ των.

Ιεζ. 18,9            καὶ τοῖς προστάγμασί μου πεπόρευται καὶ τὰ δικαιώματά μου πεφύλακται τοῦ ποιῆσαι αὐτά· δίκαιος οὗτός ἐστι, ζωῇ ζήσεται, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 18,9                    Θα βαδίζη σύμφωνα με τας εντολάς μου και θα καταβάλλη κάθε προσπάθειαν και προσοχήν να τηρή τας εντολάς μου. Αυτός είναι δίκαιος και αυτός εξάπαντος θα ζήση, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 18,10           Καὶ ἐὰν γεννήσῃ υἱὸν λοιμὸν ἐκχέοντα αἷμα καὶ ποιοῦντα ἁμαρτήματα,

Ιεζ. 18,10                   Αυτός δε ο άνθρωπος, εάν αποκτήση υιόν διεφθαρμένον, ο οποίος χύνει αίμα αθώον και διαπράττει αμαρτήματα

Ιεζ. 18,11           ἐν τῇ ὁδῷ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ τοῦ δικαίου οὐκ ἐπορεύθη, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ὀρέων ἔφαγε καὶ τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἐμίανε

Ιεζ. 18,11                   και δεν βαδίζει σύμφωνα με τον δρόμον του πατρός του του δικαίου, αλλά επάνω εις τα όρη τρώγει ειδωλόθυτα προ των βωμών των ειδώλων και την γυναίκα του πλησίον αυτού εμίανε,

Ιεζ. 18,12           καὶ πτωχὸν καὶ πένητα κατεδυνάστευσε καὶ ἅρπαγμα ἥρπασε καὶ ἐνεχυρασμὸν οὐκ ἀπέδωκε καὶ εἰς τὰ εἴδωλα ἔθετο τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ἀνομίαν πεποίηκε,

Ιεζ. 18,12                   τον δε πτωχόν και τον πένητα τον κατετυράννησε και ήρπασε βιαίως ξένα πράγματα και δεν απέδωσε το ενέχυρον πτωχού και προς τα είδωλα έστρεψε λατρευτικά τα μάτια του, αυτός έχει διαπράξει παρανομίαν.

Ιεζ. 18,13           μετὰ τόκου ἔδωκε καὶ πλεονασμὸν ἔλαβεν, οὗτος ζωῇ οὐ ζήσεται, πάσας τὰς ἀνομίας ταύτας ἐποίησε, θανάτῳ θανατωθήσεται, τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται. -

Ιεζ. 18,13                   Εδάνειζε δε τα χρήματά του με τόκον και ελάμβανε περισσότερα οπό εκείνα που έδιδε. Αυτός δεν θα ζήση πλέον, διότι έχει διαπράξει όλας αυτάς τας παρανομίας. Θα αποθάνη εξαπαντος, το αίμα του θα πέση επάνω στο κεφάλι του.

Ιεζ. 18,14           Ἐὰν δὲ γεννήσῃ υἱόν, καὶ ἴδῃ πάσας τὰς ἁμαρτίας τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἃς ἐποίησε, καὶ φοβηθῇ καὶ μὴ ποιήσῃ κατ᾿ αὐτάς,

Ιεζ. 18,14                   Εάν όμως αυτός ο αμαρτωλός και ασεβής γεννήση υιόν, αυτός δε ίδη όλας τας αμαρτίας του πατρός του, αυτάς τας οποίας εκείνος διέπραξε, θα φοβηθή δε και δεν θα πράξη σύμφωνα με αυτάς,

Ιεζ. 18,15           ἐπὶ τῶν ὀρέων οὐ βέβρωκε καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ οὐκ ἔθετο εἰς τὰ ἐνθυμήματα οἴκου Ἰσραὴλ καὶ τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον αὐτοῦ οὐκ ἐμίανε

Ιεζ. 18,15                   δεν θα τρώγη, δηλαδή, τα ειδωλόθυτα φαγητά επάνω εις τα όρη, δεν θα προσηλώνη τα μάτια του με ευλάβειαν και σεβασμόν εις τα είδωλα του ειδωλολατρικού λαού, δεν θα μολύνη την γυναίκα του πλησίον,

Ιεζ. 18,16           καὶ ἄνθρωπον οὐ κατεδυνάστευσε καὶ ἐνεχυρασμὸν οὐκ ἐνεχύρασε καὶ ἅρπαγμα οὐχ ἥρπασε, τὸν ἄρτον αὐτοῦ τῷ πεινῶντι ἔδωκε καὶ γυμνὸν περιέβαλε,

Ιεζ. 18,16                   ανθρωπον δε δεν θα καταδυναστεύση, ενέχυρον πτωχού χρεωφειλέτου δεν θα λαμβάνη, δεν θα αρπάζη ξένα πράγματα, από τον άρτον αυτού θα δίνη στον πεινώντα και τον γυμνόν θα ενδύη·

Ιεζ. 18,17           καὶ ἀπὸ ἀδικίας ἀπέστρεψε τὴν χεῖρα αὐτοῦ, τόκον οὐδὲ πλεονασμὸν οὐκ ἔλαβε, δικαιοσύνην ἐποίησε καὶ ἐν τοῖς προστάγμασί μου ἐπορεύθη, οὐ τελευτήσει ἐν ἀδικίαις πατρὸς αὐτοῦ, ζωῇ ζήσεται.

Ιεζ. 18,17                   θα αποστρέφη τα χέρια του πάντοτε από τας αδικίας, τόκον δεν θα παίρνη, ούτε περισσότερα από όσα έχει δανείσει θα λαμβάνη, θα πραγματοποιή δε δικαιοσύνην καθ' όλην του την ζωήν, θα πορεύεται σύμφωνα με τας εντολάς μου, αυτός δεν θα αποθάνη εξ αιτίας των αμαρτιών του πατρός του. Ασφαλώς και βεβαίως θα ζήση.

Ιεζ. 18,18           ὁ δὲ πατὴρ αὐτοῦ ἐὰν θλίψει θλίψῃ καὶ ἁρπάσῃ ἅρπαγμα, ἐναντία ἐποίησεν ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ μου καὶ ἀποθανεῖται ἐν τῇ ἀδικίᾳ αὐτοῦ. -

Ιεζ. 18,18                   Ο πατέρας του όμώς εάν πιέση και καταθλίψη τον πτωχόν και αρπάση βιαίως ξένα πράγματα, θα διαπράττη εν μέσω του ισραηλιτικού λαού αντίθετα από εκείνα, τα οποία πράττει ο υιός του. Αυτός θα αποθάνη ασφαλώς και βεβαίως εξ αιτίας των αμαρτιών του.

Ιεζ. 18,19           Καὶ ἐρεῖτε· τί ὅτι οὐκ ἔλαβε τὴν ἀδικίαν ὁ υἱὸς τοῦ πατρός; ὅτι ὁ υἱὸς δικαιοσύνην καὶ ἔλεος πεποίηκε, πάντα τὰ νόμιμά μου συνετήρησε καὶ ἐποίησεν αὐτά· ζωῇ ζήσεται.

Ιεζ. 18,19                   Και τότε θα πήτε· Διατί το παιδί δεν υπέστη την τιμωρίαν των αδικιών του πατρός του; Διότι είναι υιός δικαιοσύνης, έδειξε ευσπλαγχνίαν, ετήρησεν όλας τας εντολάς μου και τας εφήρμοσε πιστώς. Αυτός ασφαλώς και βεβαίως θα ζήση.

Ιεζ. 18,20           ἡ δὲ ψυχὴ ἡ ἁμαρτάνουσα ἀποθανεῖται· ὁ δὲ υἱὸς οὐ λήψεται τὴν ἀδικίαν τοῦ πατρός, οὐδὲ ὁ πατὴρ λήψεται τὴν ἀδικίαν τοῦ υἱοῦ· δικαιοσύνη δικαίου ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται, καὶ ἀνομία ἀνόμου ἐπ᾿ αὐτὸν ἔσται.

Ιεζ. 18,20                  Ανθρωπος όμως ο οποίος πεισμόνως και αμετανοήτως αμαρτάνει, αυτός θα αποθάνη πολύ σύντομα. Το παιδί δεν θα πάρη επάνω του τας αδικίας του πατρός. Ούτε ο πατέρας θα είναι υπεύθυνος δια τας αδικίας του παιδιού. Η αρετή του δικαίου θα μείνη εις αυτόν κτήμα αναφαίρετον· όπως επίσης και η παρανομία του αμαρτωλού θα μένη πάντοτε εις βάρος του αμαρτωλού.

Ιεζ. 18,21           καὶ ὁ ἄνομος ἐὰν ἀποστρέψῃ ἐκ πασῶν τῶν ἀνομιῶν αὐτοῦ, ὧν ἐποίησε, καὶ φυλάξηται πάσας τὰς ἐντολάς μου καὶ ποιήσῃ δικαιοσύνην καὶ ἔλεος, ζωῇ ζήσεται καὶ οὐ μὴ ἀποθάνῃ.

Ιεζ. 18,21                   Εάν όμως ο αμαρτωλός μετανοήση και αποστροφή όλας τας αμαρτίας, τας οποίας διέπραξε, και προσπαθήση να τηρήση όλας τας εντολάς μου και να εφαρμόση δικαιοσύνην και έλεος, θα μακροημερεύση και δεν θα τιμωρηθή με πρόωρον θάνατον.

Ιεζ. 18,22           πάντα τὰ παραπτώματα αὐτοῦ, ὅσα ἐποίησεν, οὐ μνησθήσεται, ἐν τῇ δικαιοσύνῃ αὐτοῦ, ᾗ ἐποίησε, ζήσεται.

Ιεζ. 18,22                  Ολα τα αμαρτήματα, τα οποία είχε διαπράξει, δεν θα τα, ενθυμηθή πλέον ο Θεός. Χαρις δε εις την ενάρετον ζωήν του, την οποίαν ζη, θα ζήση επί μακρόν.

Ιεζ. 18,23           μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου, λέγει Κύριος, ὡς τὸ ἀποστρέψαι αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν;

Ιεζ. 18,23                  Μηπως, τάχα, εγώ θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, λέγει ο Κυριος, όπως και όσον θέλω και επιθυμώ να απαρνηθή αυτός τον αμαρτωλόν τρόπον τη ζωής, να επιστρέψη εν μετανοία προς εμέ, δια να ζήση επί μακρόν;

Ιεζ. 18,24           ἐν δὲ τῷ ἀποστρέψαι δίκαιον ἐκ τῆς δικαιοσύνης αὐτοῦ καὶ ποιῆσαι ἀδικίαν κατὰ πάσας τὰς ἀνομίας, ἃς ἐποίησεν ὁ ἄνομος, πᾶσαι αἱ δικαιοσύναι αὐτοῦ, ἃς ἐποίησεν, οὐ μὴ μνησθῶσιν· ἐν τῷ παραπτώματι αὐτοῦ, ᾧ παρέπεσε, καὶ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις αὐτοῦ, αἷς ἥμαρτεν, ἐν αὐταῖς ἀποθανεῖται.

Ιεζ. 18,24                  Εάν εξ άλλου ο δίκαιος άνθρωπος εγκαταλείψη τη εναρετον αυτού ζωήν και διαπράξη αδικίας, εκτραπή εις όλας τας παρανομίας, τας οποίας διαπράττει ο ασεβής, όλαι αι αρεταί αυτού, τας οποίας έως τότε έχει κατορθώσει,δεν θα ληφθούν υπ' όψιν. Ενεκα δε των παραπτωμάτων, εις τα οποία έχει περιπέσει, και των αμαρτιών τας οποίας διέπραξε, θα τιμωρηθή δια τας αμαρτίας του αυτάς.

Ιεζ. 18,25           καὶ εἴπατε· οὐ κατευθύνει ἡ ὁδὸς Κυρίου. ἀκούσατε δὴ πᾶς ὁ οἶκος Ἰσραήλ· μὴ ἡ ὁδός μου οὐ κατευθύνει; οὐχὶ ἡ ὁδὸς ὑμῶν οὐ κατευθύνει;

Ιεζ. 18,25                  Σεις όμως είπατε και λέγετε· “Αυτός ο τρόπος της ενεργείας του Κυρίου δεν είναι ευθύς και δίκαιος”. Ακούσατε, λοιπόν, όλοι σεις οι Ισραηλίται· ο ιδικός μου τρόπος και δρόμος δεν είναι ευθύς και δίκαιος η η ιδική σας νοοτροπία και οδός δεν είναι ευθεία και δικαία;

Ιεζ. 18,26           ἐν τῷ ἀποστρέψαι τὸν δίκαιον ἐκ τῆς δικαιοσύνης αὐτοῦ καὶ ποιήσει παράπτωμα καὶ ἀποθάνῃ, ἐν τῷ παραπτώματι, ᾧ ἐποίησεν, ἐν αὐτῷ ἀποθανεῖται.

Ιεζ. 18,26                  Οταν ο δίκαιος αποστραφή και απομακρυνθή από τον δρόμον της αρετής και διαπράξη αμετανοήτως το κακόν και αποθάνη ένεκα της αιτίας αυτής, εξ αιτίας των αμαρτιών τας οποίας διέπραξεν, αυτός αποθνήσκει.

Ιεζ. 18,27           καὶ ἐν τῷ ἀποστρέψαι ἄνομον ἀπὸ τῆς ἀνομίας αὐτοῦ, ἧς ἐποίησε, καὶ ποιήσει κρίμα καὶ δικαιοσύνην, οὗτος τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐφύλαξε

Ιεζ. 18,27                  Οπως επίσης, όταν ο αμαρτωλός αποστραφή και απομακρυνθή από τον δρόμον της ασεβείας και αμαρτωλότητος αυτού, εις την οποίαν έχει ζήσει και εφαρμόση τας εντολάς και τηρήση δικαιοσύνην, αυτός διαφυλάττει την ζωήν του επί μακρόν.

Ιεζ. 18,28           καὶ ἀπέστρεψεν ἐκ πασῶν τῶν ἀσεβειῶν αὐτοῦ, ὧν ἐποίησε, ζωῇ ζήσεται, οὐ μὴ ἀποθάνῃ.

Ιεζ. 18,28                  Τούτο δέ, διότι μετενόησε και απεμακρύνθη από όλας τας ασεβείς και αμαρτωλάς πράξεις, τας οποίας διέπραξε. Θα ζήση επί μακρόν και δεν θα τιμωρηθή με πρόωρον θάνατον.

Ιεζ. 18,29           καὶ λέγουσιν ὁ οἶκος τοῦ Ἰσραήλ· οὐ κατορθοῖ ἡ ὁδὸς Κυρίου. μὴ ἡ ὁδός μου οὐ κατορθοῖ, οἶκος Ἰσραήλ; οὐχὶ ἡ ὁδὸς ὑμῶν οὐ κατορθοῖ;

Ιεζ. 18,29                  Εν τούτοις ο ισραηλιτικός λαός λέγει· “ο τρόπος της ενεργείας του Κυρίου δεν είναι δίκαιος”. Ο ιδικός μου τρόπος ενεργείας δεν είναι δίκαιος, ω Ισραηλίται; Η η ιδική σας νοοτροπία και ο ιδικός σας τρόπος ζωής δεν είναι δίκαιος;

Ιεζ. 18,30           ἕκαστον κατὰ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ κρινῶ ὑμᾶς, οἶκος Ἰσραήλ, λέγει Κύριος. ἐπιστράφητε καὶ ἀποστρέψατε ἐκ πασῶν τῶν ἀσεβειῶν ὑμῶν, καὶ οὐκ ἔσονται ὑμῖν εἰς κόλασιν ἀδικίας.

Ιεζ. 18,30                  Δια τούτο και εγώ τον καθένα από σας ω Ισραηλίται, θα τον κρίνω ανάλογα με την ζώην, την οποίαν έζησε. Μετανοήσατε, λοιπόν, και επιστρέψατε προς εμέ. Απομακρυνθήτε από όλας τας ασεβείς πράξεις σας και αυταί δεν θα είναι πλέον δια σας αιτία τιμωρίας και καταδίκης.

Ιεζ. 18,31           ἀποῤῥίψατε ἀφ᾿ ἑαυτῶν πάσας τὰς ἀσεβείας ὑμῶν, ἃς ἠσεβήσατε εἰς ἐμὲ καὶ ποιήσατε ἑαυτοῖς καρδίαν καινὴν καὶ πνεῦμα καινόν· καὶ ἱνατί ἀποθνήσκετε, οἶκος Ἰσραήλ;

Ιεζ. 18,31                   Πετάξτε από επάνω σας όλας τας πονηράς πράξεις, τας οποίας ασεβούντες προς εμέ διεπράξατε, και βάλετε μέσα σας καινούργια καρδιά και νέον πνεύμα. Διατί εξακολουθείτε να αποθνήσκετε εξ αιτίας των αμαρτιών σας, ω Ισραηλίται;

Ιεζ. 18,32           διότι οὐ θέλω τὸν θάνατον τοῦ ἀποθνήσκοντος, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 18,32                  Διότι εγώ δεν επιθυμώ και δεν θέλω τον θάνατον εκείνου, ο οποίος αποθνήσκει αμετανόητος εις τας αμαρτίας του”, λέγει ο Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 19

 

Ιεζ. 19,1            Καὶ σὺ λαβὲ θρῆνον ἐπὶ τὸν ἄρχοντα τοῦ Ἰσραὴλ

Ιεζ. 19,1                     Και συ, προφήτα, άρχισε να θρηνολογης δια τον βασιλέα του ιουδαϊκού λαού

Ιεζ. 19,2            καὶ ἐρεῖς· τί ἡ μήτηρ σου; σκύμνος· ἐν μέσῳ λεόντων ἐγενήθη, ἐν μέσῳ λεόντων ἐπλήθυνε σκύμνους αὐτῆς.

Ιεζ. 19,2                    και είπε· Ποιά είναι η μητέρα σου; Τέκνον λεαίνης, ανάμεσα εις άλλους λέοντας εγεννήθη και ανάμεσα εις άλλους λέοντας εγέννησε πολλούς μικρούς λέοντας.

Ιεζ. 19,3            καὶ ἀπεπήδησεν εἷς τῶν σκύμνων αὐτῆς, λέων ἐγένετο καὶ ἔμαθε τοῦ ἁρπάζειν ἁρπάγματα, ἀνθρώπους ἔφαγε.

Ιεζ. 19,3                     Ενας από τους λεοντιδείς ανεπτύχθη πολύ και δεκρίθη, έγινε λέων, έμαθε να αρπάζη τα θύματά του, έφαγεν ανθρώπους.

Ιεζ. 19,4            καὶ ἤκουσαν κατ᾿ αὐτοῦ ἔθνη, ἐν τῇ διαφθορᾷ αὐτῶν συνελήφθη, καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἐν κημῷ εἰς γῆν Αἰγύπτου.

Ιεζ. 19,4                    Τα άλλα έθνη ήκουσαν να γίνεται λόγος εναντίον αυτού, έστησαν δολίαν παγίδα και τον συνέλαβαν, τον εφίμωσαν και τον οδήγησαν εις την χώραν της Αιγύπτου.

Ιεζ. 19,5            καὶ εἶδεν ὅτι ἀπῶσται ἀπ᾿ αὐτῆς, ἀπώλετο ἡ ὑπόστασις αὐτῆς, καὶ ἔλαβεν ἄλλον ἐκ τῶν σκύμνων αὐτῆς, λέοντα ἔταξεν αὐτόν,

Ιεζ. 19,5                     Η μητέρα του, η λέαινα, είδεν ότι ο λέων αυτός απεσπάσθη και απεμακρύνθη από αυτήν. Εχασε κάθε ελπίδα δια την ύπαρξίν του και επήρεν έναν άλλον από τους σκύμνους της, τον ανέδειξε και τον εγκατέστησεν ως λέοντα.

Ιεζ. 19,6            καὶ ἀνεστρέφετο ἐν μέσῳ λεόντων, λέων ἐγένετο καὶ ἔμαθεν ἁρπάζειν ἁρπάγματα, ἀνθρώπους ἔφαγε·

Ιεζ. 19,6                    Αυτός εζούσε ανάμεσα στους άλλους λέοντας, έγινε πραγματικός λέων, έμαθε να αρπάζη τα θύματά του και να τρώγη τους ανθρώπους.

Ιεζ. 19,7            καὶ ἐνέμετο τῷ θράσει αὐτοῦ καὶ τὰς πόλεις αὐτῶν ἐξηρήμωσε καὶ ἠφάνισε γῆν καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς ἀπὸ φωνῆς ὠρυώματος αὐτοῦ.

Ιεζ. 19,7                     Με θράσος πολύ ελυμαίνετο τα πάντα, ερήμωνε τας πόλεις των ανθρώπων, εξωλόθρευσε την χώραν, τους ανθρώπους και τα ζώα αυτής ετρομοκρατούσε με τους βρυχηθμούς του.

Ιεζ. 19,8            καὶ ἔδωκαν ἐπ᾿ αὐτὸν ἔθνη ἐκ χωρῶν κυκλόθεν καὶ ἐξεπέτασαν ἐπ᾿ αὐτὸν δίκτυα αὐτῶν, ἐν διαφθορᾷ αὐτῶν συνελήφθη·

Ιεζ. 19,8                    Τα άλλα έθνη από τας γύρω χώρας των συνησπίσθησαν και εβάδισαν εναντίον αυτού. Ηπλωσαν δι' αυτόν τα δίκτυά των, τον συνέλαβαν εις την δολίαν παγίδα των.

Ιεζ. 19,9            καὶ ἔθεντο αὐτὸν ἐν κημῷ καὶ ἐν γαλεάγρᾳ, ἦλθε πρὸς βασιλέα Βαβυλῶνος, καὶ εἰσήγαγεν αὐτὸν εἰς φυλακήν, ὅπως μὴ ἀκουσθῇ ἡ φωνὴ αὐτοῦ ἐπὶ τὰ ὄρη τοῦ Ἰσραήλ.

Ιεζ. 19,9                    Τον εφίμωσαν, τον έβαλαν μέσα εις κλωβόν, τον έφεραν προς τον βασιλέα της Βαβυλώνος και εκείνος τον έρριψεν εις την φυλακήν, δια να μη ακουσθή πλέον η φωνή του επάνω εις τα όρη της γης Ισραήλ !

Ιεζ. 19,10           ἡ μήτηρ σου ὡς ἄμπελος καὶ ὡς ἄνθος ἐν ῥόᾳ ἐν ὕδατι πεφυτευμένη, ὁ καρπὸς αὐτῆς καὶ ὁ βλαστὸς αὐτῆς ἐγένετο ἐξ ὕδατος πολλοῦ.

Ιεζ. 19,10                   Η μητέρα σου είναι ωσάν την άμπελον. Είναι ωσάν το άνθος της ροδιάς, η οποία έχει φυτευθή πλησίον εις ύδατα. Οι καρποί και οι βλαστοί της ήσαν άφθονοι, χάρις εις τα πλούσια ποτίσματα.

Ιεζ. 19,11           καὶ ἐγένετο αὐτῇ ῥάβδος ἐπὶ φυλὴν ἡγουμένων, καὶ ὑψώθη τῷ μεγέθει αὐτῆς ἐν μέσῳ στελεχῶν καὶ εἶδε τὸ μέγεθος αὐτῆς ἐν πλήθει κλημάτων αὐτῆς.

Ιεζ. 19,11                   Εβλάστησε και ανεπτύχθη εις αυτήν ισχυρύς βλαστός, σκήπτρον εις φυλήν αρχόντων. Και ο βλαστός αυτός υψώθη και ανεπτύχθη, διεκρίθη δια το μέγεθός του ανάμεσα εις άλλα στελέχη. Η μήτηρ σου είδε το μέγεθος του σκήπτρου αυτού μεταξύ του πλήθους των άλλων βλαστών της.

Ιεζ. 19,12           καὶ κατεκλάσθη ἐν θυμῷ, ἐπὶ γῆν ἐῤῥίφη, καὶ ἄνεμος ὁ καύσων ἐξήρανε τὰ ἐκλεκτὰ αὐτῆς· ἐξεδικήθη καὶ ἐξηράνθη ἡ ῥάβδος ἰσχύος αὐτῆς, πῦρ ἀνήλωσεν αὐτήν.

Ιεζ. 19,12                   Αίφνης όμως συνετρίβη αυτή με θυμόν, ερρίφθη κάτω στο έδαφος. Ο καυστικός άνεμος εξήρανε τους εκλεκτούς βλαστούς της. Ετιμωρήθη και εξηράνθη η βασιλική ράβδος. Το πυρ την κατέφαγε.

Ιεζ. 19,13           καὶ νῦν πεφύτευκαν αὐτὴν ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἐν γῇ ἀνύδρῳ·

Ιεζ. 19,13                   Τωρα είναι φυτευμένη εις μίαν έρημον και χωρίς νερό περιοχήν.

Ιεζ. 19,14           καὶ ἐξῆλθε πῦρ ἐκ ῥάβδου ἐκλεκτῶν αὐτῆς καὶ κατέφαγεν αὐτήν, καὶ οὐκ ἦν ἐν αὐτῇ ῥάβδος ἰσχύος. φυλὴ εἰς παραβολὴν θρήνου ἐστὶ καὶ ἔσται εἰς θρῆνον.

Ιεζ. 19,14                   Φωτιά εβγήκεν από την ράβδον ανάμεσα από τους άλλους εκλεκτούς βλαστούς της και την κατέφαγε. Και έτσι δεν υπάρχει εις αυτήν την άμπελον ο εξαιρετικός και ισχυρός εκείνος βλαστός. Η παραβολή αυτή αναφέρεται εις μίαν φυλήν αξιοθρήνητον, και θα είναι η φυλή αυτή αξία θρήνου επί πολύν χρόνον.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 20

 

Ιεζ. 20,1            Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἔτει τῷ ἑβδόμῳ, ἐν τῷ πέμπτῳ μηνί, δεκάτῃ τοῦ μηνός, ἦλθον ἄνδρες ἐκ τῶν πρεσβυτέρων οἴκου Ἰσραὴλ ἐπερωτῆσαι τὸν Κύριον καὶ ἐκάθισαν πρὸ προσώπου μου.

Ιεζ. 20,1                    Κατά το έβδομον έτος, τον πέμπτον μήνα, την δεκάτην του μηνός, ήλθον μερικοί άνδρες από τους πρεσβυτέρους του ισραηλιτικού λαού, να ερωτήσουν τον Κυριον και εκάθισαν ενώπιόν μου.

Ιεζ. 20,2            καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 20,2                    Ο Κυριος ομίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 20,3            υἱὲ ἀνθρώπου, λάλησον πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους τοῦ οἴκου Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· εἰ ἐπερωτῆσαί με ὑμεῖς ἔρχεσθε; ζῶ ἐγὼ εἰ ἀποκριθήσομαι ὑμῖν, λέγει Κύριος·

Ιεζ. 20,3                    “υιέ ανθρώπου, ομίλησε προς τους πρεσβυτέρους του Ιουδαϊκού λαού και είπε προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· Αληθώς έρχεσθε να με ερωτήσετε; Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, ότι δεν θα αποκριθώ κατά τας διαθέσεις σας, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 20,4            εἰ ἐκδικήσω αὐτοὺς ἐκδικήσει, υἱὲ ἀνθρώπου, τὰς ἀνομίας τῶν πατέρων αὐτῶν διαμάρτυραι αὐτοῖς

Ιεζ. 20,4                    Υιέ ανθρώπου, να διαμαρτυρηθής ζωηρώς δια τας αμαρτίας των προγόνων των και ειπέ ότι και αυτούς τους ιδίους θα τιμωρήσω δια τας ιδικάς των αμαρτίας.

Ιεζ. 20,5            καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἀφ᾿ ἧς ἡμέρας ᾑρέτισα τὸν οἶκον Ἰσραὴλ καὶ ἐγνωρίσθην τῷ σπέρματι οἴκου Ἰακὼβ καὶ ἐγνώσθην αὐτοῖς ἐν γῇ Αἰγύπτου καὶ ἀντελαβόμην τῇ χειρί μου αὐτῶν λέγων· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν,

Ιεζ. 20,5                    Ειπέ, λοιπόν, προς αυτούς· Αυτά λέγει ο Κυριος. Από την ημέραν εκείνην, κατά την οποίαν ανάμεσα από όλους τους λαούς εξέλεξα τον ισραηλιτικόν λαόν και κατέστησα τον εαυτόν μου γνωστόν στους απογόνους του Ιακώβ, και εγνωρίσθην εις αυτούς εις την χώραν της Αιγύπτου και τους επήρα με την παντοδύναμον δεξιάν μου, τους είπα· εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας,

Ιεζ. 20,6            ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἀντελαβόμην τῇ χειρί μου αὐτῶν τοῦ ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου εἰς τὴν γῆν, ἣν ἡτοίμασα αὐτοῖς, γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι, κηρίον ἐστὶ παρὰ πᾶσαν τὴν γῆν.

Ιεζ. 20,6                    Κατά την ημέραν εκείνην τους επήρα με την παντοδύναμον δεξιάν μου, δια να βγάλω αυτούς ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου και να τους οδηγήσω εις χώραν, την οποίαν ητοίμασα προς χάριν αυτών· χώραν, η οποία ρέει γάλα και μέλι, χώραν η οποία δια την μεγάλην ευφορίαν της, ομοιάζει με κηρήθραν περισσότερον από κάθε άλλην περιοχήν.

Ιεζ. 20,7            καὶ εἶπα πρὸς αὐτούς· ἕκαστος βδελύγματα τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ἀποῤῥιψάτω, καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν Αἰγύπτου μὴ μιαίνεσθε, ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.

Ιεζ. 20,7                    Είπα προς αυτούς· ο καθένας από σας ας πετάξη μακρυά τα βδελυρά είδωλα, τα οποία εβλέπατε εις την χώραν της Αιγύπτου, και μη μολύνεσθε με τας πονηράς και μολυσμένας πράξεις των κατοίκων της Αιγύπτου. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.

Ιεζ. 20,8            καὶ ἀπέστησαν ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ οὐκ ἠθέλησαν εἰσακοῦσαί μου, τὰ βδελύγματα τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν οὐκ ἀπέῤῥιψαν καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα Αἰγύπτου οὐκ ἐγκατέλιπον. καὶ εἶπα τοῦ ἐκχέαι τὸν θυμόν μου ἐπ᾿ αὐτοὺς τοῦ συντελέσαι τὴν ὀργήν μου ἐν αὐτοῖς ἐν μέσῳ γῆς Αἰγύπτου.

Ιεζ. 20,8                    Αυτοί όμως επεμακρύνθησαν από εμέ, δεν ηθέλησαν να υπακούσουν εις την φωνήν μου. Τα βδελυρά είδωλα, που έβλεπαν εις την χώραν της Αιγύπτου, δεν τα απέρριψαν. Τα αμαρτωλά έργα των Αιγυπτίων δεν τα απηρνήθησαν και δεν τα εγκατέλειψαν. Είπα να αφήσω να εκσπάση ο θυμός μου κατ' αυτών και να ολοκληρώσω την οργήν μου εναντίον των, όταν ακόμη ευρίσκοντο εις την Αίγυπτον.

Ιεζ. 20,9            καὶ ἐποίησα ὅπως τὸ ὄνομά μου τὸ παράπαν μὴ βεβηλωθῇ ἐνώπιον τῶν ἐθνῶν, ὧν αὐτοί εἰσιν ἐν μέσῳ αὐτῶν, ἐν οἷς ἐγνώσθην πρὸς αὐτοὺς ἐνώπιον αὐτῶν τοῦ ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου.

Ιεζ. 20,9                    Επραξα όμως και έδειξα έλεος και συγκατάβασιν προς αυτούς, δια να μη κατηγορηθή και βεβηλωθή καθόλου το Ονομά μου μεταξύ των ειδωλολατρικών λαών, εν μέσω των οποίων αυτοί εζούσαν και ενώπιον των οποίων κατέστησα εις αυτούς γνωστόν το Ονομά μου και υπεσχέθην να τους βγάλω ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου.

Ιεζ. 20,10           καὶ ἤγαγον αὐτοὺς εἰς τὴν ἔρημον

Ιεζ. 20,10                  Και πράγματι, τους εβγαλα ελευθέρους από την Αίγυπτον, τους ωδηγησα εις έρημον περιοχήν

Ιεζ. 20,11           καὶ ἔδωκα αὐτοῖς τὰ προστάγματά μου καὶ τὰ δικαιώματά μου ἐγνώρισα αὐτοῖς, ὅσα ποιήσει αὐτὰ ἄνθρωπος καὶ ζήσεται ἐν αὐτοῖς.

Ιεζ. 20,11                   και εκεί έδωκα εις αυτούς τας εντολάς μου. Κατέστησα εις αυτούς γνωστά τα προστάγματά μου, τα οποία, εάν ο άνθρωπος τα εφαρμόση εις την ζωήν του, θα ζήση ειρηνικός και ασφαλής.

Ιεζ. 20,12           καὶ τὰ σάββατά μου ἔδωκα αὐτοῖς τοῦ εἶναι εἰς σημεῖον ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ἀνὰ μέσον αὐτῶν τοῦ γνῶναι αὐτοὺς διότι ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτούς.

Ιεζ. 20,12                  Εδωσα εις αυτούς την εορτήν και την αργίαν του Σαββάτου, να αγιάζουν το Σαββατον, δια να είναι αυτό σημείον συνδέσμου μεταξύ εμού και μεταξύ αυτών, ώστε να γνωρίζουν και να αισθάνωνται, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος τους εξεχώρισα από τα αλλά έθνη, δια να τους αναδείξω λαόν άγιον.

Ιεζ. 20,13           καὶ εἶπα πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραὴλ ἐν τῇ ἐρήμῳ· ἐν τοῖς προστάγμασί μου πορεύεσθε· καὶ οὐκ ἐπορεύθησαν καὶ τὰ δικαιώματά μου ἀπώσαντο, ἃ ποιήσει αὐτὰ ἄνθρωπος καὶ ζήσεται ἐν αὐτοῖς, καὶ τὰ σάββατά μου ἐβεβήλωσαν σφόδρα. καὶ εἶπα τοῦ ἐκχέαι τὸν θυμόν μου ἐπ᾿ αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ τοῦ ἐξαναλῶσαι αὐτούς.

Ιεζ. 20,13                  Είπα ακόμη στον Ισραηλιτικόν λαόν, όταν ευρίσκετο εις την έρημον· να ζήτε και να πορεύεσθε σύμφωνα με τας εντολάς μου. Εκείνοι όμως δεν επορεύθησαν σύμφωνα με αυτάς και απέρριψαν τα προστάγματά μου, τα οποία εάν ο άνθρωπος εφαρμόση θα ζήση δι' αυτών ειρηνικός και ασφαλής. Εβεβήλωσαν κατά τον χειρότερον τρόπον την αγιότητα και αργίαν του Σαδδάτου. Είπα τότε να αφήσω να εκσπάση ο θυμός μου εναντίον αυτών και εκεί εις την έρημον, που ευρίσκοντο, να τους εξολοθρεύσω τελείως.

Ιεζ. 20,14           καὶ ἐποίησα ὅπως τὸ ὄνομά μου τὸ παράπαν μὴ βεβηλωθῇ ἐνώπιον τῶν ἐθνῶν, ὧν ἐξήγαγον αὐτοὺς κατ᾿ ὀφθαλμοὺς αὐτῶν.

Ιεζ. 20,14                  Δεν έκαμα όμώς αυτό, δια να μη διαβληθή το Ονομά μου ουδ' επ' ελάχιστον από τα έθνη, ενώπιον των οφθαλμών των οποίων έβγαλα αυτούς ελευθέρους από την Αίγυπτον.

Ιεζ. 20,15           καὶ ἐγὼ ἐξῇρα τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ τὸ παράπαν τοῦ μὴ εἰσαγαγεῖν αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν, ἣν ἔδωκα αὐτοῖς, γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι, κηρίον ἐστὶ παρὰ πᾶσαν τὴν γῆν,

Ιεζ. 20,15                  Αλλά, εκεί εις την έρημον, εσήκωσα το χέρι μου και ωρκίσθην εις αυτούς και είπα, ότι κατ' ουδένα τρόπον και λόγον θα τους οδηγήσω εις την χώραν, την οποίαν είχα προορίσει δι' αυτούς, χώραν που ρέει γάλα και μέλι. Είναι κηρήθρα ευφορωτέρα και πλουσιωτέρα από κάθε άλλην χώραν.

Ιεζ. 20,16           ἀνθ᾿ ὧν τὰ δικαιώματά μου ἀπώσαντο καὶ ἐν τοῖς προστάγμασί μου οὐκ ἐπορεύθησαν ἐν αὐτοῖς καὶ τὰ σάββατά μου ἐβεβήλουν καὶ ὀπίσω τῶν ἐνθυμημάτων καρδίας αὐτῶν ἐπορεύοντο.

Ιεζ. 20,16                  Θα τους τιμωρήσω δε έτσι, είπα, διότι αυτοί απέρριψαν τας εντολάς μου, δεν επορεύθησαν και δεν έζησαν σύμφωνα με τα προστάγματά μου. Εβεβήλωσαν δε την αργίαν και αγιότητα του Σαββάτου μου και σύμφωνα με την επιθυμίαν των καρδιών των επορεύθησαν οπίσω των ειδώλων.

Ιεζ. 20,17           καὶ ἐφείσατο ὁ ὀφθαλμός μου ἐπ᾿ αὐτοὺς τοῦ ἐξαλεῖψαι αὐτοὺς καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτοὺς εἰς συντέλειαν ἐν τῇ ἐρήμῳ.

Ιεζ. 20,17                  Ο σπλαγχνικός όμως οφθαλμός μου τους ελυπήθη και δεν τους εξηφάνισα, δεν τους εξωλόθρευσα μέσα εις την έρημον.

Ιεζ. 20,18           καὶ εἶπα πρὸς τὰ τέκνα αὐτῶν ἐν τῇ ἐρήμῳ· ἐν τοῖς νομίμοις τῶν πατέρων ὑμῶν μὴ πορεύεσθε καὶ τὰ δικαιώματα αὐτῶν μὴ φυλάσσεσθε καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν αὐτῶν μὴ συναναμίσγεσθε καὶ μὴ μιαίνεσθε.

Ιεζ. 20,18                  Είπα προς τα απολειφθέντα τέκνα των εις την έρημον· μη πορευθήτε και μη ζήσετε σύμφωνα με τας πονηράς παραδόσεις των πατέρων σας. Τους νόμους των να μη τους τηρήσετε και με τα έργα των να μη έχετε καμμίαν επικοινωνίαν· να μη μολυνθήτε με αυτά.

Ιεζ. 20,19           ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, ἐν τοῖς προστάγμασί μου πορεύεσθε καὶ τὰ δικαιώματά μου φυλάσσεσθε, καὶ ποιεῖτε αὐτά·

Ιεζ. 20,19                  Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας. Να βαδίζετε σύμφωνα με τα προστάγματά μου και να τηρήτε τας εντολάς μου και να τας εφαρμόζετε.

Ιεζ. 20,20           καὶ τὰ σάββατά μου ἁγιάζετε, καὶ ἔστω εἰς σημεῖον ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν τοῦ γινώσκειν διότι ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.

Ιεζ. 20,20                 Να τηρήτε την αργίαν του Σαββάτου και να αγιάζετε αυτό. Τούτο θα είναι σήμείον συνδετικόν μεταξύ εμού και υμών, ώστε να γνωρίζετε, ότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.

Ιεζ. 20,21           καὶ παρεπίκρανάν με καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν, ἐν τοῖς προστάγμασί μου οὐκ ἐπορεύθησαν, καὶ τὰ δικαιώματά μου οὐκ ἐφυλάξαντο τοῦ ποιεῖν αὐτά, ἃ ποιήσει ἄνθρωπος καὶ ζήσεται ἐν αὐτοῖς, καὶ τὰ σάββατά μου ἐβεβήλουν. καὶ εἶπα τοῦ ἐκχέαι τὸν θυμόν μου ἐπ᾿ αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ τοῦ συντελέσαι τὴν ὀργήν μου ἐπ᾿ αὐτούς·

Ιεζ. 20,21                  Παρ' όλα όμως αυτά, και τα τέκνα των με παρεπίκραναν. Δεν έζησαν και δεν επορεύθησαν σύμφωνα με τα προστάγματά μου, δεν ηθέλησαν και δεν προσεπάθησαν να τηρήσουν τας εντολάς μου, τας οποίας, εάν ο άνθρωπος τηρήση, θα ζήση δι' αυτών ειρηνικός και ασφαλής. Τουναντίον εβεβήλωσαν την αργίαν και τον αγιασμόν του Σαββάτου. Είπα, να αφήσω να εκσπάση ο θυμός μου εναντίον των και να ολοκληρώσω την οργήν μου εναντίον αυτών εκεί εις την έρημον.

Ιεζ. 20,22           καὶ ἐποίησα ὅπως τὸ ὄνομά μου τὸ παράπαν μὴ βεβηλωθῇ ἐνώπιον τῶν ἐθνῶν, ὧν ἐξήγαγον αὐτοὺς κατ᾿ ὀφθαλμοὺς αὐτῶν.

Ιεζ. 20,22                 Δεν έπραξα όμως έτσι, δια να μη διαβληθή ούτε επ' ελάχιστον το Ονομά μου ενώπιον των εθνών, εμπρός από τα μάτια των οποίων εβγαλα αυτούς ελευθέρους από την Αίγυπτον.

Ιεζ. 20,23           καὶ ἐξῇρα τὴν χεῖρά μου ἐπ᾿ αὐτοὺς ἐν τῇ ἐρήμῳ τοῦ διασκορπίσαι αὐτοὺς ἐν τοῖς ἔθνεσι καὶ διασπεῖραι αὐτοὺς ἐν ταῖς χώραις,

Ιεζ. 20,23                 Υψωσα όμως το χέρι μου και ωρκίσθην εναντίον των εκεί εις την έρημον, ότι θα τους διασκορπίσω εις τα εθνη· θα τους διασπείρω εις τας διαφόρους χώρας.

Ιεζ. 20,24           ἀνθ᾿ ὧν τὰ δικαιώματά μου οὐκ ἐποίησαν καὶ τὰ προστάγματά μου ἀπώσαντο καὶ τὰ σάββατά μου ἐβεβήλουν, καὶ ὀπίσω τῶν ἐνθυμημάτων τῶν πατέρων αὐτῶν ἦσαν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν.

Ιεζ. 20,24                 Τούτο δέ, διότι δεν ετήρησαν τας εντολάς μου. Τα δε προστάγματά μου τα κατεφρόνησαν, τα Σαββατα μου τα εβεβήλωσαν και τα μάτια των παρακολουθούσαν με αμαρτωλούς πόθους τας ειδωλολατρικάς επιθυμίας των πατέρων των.

Ιεζ. 20,25           καὶ ἐγὼ ἔδωκα αὐτοῖς προστάγματα οὐ καλὰ καὶ δικαιώματα, ἐν οἷς οὐ ζήσονται ἐν αὐτοῖς.

Ιεζ. 20,25                 Δια τούτο εγώ ενομοθέτησα προστάγματα, οχι ευχάριστα δι' αυτούς, αλλά απειλητικά, και εντολάς, δια των οποίων δεν πρόκειται να ζήσουν ειρηνικοί και ασφαλείς εις την χώραν των.

Ιεζ. 20,26           καὶ μιανῶ αὐτοὺς ἐν τοῖς δόμασιν αὐτῶν ἐν τῷ διαπορεύεσθαί με πᾶν διανοῖγον μήτραν, ὅπως ἀφανίσω αὐτούς.

Ιεζ. 20,26                 Θα τους θεωρήσω μολυσμένους εις τας προσφοράς των, διότι κάθε πρωτοτόκον, που ανήκει εις εμέ, το προσφέρουν θυσίαν στο πυρ των ειδώλων και έτσι με παροργίζουν, δια να τους εξαφανίσω.

Ιεζ. 20,27           Διὰ τοῦτο λάλησον πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ, υἱὲ ἀνθρώπου, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἕως τούτου παρώργισάν με οἱ πατέρες ὑμῶν ἐν τοῖς παραπτώμασιν αὐτῶν, ἐν οἷς παρέπεσον εἰς ἐμέ.

Ιεζ. 20,27                 Δια τούτο λάλησε προς τους Ισραηλίτας, υιέ ανθρώπου, και ειπέ προς αυτούς· αυτά λέγει ο Κυριος· Μέχρι τέτοιου σημείου με εξώργισαν οι πατέρες σας με τας παραβάσεις των, εις τας οποίας περιέπεσαν ενώπιόν μου!

Ιεζ. 20,28           καὶ εἰσήγαγον αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν, ἣν ᾖρα τὴν χεῖρά μου τοῦ δοῦναι αὐτὴν αὐτοῖς, καὶ εἶδον πάντα βουνὸν ὑψηλὸν καὶ πᾶν ξύλον κατάσκιον καὶ ἔθυσαν ἐκεῖ τοῖς θεοῖς αὐτῶν καὶ ἔταξαν ἐκεῖ ὀσμὴν εὐωδίας καὶ ἔσπεισαν ἐκεῖ τὰς σπονδὰς αὐτῶν.

Ιεζ. 20,28                 Και όμως εγώ τους ωδήγησα και τους εισήγαγον εις την χώραν, δια την οποίαν ύψωσα το χέρι μου και ωρκίσθην, ότι θα την δώσω εις αυτούς. Εκεί δε αυτοί έστρεψαν τα βλέμματά των και είδαν κάθε υψηλόν λόφον και κάθε βαθύσκιον δένδρον και εκεί προσέφεραν θυσίας στους ειδωλικούς θεούς των· προσέφεραν θυμίαμα και εκαμαν τας σπονδάς των.

Ιεζ. 20,29           καὶ εἶπον πρὸς αὐτούς· τί ἐστιν Ἀβαμά, ὅτι ὑμεῖς εἰσπορεύεσθε ἐκεῖ; καὶ ἐπεκάλεσαν τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἀβαμὰ ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας.

Ιεζ. 20,29                 Είπα τότε προς αυτούς· τι είναι αυτός ο Αβαμά, ο υψηλός τόπος στον οποίον σεις μεταβαίνετε, δια να λατρεύσετε τα είδωλα; Αυτοί δε ωνόμασαν τον τόπον εκείνον Αβαμά και το όνομα αυτό μένει έως την σημερινήν ημέραν.

Ιεζ. 20,30           διὰ τοῦτο εἰπὸν πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ· τάδε λέγει Κύριος· εἰ ἐν ταῖς ἀνομίαις τῶν πατέρων ὑμῶν ὑμεῖς μιαίνεσθε καὶ ὀπίσω τῶν βδελυγμάτων αὐτῶν ὑμεῖς ἐκπορνεύετε,

Ιεζ. 20,30                 Δια τούτο είπε προς τους Ισραηλίτας· αυτά λέγει ο Κυριος· Εάν και εφ' όσον και σεις μολύνεσθε με τας αυτάς παρανομίας των προγόνων σας και πορεύεσθε οπίσω από τα βδελυρά είδωλά των, ώστε να αποστατήτε από εμέ με την πίστιν σας αυτήν εις τα είδωλα,

Ιεζ. 20,31           καὶ ἐν ταῖς ἀπαρχαῖς τῶν δομάτων ὑμῶν, ἐν τοῖς ἀφορισμοῖς, οἷς ὑμεῖς μιαίνεσθε ἐν πᾶσι τοῖς ἐνθυμήμασιν ὑμῶν ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας, καὶ ἐγὼ ἀποκριθῶ ὑμῖν, οἶκος τοῦ Ἰσραήλ; ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, εἰ ἀποκριθήσομαι ὑμῖν, καὶ εἰ ἀναβήσεται ἐπὶ τὸ πνεῦμα ὑμῶν τοῦτο.

Ιεζ. 20,31                  εφ' όσον προσφέρετε και ορίζετε τας προσφοράς των απαρχών σας δια τα είδωλα και μολύνεσθε με όλας αυτάς τας προσφοράς κατά τας πονηράς ειδωλολατρικάς επιθυμίας των καρδιών σας μέχρι της ημέρας αυτής, εγώ τι πρέπει να αποκριθώ εις σας, Ισραηλίται; Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, ότι δεν θα δώσω ευνοϊκάς προς σας απαντήσεις και δεν θα γίνη εκείνο, το οποίον σεις με τον νουν σας σκέπτεσθε και επιθυμείτε.

Ιεζ. 20,32           καὶ οὐκ ἔσται ὃν τρόπον ὑμεῖς λέγετε· ἐσόμεθα ὡς τὰ ἔθνη καὶ ὡς αἱ φυλαὶ τῆς γῆς τοῦ λατρεύειν ξύλοις καὶ λίθοις.

Ιεζ. 20,32                 Δεν θα πραγματοποιηθή εκείνο, το οποίον σεις λέγετε. “Θα γίνωμεν και ημείς όπως τα αλλά ειδωλολατρικά έθνη, όπως και αι άλλαι φυλαί της γης, αι οποίαι λατρεύουν ως θεούς ξύλα και λίθους”.

Ιεζ. 20,33           διὰ τοῦτο, ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἐν χειρὶ κραταιᾷ καὶ ἐν βραχίονι ὑψηλῷ καὶ ἐν θυμῷ κεχυμένῳ βασιλεύσω ἐφ᾿ ὑμᾶς·

Ιεζ. 20,33                  Δια τούτο ορκίζομαι, λέγει ο Κυριος, ότι με την παντοδύναμον δεξιάν μου και με τον ισχυρόν βραχίονά μου και με θυμόν, τον οποίον θα αφήσω να εκσπάση εναντίον σας, θα γίνω βασιλεύς και εξουσιαστής εις σας.

Ιεζ. 20,34           καὶ ἐξάξω ὑμᾶς ἐκ τῶν λαῶν καὶ εἰσδέξομαι ὑμᾶς ἐκ τῶν χωρῶν, οὗ διεσκορπίσθητε ἐν αὐταῖς, ἐν χειρὶ κραταιᾷ καὶ ἐν βραχίονι ὑψηλῷ καὶ ἐν θυμῷ κεχυμένῳ.

Ιεζ. 20,34                 Θα σας βγάλω, βέβαια, από τους λαούς και από τας χώρας, εις τας οποίας σας έχω διασκορπίσει και θα σας υποδεχθώ και πάλιν με την παντοδύναμον δεξιάν μου και τον ισχυρόν βραχίονά μου, και θα αφήσω να εκσπάστη ο θυμός μου εναντίον των εχθρών σας.

Ιεζ. 20,35           καὶ ἄξω ὑμᾶς εἰς τὴν ἔρημον τῶν λαῶν, καὶ διακριθήσομαι πρὸς ὑμᾶς ἐκεῖ πρόσωπον κατὰ πρόσωπον.

Ιεζ. 20,35                  Θα σας οδηγήσω όμως εις την έρημον των λαών περιοχήν και εκεί θα δικασθώ μαζή σας πρόσωπον προς πρόσωπον.

Ιεζ. 20,36           ὃν τρόπον διεκρίθην πρὸς τοὺς πατέρας ὑμῶν ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Αἰγύπτου, οὕτως κρινῶ ὑμᾶς, λέγει Κύριος·

Ιεζ. 20,36                 Οπως έχω κρίνει και ενεργήσει προς τους πατέρας σας, όταν ευρίσκοντο εις την Αίγυπτον, κατά παρόμοιον τρόπον θα κρίνω και σας, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 20,37           καὶ διάξω ὑμᾶς ὑπὸ τὴν ῥάβδον μου καὶ εἰσάξω ὑμᾶς ἐν ἀριθμῷ

Ιεζ. 20,37                  Θα σας περάσω κάτω από την ποιμενικήν μου ράβδον και εις ολίγον αριθμόν θα σας εισαγάγω εις την πατρίδα σας,

Ιεζ. 20,38           καὶ ἐκλέξω ἐξ ὑμῶν τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τοὺς ἀφεστηκότας, διότι ἐκ τῆς παροικεσίας αὐτῶν ἐξάξω αὐτούς, καὶ εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραὴλ οὐκ εἰσελεύσονται· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος Κύριος.

Ιεζ. 20,38                 διότι θα διαλέξω και θα αφαιρέσω από ανάμεσά σας τους ασεβείς, αυτούς που έχουν απομακρυνθή από εμέ. Από τον τόπον της εξορίας θα βγάλω αυτούς, άλλα εις την χώραν της Ιουδαίας δεν θα εισέλθουν. Και θα μάθετε, ότι εγώ είμαι ο Κυριος Κυριος.

Ιεζ. 20,39           καὶ ὑμεῖς οἶκος Ἰσραήλ, τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἕκαστος τὰ ἐπιτηδεύματα αὐτοῦ ἐξάρατε· καὶ μετὰ ταῦτα εἰ ὑμεῖς εἰσακούετέ μου καὶ τὸ ὄνομά μου τὸ ἅγιον οὐ βεβηλώσετε οὐκέτι ἐν τοῖς δώροις ὑμῶν καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ὑμῶν·

Ιεζ. 20,39                 Ακούσατε σεις, οι Ισραηλίται. Αυτά λέγει ο Κυριος Κυριος ο καθένας από σας, ας αποκήρυξη και ας πετάξη μακρυά από τον εαυτόν του τα πονηρά έργα του. Κατόπιν σεις απηλλαγμένοι από τα πονηρά σας έργα θα υπακούσετε εις εμέ. Δεν θα βεβηλώσετε πλέον το Ονομά μου με τας δωρεάς σας στους ειδωλικούς ναούς και με τα πονηρά έργα σας.

Ιεζ. 20,40           διότι ἐπὶ τοῦ ὄρους τοῦ ἁγίου μου, ἐπ᾿ ὄρους ὑψηλοῦ, λέγει Κύριος Κύριος, ἐκεῖ δουλεύσουσί μοι πᾶς οἶκος Ἰσραὴλ εἰς τέλος, καὶ ἐκεῖ προσδέξομαι καὶ ἐκεῖ ἐπισκέψομαι τὰς ἀπαρχὰς ὑμῶν καὶ τὰς ἀπαρχὰς τῶν ἀφορισμῶν ὑμῶν ἐν πᾶσι τοῖς ἁγιάσμασιν ὑμῶν·

Ιεζ. 20,40                 Διότι επάνω στο άγιον όρος μου, επάνω στο υψηλόν όρος, λέγει ο Κυριος Κυριος, εκεί θα με υπηρετούν όλοι οι Ισραηλίται εξ ολοκλήρου. Εκεί θα σας υποδεχθώ, εκεί θα δεχθώ ευχαρίστως τας προσφοράς σας, τας εκλεκτάς προσφοράς, που θα ορίσετε δι εμέ, όλα τα προς εμέ αφιερώματά σας.

Ιεζ. 20,41           ἐν ὀσμῇ εὐωδίας προσδέξομαι ὑμᾶς ἐν τῷ ἐξαγαγεῖν με ὑμᾶς ἐκ τῶν λαῶν καὶ εἰσδέχεσθαι ὑμᾶς ἐκ τῶν χωρῶν, ἐν αἷς διεσκορπίσθητε ἐν αὐταῖς, καὶ ἁγιασθήσομαι ἐν ὑμῖν κατ᾿ ὀφθαλμοὺς τῶν λαῶν.

Ιεζ. 20,41                  Θα σας υποδεχθώ ευχάριστα ως ευωδίαν. Οταν θα σας βγάλω ελευθέρους από τους λαούς, θα σας υποδεχθώ από τας χώρας, εις τας οποίας είχατε διασκορπισθή. Θα δοξασθώ έτσι εν μέσω υμών, ώστε να ίδουν και οι άλλοι λαοί.

Ιεζ. 20,42           καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν με ὑμᾶς εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ, εἰς τὴν γῆν, εἰς ἣν ᾖρα τὴν χεῖρά μου τοῦ δοῦναι αὐτὴν τοῖς πατράσιν ὑμῶν.

Ιεζ. 20,42                 Και θα μάθετε, ότι εγώ είμαι ο Κυριος, όταν θα σας εισαγάγω εις την χώραν του Ισραήλ· εις την χώραν, δια την οποίαν ύψωσα την χείρα μου και ωρκίσθην, να την δώσω στους προγόνους σας.

Ιεζ. 20,43           καὶ μνησθήσεσθε ἐκεῖ τὰς ὁδοὺς ὑμῶν καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα ὑμῶν, ἐν οἷς ἐμιαίνεσθε ἐν αὐτοῖς, καὶ κόψεσθε τὰ πρόσωπα ὑμῶν ἐν πάσαις ταῖς κακίαις ὑμῶν.

Ιεζ. 20,43                 Εκεί θα αναλογισθήτε τους αμαρτωλούς δρόμους της ζωής σας και τα πονηρά σας έργα, με τα οποία είχατε μολυνθήή. Θα θρηνήσουν και θα πενθήσουν τα πρόσωπά σας δι' όλας τας κακίας, τας οποίας προηγουμένως είχατε.

Ιεζ. 20,44           καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος ἐν τῷ ποιῆσαί με οὕτως ὑμῖν, ὅπως τὸ ὄνομά μου μὴ βεβηλωθῇ κατὰ τὰς ὁδοὺς ὑμῶν τὰς κακὰς καὶ κατὰ τὰ ἐπιτηδεύματα ὑμῶν τὰ διεφθαρμένα, λέγει Κύριος. (Μασ. 21,1)

Ιεζ. 20,44                 Και θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο Κυριος, όταν κατ αυτόν τον τρόπον ενεργήσω απέναντι σας. Θα πράξω δε έτσι, δια να μη διαβληθή και μολυνθή το Ονομά μου εξ αιτίας των πονηρών δρόμων και τρόπων της ζωής σας και των διεφθαρμένων έργων σας”, λέγει ο Κυριος. (Μασ. ΚΑ', 1)

Ιεζ. 20,45           καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 20,45                 Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 20,46           υἱὲ ἀνθρώπου, στήρισον τὸ πρόσωπόν σου ἐπὶ Θαιμὰν καὶ ἐπίβλεψον ἐπὶ Δαρὸμ καὶ προφήτευσον ἐπὶ δρυμὸν ἡγούμενον Ναγὲβ

Ιεζ. 20,46                 “υιέ ανθρώπου, στρέψε το πρόσωπόν σου απειλητικόν εναντίον της Θαιμάν, ρίψε βλέμμα απειλητικόν εναντίον της Δαρόμ και προφήτευσε εναντίον του μεγάλου δάσους του Ναγέβ.

Ιεζ. 20,47           καὶ ἐρεῖς τῷ δρυμῷ Ναγέβ· ἄκουε λόγον Κυρίου· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἀνάπτω ἐν σοὶ πῦρ, καὶ καταφάγεται ἐν σοὶ πᾶν ξύλον χλωρὸν καὶ πᾶν ξύλον ξηρόν, οὐ σβεσθήσεται ἡ φλὸξ ἡ ἐξαφθεῖσα, καὶ κατακαυθήσεται ἐν αὐτῇ πᾶν πρόσωπον ἀπὸ ἀπηλιώτου ἕως βοῤῥᾶ·

Ιεζ. 20,47                 Ειπέ στο δάσος αυτό του Ναγέβ· αυτά λέγει Κυριος Κυριος· Ιδού εγώ ανάπτω εις σε φωτιάν και η φωτιά θα καταφάγη όλα τα δένδρα σου, χλωρά και ξηρά, και δεν θα σβησθή η αναφθείσα φλόγα, αλλά μέσα εις αυτήν θα κατακαούν όλοι οι άνθρωποι, από ανατολών μέχρι βορρά.

Ιεζ. 20,48           καὶ ἐπιγνώσεται πᾶσα σὰρξ ὅτι ἐγὼ Κύριος ἐξέκαυσα αὐτὸ καὶ οὐ σβεσθήσεται.

Ιεζ. 20,48                 Και τότε κάθε άνθρωπος θα μάθη ότι εγώ ο Κυριος και Θεός ήναψα την φωτιάν αυτήν, η οποία και δεν θα σβήση”.

Ιεζ. 20,49           καὶ εἶπα· μηδαμῶς Κύριε Κύριε· αὐτοὶ λέγουσι πρός με· οὐχὶ παραβολή ἐστι λεγομένη αὕτη;

Ιεζ. 20,49                 Εγώ είπα τότε· “οχι Κυριε· ποτέ να μη γίνη έτσι”. Εκείνοι όμως αδιάφοροι προς την φωνήν του Κυρίου μου είπαν με επιπολαιότητα· “απλή παραβολή δεν είναι αυτά;”

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 21

 

Ιεζ. 21,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 21,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 21,2            διὰ τοῦτο προφήτευσον, υἱὲ ἀνθρώπου, καὶ στήρισον τὸ πρόσωπόν σου ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐπίβλεψον ἐπὶ τὰ ἅγια αὐτῶν καὶ προφητεύσεις ἐπὶ τὴν γῆν τοῦ Ἰσραὴλ

Ιεζ. 21,2                    “δια τούτο, υιέ ανθρώπου, προφήτευσε και στρέψε απειλητικόν το πρόσωπόν σου εναντίον της Ιερουσαλήμ. Ριψε το βλέμμα σου στους ιερούς τόπους και θα προφητεύσης καθ όλην την χώραν της Ιουδαίας.

Ιεζ. 21,3            καὶ ἐρεῖς πρὸς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ· τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ πρὸς σὲ καὶ ἐκσπάσω τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ καὶ ἐξολοθρεύσω ἐκ σοῦ ἄνομον καὶ ἄδικον·

Ιεζ. 21,3                     Εναντίον της χώρας του Ισραήλ θα είπης· αυτά λέγει ο Κυριος· Ιδού εγώ έρχομαι εναντίον σου, θα ανασπάσω την μάχαιράν μου από την θήκην της και θα εξολοθρεύσω από σε κάθε παράνομον και άδικον άνθρωπον.

Ιεζ. 21,4            ἀνθ᾿ ὧν ἐξολοθρεύσω ἐκ σοῦ ἄδικον καὶ ἄνομον, οὕτως ἐξελεύσεται τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ ἐπὶ πᾶσαν σάρκα ἀπὸ ἀπηλιώτου ἕως βοῤῥᾶ·

Ιεζ. 21,4                    Επαναλαμβάνω δια να εξολοθρεύσω από σε κάθε άδικον και παράνομον άνθρωπον, δι' αυτόν τον σκοπόν θα εξέλθη η μαχαίρα μου από την θήκην αυτής, δια να εξοντώση κάθε αμαρτωλόν ανθρωπον από ανατολών έως βορρά.

Ιεζ. 21,5            καὶ ἐπιγνώσεται πᾶσα σὰρξ διότι ἐγὼ Κύριος ἐξέσπασα τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ καὶ οὐκ ἀποστρέψει οὐκέτι.

Ιεζ. 21,5                     Ετσι κάθε άνθρωπος θα μάθη, ότι εγώ ο Κυριος ανέσπασα την μάχαιράν μου από την θήκην αυτής και δεν θα επιστρέψη πλέον εις αυτήν.

Ιεζ. 21,6            καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, καταστέναξον ἐν συντριβῇ ὀσφύος σου καὶ ἐν ὀδύναις στενάξεις κατ᾿ ὀφθαλμοὺς αὐτῶν.

Ιεζ. 21,6                    Και συ, υιέ ανθρώπου, στέναξε και ξαναστέναξε πολύ, εν συντριβή καρδίας. Βγάλε οδυνηρούς στεναγμούς ενώπιον των οφθαλμών των.

Ιεζ. 21,7            καὶ ἔσται ἐὰν εἴπωσι πρὸς σέ· ἕνεκα τίνος σὺ στενάζεις; καὶ ἐρεῖς· ἐπὶ τῇ ἀγγελίᾳ, διότι ἔρχεται, καὶ θραυσθήσεται πᾶσα καρδία, καὶ πᾶσαι χεῖρες παραλυθήσονται, καὶ ἐκψύξει πᾶσα σὰρξ καὶ πᾶν πνεῦμα, καὶ πάντες μηροὶ μολυνθήσονται ὑγρασίᾳ· ἰδοὺ ἔρχεται καὶ ἔσται λέγει Κύριος.

Ιεζ. 21,7                     Εάν δε και σε ερωτήσουν, διατί συ στενάζεις; Θα πης· δια την αναγγελίαν, ότι έρχεται η καταστροφή και θα θρυμματισθή κάθε καρδία και όλαι αι χείρες θα παραλύσουν από τον τρόμον. Καθε ζωντανή σαρξ και κάθε πνεύμα θα λιποψυχήσουν και ένεκα του τρόμου θα μολυνθούν οι μηροί όλων από το ακάθαρτον υγρόν του σώματος. Ιδού, έρχεται η σύμφορα· και ετσι θα γίνη”, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 21,8            καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με, λέγων·

Ιεζ. 21,8                    Ο Κύριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 21,9            υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος· εἰπόν· ῥομφαία ῥομφαία, ὀξύνου καὶ θυμώθητι,

Ιεζ. 21,9                    “υιέ ανθρώπου, προφήτευσε και ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· ειπέ· Μαχαιρα, μάχαιρα ακονίσου, θύμωσε,

Ιεζ. 21,10           ὅπως σφάξῃς σφάγια, ὀξύνου ὅπως γένῃ εἰς στίλβωσιν, ἑτοίμη εἰς παράλυσιν, σφάζε, ἐξουδένει, ἀπωθοῦ πᾶν ξύλον.

Ιεζ. 21,10                   δια να σφάξης σφάγια. Γινε οξεία και κοπτερή, στίλβουσα, ετοίμη να παραλύσης κάθε άνθρωπον. Σφάζε κατά συνέχειαν, εξωλόθρευε, απομάκρυνε από εμπρός σου κάθε εμπόδιον”.

Ιεζ. 21,11           καὶ ἔδωκεν αὐτὴν ἑτοίμην τοῦ κρατεῖν χεῖρα αὐτοῦ· ἐξηκονήθη ἡ ῥομφαία, ἐστὶν ἑτοίμη τοῦ δοῦναι αὐτὴν εἰς χεῖρα ἀποκεντοῦντος.

Ιεζ. 21,11                   Και έδωκεν ο Κυριος ετοίμην την μάχαιραν αυτήν εις την χείρα του εξολοθρευτού. Η μάχαιρα ηκονίσθη, είναι ετοίμη, δια να την δώση ο Κυριος εις τα χέρια του φονευτού.

Ιεζ. 21,12           ἀνάκραγε καὶ ὀλόλυξον, υἱὲ ἀνθρώπου, ὅτι αὐτὴ ἐγένετο ἐν τῷ λαῷ μου, αὐτὴ ἐν πᾶσι τοῖς ἀφηγουμένοις τοῦ Ἰσραήλ· παροικήσουσιν ἐπὶ ῥομφαίᾳ, ἐγένετο ἐν τῷ λαῷ μου. διὰ τοῦτο κρότησον ἐπὶ τὴν χεῖρά σου,

Ιεζ. 21,12                   “Κραύγασε και ολόλυξε, υιέ ανθρώπου, διότι αυτή η κοπτερή μάχαιρα επέρχεται εναντίον του λαού μου, εναντίον όλων των αρχόντων του Ισραηλιτικού λαού. Ολοι αυτοί κάτω από την απειλήν της φονικής ρομφαίας θα παροικήσουν αιχμάλωτοι εις ξένας χώρας. Αυτό έγινε πλέον εναντίον του λαού μου. Δια τούτο κρότησε τας παλάμας σου,

Ιεζ. 21,13           ὅτι δεδικαίωται· καὶ τί εἰ καὶ φυλὴ ἀπώσθη; οὐκ ἔσται, λέγει Κύριος Κύριος.

Ιεζ. 21,13                   διότι απεδόθη δικαιοσύνη. Και τι σημαίνει, εάν μία φυλή απολεσθή; Δεν θα υπάρχη πλέον αυτή η φυλή, λέγει ο Κυριος Κυριος.

Ιεζ. 21,14           καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον καὶ κρότησον χεῖρα ἐπὶ χεῖρα καὶ διπλασίασον ῥομφαίαν· ἡ τρίτη ῥομφαία τραυματιῶν ἐστι, ῥομφαία τραυματιῶν ἡ μεγάλη καὶ ἐκστήσει αὐτούς,

Ιεζ. 21,14                   Και συ, υιέ ανθρώπου, προφήτευσε, κτύπησε την μίαν παλάμην εις την άλλην, ανάγγειλε και δευτέραν ρομφαίαν ολέθρου. Η τρίτη όμως ρομφαία θα ρίψη κάτω πολλά θύματα, θα είναι ρομφαία τραυματιών, μεγάλη, η οποία θα τους καταπλήξη.

Ιεζ. 21,15           ὅπως θραυσθῇ ἡ καρδία καὶ πληθυνθῶσιν οἱ ἀσθενοῦντες ἐπὶ πᾶσαν πύλην αὐτῶν· παραδέδονται εἰς σφάγια ῥομφαίας, εὖ γέγονεν εἰς σφαγήν, εὖ γέγονεν εἰς στίλβωσιν.

Ιεζ. 21,15                   Ετσι θα συντριβή και θα τρομάξη κάθε ανθρωπίνη καρδία. Πολύ δε πλήθος ασθενούντων ανθρώπων θα συγκεντρωθούν εις όλας τας πύλας των πόλεων. Εκεί όμως θα έχουν παραδοθή προς σφαγήν εις την φονικήν ρομφαίαν. Η μάχαιρα αυτή εξεπλήρωσε καλώς την αποστολήν της, εστιλβώθη καλώς δια τον σκοπόν, που έχει προορισθη.

Ιεζ. 21,16           καὶ διαπορεύου, ὀξύνου, ἐκ δεξιῶν καὶ ἐξ εὐωνύμων, οὗ ἂν τὸ πρόσωπόν σου ἐξεγείρηται.

Ιεζ. 21,16                   Και συ, μάχαιρα, πορεύου δια μέσου του λαού. Γινε οξεία και κοπτερή, κόπτε από τα δεξιά και από τα αριστερά, προς κάθε κατεύθυνσιν, που θα στραφή η κοπτερή σου όψις.

Ιεζ. 21,17           καὶ ἐγὼ δὲ κροτήσω χεῖρά μου πρὸς χεῖρά μου καὶ ἐναφήσω τόν θυμόν μου· ἐγὼ Κύριος λελάληκα.

Ιεζ. 21,17                   Και εγώ θα επικροτώ το ένα μου χέρι με το άλλο και τότε πλέον θα αφήσω να καταπαύση ο θυμός μου. Εγώ ο Κυριος ωμίλησα και ετσι θα γίνη”.

Ιεζ. 21,18           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 21,18                   Ο Κυριος ωμίλησε πάλιν προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 21,19           καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, διάταξον σεαυτῷ δύο ὁδοὺς

Ιεζ. 21,19                   “συ, υιέ ανθρώπου, χάραξε εμπρός σου δύο δρόμους,

Ιεζ. 21,20           τοῦ εἰσελθεῖν ῥομφαίαν βασιλέως Βαβυλῶνος· ἐκ χώρας μιᾶς ἐξελεύσονται αἱ δύο, καὶ χεὶρ ἐν ἀρχῇ ὁδοῦ πόλεως, ἐπ᾿ ἀρχῆς ὁδοῦ διατάξεις τοῦ εἰσελθεῖν ῥομφαίαν ἐπὶ Ῥαββὰθ υἱῶν Ἀμμὼν καὶ ἐπὶ τὴν Ἰουδαίαν καὶ ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ ἐν μέσῳ αὐτῆς.

Ιεζ. 21,20                  δια των οποίων ημπορεί να πέραση η μάχαιρα του βασιλέως της Βαβυλώνος. Και αι δύο αυταί οδοί από μίαν χώραν θα εξέλθουν. Χαραξε ένα σημείον, που θα φανερώνη την αρχήν της οδού της πόλεως. Από την αρχήν της οδού θα χαράξης να εισέλθη η φονική ρομφαία εναντίον της πύλεως Ραββάθ, πρωτευούσης των Αμμωνιτών και εναντίον της Ιουδαίας, εν μέσω και αυτής ταύτης της Ιερουσαλήμ.

Ιεζ. 21,21           διότι στήσεται βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐπὶ τὴν ἀρχαίαν ὁδόν, ἐπ᾿ ἀρχῆς τῶν δύο ὁδῶν, τοῦ μαντεύσασθαι μαντείαν, τοῦ ἀναβράσαι ῥάβδον καὶ ἐπερωτῆσαι ἐν τοῖς γλυπτοῖς καὶ κατασκοπήσασθαι ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ.

Ιεζ. 21,21                   Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, καθώς θα έρχεται, θα σταθή εις την αρχαίαν οδόν· εκεί, όπου αρχίζουν αι δύο οδοί. Θα ερωτήση τα μαντεία να τον πληροφορήσουν, συμβουλευόμενα τας μαγικάς ράβδους των. Θα ερωτήση σχετικώς τα είδωλα και θα προσπαθήση να διακριβώση, αν πρέπει να βαδίση εις τα δεξιά.

Ιεζ. 21,22           ἐγένετο τὸ μαντεῖον ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ τοῦ βαλεῖν χάρακα, τοῦ διανοῖξαι στόμα ἐν βοῇ, ὑψῶσαι φωνὴν μετὰ κραυγῆς, τοῦ βαλεῖν χάρακα ἐπὶ τὰς πύλας αὐτῆς καὶ βαλεῖν χῶμα καὶ οἰκοδομῆσαι βελοστάσεις.

Ιεζ. 21,22                  Εδόθη εις αυτόν πληροφορία από το μαντείον να βαδίση με τον στρατόν του εναντίον της Ιερουσαλήμ, να περιβάλουν αυτήν με χάρακα, να ανοίξουν το στόμα αυτών κραυγάζοντες απειλητικώς εναντίον της, να εκβάλουν πολεμικάς κραυγάς, να ανοίξουν χαράκωμα κοντά εις τας πύλας της, να συσσωρεύσουν χώματα εις ύψος και να στήσουν πολιορκητικάς μηχανάς, που εκτοξεύουν βέλη.

Ιεζ. 21,23           καὶ αὐτὸς αὐτοῖς ὡς μαντευόμενος μαντείαν ἐνώπιον αὐτῶν καὶ αὐτὸς ἀναμιμνήσκων ἀδικίας αὐτοῦ μνησθῆναι.

Ιεζ. 21,23                  Οι Ιουδαίοι θα ίδουν αυτόν να ζητή μαντείας εναντίον των, να ενθυμήται και να υπενθυμιζη τας αδικίας των και την παράβασιν της συνθήκης των.

Ιεζ. 21,24           διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἀνεμνήσατε τὰς ἀδικίας ὑμῶν, ἐν τῷ ἀποκαλυφθῆναι τὰς ἀσεβείας ὑμῶν, τοῦ ὁραθῆναι ἁμαρτίας ὑμῶν ἐν πάσαις ταῖς ἀσεβείαις ὑμῶν καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ὑμῶν, ἀνθ᾿ ἀνεμνήσατε, ἐν τούτοις ἁλώσεσθε.

Ιεζ. 21,24                  Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· επειδή εθυμηθήκατε τας παλαιάς παρανομίας σας, καθώς έχουν επίσης αποκαλυφθη και αι σημεριναί ασέβειαί σας προς εμέ, ώστε να είναι ολοφάνεραι αι αμαρτίαι σας, όλαι αι ασέβειαί σας και αι αδικίαι σας, επειδή με τα πονηρά σας έργα μου ενεθυμήσατε όλην την αμαρτωλότητά σας, δια τούτο και θα εξολοθρευθήτε εξ αιτίας αυτών.

Ιεζ. 21,25           καὶ σύ, βέβηλε, ἄνομε, ἀφηγούμενε τοῦ Ἰσραήλ, οὗ ἥκει ἡ ἡμέρα, ἐν καιρῷ ἀδικίας πέρας,

Ιεζ. 21,25                  Και συ, βέβηλε και παράνομε αρχηγέ του ισραηλιτικού λαού, εναντίον του οποίου ήλθε πλέον η ημέρα της τιμωρίας, δια να τεθή τέρμα στον καιρόν της αδικίας σου, άκουσε τι λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 21,26           τάδε λέγει Κύριος· ἀφείλου τὴν κίδαριν καὶ ἐπέθου τὸν στέφανον· αὕτη οὐ τοιαύτη ἔσται· ἐταπείνωσας τὸ ὑψηλὸν καὶ ὕψωσας τὸ ταπεινόν.

Ιεζ. 21,26                  Αυτά λέγει ο Κυριος· βγάλε από την κεφαλήν σου το πολύτιμον βασιλικόν κάλυμμα, απόθεσε τον στέφανόν σου. Η κίδαρις δεν θα είναι πλέον το κάλυμμα της κεφαλής σου, διότι συ παρεγνώρισες και. εξηυτέλισες τους αξίους. Ετίμησες και ανύψωσες τους αναξίους και χυδαίους.

Ιεζ. 21,27           ἀδικίαν θήσομαι αὐτήν, οὐδ᾿ αὕτη τοιαύτη ἔσται, ἕως οὗ ἔλθῃ ᾧ καθήκει, καὶ παραδώσω αὐτῷ.

Ιεζ. 21,27                  Θα καταλογίσω εις την βασιλείαν σου τας πολυαρίθμους φοβεράς αδικίας και δεν θα παραμείνη εις τα χέρια σου αυτή η βασιλεία, εώς ότου έλθη εκείνος στον οποίον ανήκουν όλα, ο Μεσσίας και Λυτρωτής, προς τον οποίον και θα την παραδώσω.

Ιεζ. 21,28           Καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον, καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος πρὸς τοὺς υἱοὺς Ἀμμὼν καὶ πρὸς τὸν ὀνειδισμὸν αὐτῶν καὶ ἐρεῖς· ῥομφαία ῥομφαία ἐσπασμένη εἰς σφάγια καὶ ἐσπασμένη εἰς συντέλειαν, ἐγείρου ὅπως στίλβῃς

Ιεζ. 21,28                  Και συ, υιέ ανθρώπου, προφήτευσε και ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος προς τους Αμμωνίτας· προς ελέγχόν των ειπέ προς αυτούς· Η μάχαιρα η φοβερά, η οποία έχει ανασπασθή από την θήκην της, δια να σφάξη ωσάν σφάγια τα θύματά της, έχει ανασπασθή από την θήκην της, δια να επιφέρη πλήρη όλεθρον. Σηκω ρομφαία, δια να ακτινοβολήσης την λάμψιν σου.

Ιεζ. 21,29           ἐν τῇ ὁράσει σου τῇ ματαίᾳ καὶ ἐν τῷ μαντεύεσθαί σε ψευδῆ, τοῦ παραδοῦναί σε ἐπὶ τραχήλους τραυματιῶν ἀνόμων, ὧν ἥκει ἡ ἡμέρα, ἐν καιρῷ ἀδικίας πέρας.

Ιεζ. 21,29                  Ανωφελή υπήρξαν δια σας τα οράματα των ψευδοπροφητών σας και αι ψευδείς μαντείαι των μάντεών σας, δια να παραδώσουν σας αμερίμνους εις σφαγήν και όλεθρον των ανόμων, δια τους οποίους έχει φθάσει η ημέρα της τιμωρίας. Ετερματίσθη ο χρόνος της αδικίας των.

Ιεζ. 21,30           ἀπόστρεφε, μὴ καταλύσῃς ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ, ᾧ γεγέννησαι· ἐν τῇ γῇ τῇ ἰδίᾳ σου κρινῶ σε

Ιεζ. 21,30                  Και συ, μάχαιρα των Βαβυλωνίων, μη παραμείνης επί πολύ στον τόπον τούτον, στον οποίον έχεις γεννηθή δι' όλεθρον. Εγώ μέσα εις την ίδικήν σου χώραν θα σε κρίνω και θα σε καταδικάσω.

Ιεζ. 21,31           καὶ ἐκχεῶ ἐπὶ σέ ὀργήν μου, ἐν πυρὶ ὀργῆς μου ἐμφυσήσω ἐπὶ σέ καὶ παραδώσω σε εἰς χεῖρας ἀνδρῶν βαρβάρων τεκταινόντων διαφθοράν.

Ιεζ. 21,31                   Θα αφήσω, ω Αμμωνίται, να εκσπάση η οργή μου και εναντίον σας, θα αναρριπίσω και θα ανάψω την φωτιάν της οργής μου, θα σας παραδώσω εις τα χέρια βαρβάρων ανδρών, οι οποίοι σχεδιάζουν και διαπράττουν με τέχνην πολλήν καταστροφάς.

Ιεζ. 21,32           ἐν πυρὶ ἔσῃ κατάβρωμα, τὸ αἷμά σου ἔσται ἐν μέσῳ τῆς γῆς σου· οὐ μὴ γένηταί σου μνεία, διότι ἐγὼ Κύριος λελάληκα.

Ιεζ. 21,32                  Θα σε καταφάγη το πυρ, και το αίμα των φονευομένων τέκνων σου θα πλημμυρίση την χώραν σου. Θα χαθής και κανείς πλέον δεν θα σε ενθυμηθή. Εγώ, ο Κυριος είπα αυτά και έτσι θα γίνη”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 22

 

Ιεζ. 22,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 22,1                    Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 22,2            καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, εἰ κρινεῖς τὴν πόλιν τῶν αἱμάτων; καὶ παράδειξον αὐτῇ πάσας τὰς ἀνομίας αὐτῆς

Ιεζ. 22,2                    “υιέ ανθρώπου, συ δεν θα κρίνης και δεν θα καταδικάσης την πάλιν των εγκλημάτων; Φανέρωσε καθαρά εις αυτήν όλας τας παρανομίας της.

Ιεζ. 22,3            καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ὦ πόλις ἐκχέουσα αἵματα ἐν μέσῳ αὐτῆς τοῦ ἐλθεῖν καιρὸν αὐτῆς καὶ ποιοῦσα ἐνθυμήματα καθ᾿ ἑαυτῆς, τοῦ μιαίνειν αὐτήν,

Ιεζ. 22,3                    Και θα είπης· Αυτά λέγει ο Κυριος Κυριος· Ω αμαρτωλή πόλις, της οποίας οι κάτοικοι χύνουν αθώα αίματα εν μέσω αυτής, ώστε να έλθη πλέον ο καιρός της τιμωρίας των. Πολις, της οποίας οι κάτοικοι έχουν πάντοτε στον νουν και εις την καρδίαν τα είδωλα, δια να την βεβηλώνουν.

Ιεζ. 22,4            ἐν τοῖς αἵμασιν αὐτῶν, οἷς ἐξέχεας, παραπέπτωκας καὶ ἐν τοῖς ἐνθυμήμασί σου, οἷς ἐποίεις, ἐμιαίνου, καὶ ἤγγισας τὰς ἡμέρας σου καὶ ἤγαγες καιρὸν ἐτῶν σου. διὰ τοῦτο δέδωκά σε εἰς ὀνειδισμὸν τοῖς ἔθνεσι, καὶ εἰς ἐμπαιγμὸν πάσαις ταῖς χώραις

Ιεζ. 22,4                    Με τα αίματα των αθώων ανθρώπων, τα οποία εχύσατε, έχετε περιπέσει εις βαρύτατα αμαρτήματα και με τα είδωλα, τα οποία κατεσκευάσατε, εμολυνθήκατε και έτσι συ, αμαρτωλή πόλις, έγινες αιτία να πλησιάσουν αι ημέραι της καταστροφής σου. Εφερες το τέλος της υπάρξεώς σου. Δια τούτο εγώ θα σε παραδώσω εις τα ειδωλολατρικά έθνη προς εξευτελισμόν σου, προς εμπαιγμόν σου εις όλας τας χώρας,

Ιεζ. 22,5            ταῖς ἐγγιζούσαις πρὸς σὲ καὶ ταῖς μακρὰν ἀπεχούσαις ἀπὸ σοῦ, καὶ ἐμπαίξονται ἐν σοί· ἀκάθαρτος ἡ ὀνομαστὴ καὶ πολλὴ ἐν ταῖς ἀνομίαις.

Ιεζ. 22,5                    αι οποίαι συνορεύουν προς σε και προς εκείνας ακόμη, που ευρίσκονται μακράν από σέ. Ολαι θα σε περιγελάσουν και θα σε εξευτελίσουν, θα είσαι η διαβόητος δια την ηθικήν ακαθαρσίαν σου, δια την πλησμονήν των παρανομιών σου πόλις.

Ιεζ. 22,6            ἰδοὺ οἱ ἀφηγούμενοι οἴκου Ἰσραήλ, ἕκαστος πρὸς τοὺς συγγενεῖς αὐτοῦ συνανεφύροντο ἐν σοί, ὅπως ἐκχέωσιν αἷμα·

Ιεζ. 22,6                    Ιδού, οι άρχοντες του ισραηλιτικού λαού, ο καθένας από αυτούς συνεφύρετο με τους συγγενείς του και συνωμοτούσαν, δια να χύσουν αίμα αθώων ανθρώπων.

Ιεζ. 22,7            πατέρα καὶ μητέρα ἐκακολόγουν ἐν σοί, καὶ πρὸς τὸν προσήλυτον ἀνεστρέφοντο ἐν ἀδικίαις ἐν σοί, ὀρφανὸν καὶ χήραν κατεδυνάστευον ἐν σοί·

Ιεζ. 22,7                    Οι πολίται σου ύβριζαν τον πατέρα και την μητέρα των και με σκοπόν την αδικίαν συνανεστρέφοντο τον προσήλυτον. Τον ορφανόν και την χήραν κατεδυνάστευον εντός της περιοχής σου.

Ιεζ. 22,8            καὶ τὰ ἅγιά μου ἐξουθένουν καὶ τὰ σάββατά μου ἐβεβήλουν ἐν σοί.

Ιεζ. 22,8                    Εξηυτέλιζαν τα ιερά μου, εβεβήλωναν μέσα εις αυτήν ταύτην την πόλιν την αργίαν και τον αγιασμόν του Σαββάτου.

Ιεζ. 22,9            ἄνδρες λῃσταὶ ἦσαν ἐν σοί, ὅπως ἐκχέωσιν ἐν σοὶ αἷμα, καὶ ἐπὶ τῶν ὀρέων ἤσθιον ἐν σοί, ἀνόσια ἐποίουν ἐν μέσῳ σου.

Ιεζ. 22,9                    οι κάτοικοί σου ήταν άνδρες λησταί, δια να χύνουν μέσα εις σέ, ω πόλις, αθώον αίμα. Επάνω εις τα όρη έτρωγαν ειδωλικάς θυσίας και γενικώς εν μέσω σου εξετρέποντο εις ανοσιουργίας.

Ιεζ. 22,10           αἰσχύνην πατρὸς ἀπεκάλυψαν ἐν σοὶ καὶ ἐν ἀκαθαρσίαις ἀποκαθημένην ἐταπείνουν ἐν σοί·

Ιεζ. 22,10                  Υπήρξαν κάτοικοί σου, οι οποίοι προσέβαλαν την τιμήν του πατρός των, και άλλοι ήρχοντο εις ένωσιν και εξηυτέλιζαν γυναίκα η οποία ευρίσκετο εις την ακάθαρτον αυτής ρύσιν.

Ιεζ. 22,11           ἕκαστος τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἠνομοῦσαν, καὶ ἕκαστος τὴν νύμφην αὐτοῦ ἐμίαινεν ἐν ἀσεβείᾳ, καὶ ἕκαστος τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ θυγατέρα τοῦ πατρὸς αὐτοῦ ἐταπείνουν ἐν σοί.

Ιεζ. 22,11                   Καθένας παρανομούσε με την γυναίκα του πλησίον και άλλοι εμόλυναν εν τη ασεβεία των την νύμφην των. Αλλοι ημάρταναν και με αυτήν ακόμη την αδελφήν των, την θυγατέρα του πατρός των.

Ιεζ. 22,12           δῶρα ἐλαμβάνοσαν ἐν σοί, ὅπως ἐκχέωσιν αἷμα, τόκον καὶ πλεονασμὸν ἐλαμβάνοσαν ἐν σοί· καὶ συνετελέσω συντέλειαν κακίας σου τὴν ἐν καταδυναστείᾳ, ἐμοῦ δὲ ἐπελάθου, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 22,12                  Οι κάτοικοί σου ελάμβαναν δώρα, δια να χύσουν αδίκως αίματα αθώων, έπαιρναν τόκον, ελάμβανον όσον το δυνατόν περισσότερα από τους συμπολίτας των. Εφθασες εις ολοκλήρωσιν της κακίας σου καταδυναστεύουσα τα θύματά σου, εμέ δέ με ελησμόνησες, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 22,13           ἐὰν δὲ πατάξω χεῖρά μου πρὸς χεῖρά μου ἐφ᾿ οἷς συντετέλεσαι, οἷς ἐποίησας, καὶ ἐπὶ τοῖς αἵμασί σου τοῖς γεγενημένοις ἐν μέσῳ σου,

Ιεζ. 22,13                  Εάν όμως εγώ κτυπήσω με αγανάκτησιν το ένα χέρι μου προς το άλλο και αποστείλω τιμωρίαν, δι' όσα κακά έχουν πραγματοποιηθή εντός σου, δια τα κακά τα οποία συ διέπραξες, και δια τα αίματα των αθώων, τα οποία εχύθησαν εις τας οδούς σου,

Ιεζ. 22,14           εἰ ὑποστήσεται ἡ καρδία σου; εἰ κρατήσουσιν αἱ χεῖρές σου ἐν ταῖς ἡμέραις, αἷς ἐγὼ ποιῶ ἐν σοί; ἐγὼ Κύριος λελάληκα καὶ ποιήσω.

Ιεζ. 22,14                  θα άνθεξη η καρδία σου αυτήν την τιμωρίαν; Τα χεριά σου κατά τας ημέρας εκείνας, που εγώ θα αποστείλω φοβεράς τας τιμωρίας, θα έχουν την δύναμιν να κρατηθούν και να μη παραλύσουν από τον φόβον; Εγώ ο Κυριος ωμίλησα και έτσι θα κάμω.

Ιεζ. 22,15           καὶ διασκορπιῶ σε ἐν τοῖς ἔθνεσι καὶ διασπερῶ σε ἐν ταῖς χώραις, καὶ ἐκλείψει ἡ ἀκαθαρσία σου ἐκ σοῦ,

Ιεζ. 22,15                  Θα σε διασκορπίσω ανάμεσα εις τα έθνη, θα διασπείρω τα τέκνα σου εις όλας τας χώρας και έτσι θα λείψη ο μολυσμός μέσα από την πόλιν.

Ιεζ. 22,16           καὶ κατακληρονομήσω ἐν σοὶ κατ᾿ ὀφθαλμοὺς τῶν ἐθνῶν· καὶ γνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος. -

Ιεζ. 22,16                  Κατόπιν όμως θα σε αποκαταστήσω και πάλιν εις την κληρονομίαν σου ενώπιον όλων των ειδωλολατρικών εθνών και θα μάθετε, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”.

Ιεζ. 22,17           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 22,17                  Ο Κυριος μου ωμίλησε και είπε·

Ιεζ. 22,18           υἱὲ ἀνθρώπου, ἰδοὺ γεγόνασί μοι ὁ οἶκος Ἰσραὴλ ἀναμεμειγμένοι πάντες χαλκῷ καὶ σιδήρῳ καὶ κασσιτέρῳ καὶ μολίβῳ, ἐν μέσῳ ἀργυρίου ἀναμεμειγμένος ἐστί.

Ιεζ. 22,18                  “υιέ ανθρώπου, ιδού ο ισραηλιτικός μου λαός έγινε λαός ανάμικτος, όπως είναι το μίγμα ευγενών και αγενών μετάλλων, χαλκού, σιδηρού, κασσιτέρου και μολύδδου αναμεμιγμένων με άργυρον.

Ιεζ. 22,19           διὰ τοῦτο εἰπόν· τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐγένεσθε εἰς σύγκρασιν μίαν, διὰ τοῦτο ἐγὼ εἰσδέχομαι ὑμᾶς εἰς μέσον Ἱερουσαλήμ.

Ιεζ. 22,19                  Δια τούτο ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· Επειδή αι κακίαι και αι αρεταί σας έγιναν ένα μίγμα, δια τούτο εγώ θα σας μαζέψω στο μέσον της Ιερουσαλήμ,

Ιεζ. 22,20           καθὼς εἰσδέχεται ἄργυρος καὶ χαλκὸς καὶ σίδηρος καὶ κασσίτερος καὶ μόλιβος εἰς μέσον καμίνου τοῦ ἐκφυσῆσαι εἰς αὐτὸ πῦρ τοῦ χωνευθῆναι, οὕτως εἰσδέξομαι ἐν ὀργῇ μου καὶ συνάξω καὶ χωνεύσω ὑμᾶς

Ιεζ. 22,20                 όπως ακριβώς εισάγεται ο μίγμα του αργύρου, του σιδήρου, κασσιτέρού και μολύδδου μέσα στο χωνευτήριον, δια να λυώση και διαλυθή με το ξάναμμα του πυρός. Κατά παρόμοιον τρόπον θα σας μαζέψω και εγώ εν τη οργή μου εντός της πόλεως και εκεί θα σας τιμωρήσω δια του πυρός.

Ιεζ. 22,21           καὶ ἐκφυσήσω ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐν πυρὶ ὀργῆς μου, καὶ χωνευθήσεσθε ἐν μέσῳ αὐτῆς.

Ιεζ. 22,21                  Με το φύσημά μου θα ξανάψω τη φωτιά της οργής μου και θα χωνευθήτε μέσα εις αυτήν ταύτην την πόλιν.

Ιεζ. 22,22           ὃν τρόπον χωνεύεται ἀργύριον ἐν μέσῳ καμίνου, οὕτως χωνευθύσεσθε ἐν μέσῳ αὐτῆς· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος ἐξέχεα τὸν θυμόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς. -

Ιεζ. 22,22                 Οπως ο άργυρος χωνεύεται μέσα εις την πυρακτωμένην κάμινον, έτσι και σεις θα χωνευθήτε εν μέσω της πόλεως. Και τότε θα μάθετε καλά, ότι εγώ ο Κυριος αφήκα να εκσπάση εναντίον σας η δικαία οργή μου”.

Ιεζ. 22,23           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 22,23                 Ο Κυριος ωμίλησε εις εμέ και είπε·

Ιεζ. 22,24           υἱὲ ἀνθρώπου, εἰπὸν αὐτῇ· σὺ εἶ γῆ ἡ οὐ βρεχομένη, οὐδὲ ὑετὸς ἐγένετο ἐπὶ σὲ ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς·

Ιεζ. 22,24                 “υιέ ανθρώπου ειπέ εις αυτήν την χώραν του Ισραήλ· Συ είσαι μία ξηρά χώρα, η οποία δεν ποτίζεται και δεν καρποφορεί, διότι εξ αιτίας της οργής μου κατά τας ημέρας αυτάς δεν έπεσε βροχή εις σέ.

Ιεζ. 22,25           ἧς οἱ ἀφηγούμενοι ἐν μέσῳ αὐτῆς ὡς λέοντες ὠρυόμενοι ἁρπάζοντες ἁρπάγματα, ψυχὰς κατεσθίοντες ἐν δυναστείᾳ, καὶ τιμὰς λαμβάνοντες ἐν ἀδικίᾳ, καὶ αἱ χῆραί σου ἐπληθύνθησαν ἐν μέσῳ σου.

Ιεζ. 22,25                 Οι άρχοντές σου εν μέσω σου είναι λέοντες, που ωρύονται εναντίον των θυμάτων των. Αρπάζουν και ληστεύουν συνεχώς. Κατατρώγουν μ την δύναμίν των περιουσίας αδυνάτων ανθρώπων, καταλαμβάνουν αξιώματα με αδικίας και εξ αιτίας των πολλών φόνων έχουν πληθυνθή εν μέσω σου αι χήραι.

Ιεζ. 22,26           καὶ οἱ ἱερεῖς αὐτῆς ἠθέτησαν νόμον μου καὶ ἐβεβήλουν τὰ ἅγιά μου· ἀναμέσον ἁγίου καὶ βεβήλου οὐ διέστελλον καὶ ἀναμέσον ἀκαθάρτου καὶ τοῦ καθαροῦ οὐ διέστελλον καὶ ἀπὸ τῶν σαββάτων μου παρεκάλυπτον τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, καὶ ἐβεβηλούμην ἐν μέσῳ αὐτῶν.

Ιεζ. 22,26                 Και αυτοί ακόμη οι ιερείς της πόλεως παρέβησαν τον Νομον μου, εβεβήλωσαν τους ιερούς τόπους, τον ναόν και το θυσιαστήριον. Δεν έχαναν διάκρισιν μεταξύ ιερού πράγματος και βεβήλου. Δεν εξεχώριζαν το νομικώς καθαρόν από το ακάθαρτον. Εσκέπαζαν τα μάτια των και δεν επρόσεχαν τα Σαββατα μου και ετσι εβεβηλωνετο από αυτούς το Ονομά μου εν μέσω των κατοίκων.

Ιεζ. 22,27           οἱ ἄρχοντες αὐτῆς ἐν μέσῳ αὐτῆς ὡς λύκοι ἁρπάζοντες ἁρπάγματα τοῦ ἐκχέαι αἷμα, ὅπως πλεονεξίᾳ πλεονεκτῶσι.

Ιεζ. 22,27                 Οι άρχοντες εν μέσω της πόλεως είναι ωσάν τους λύκους. Αρπάζουν τα θύματα των, χύνουν το αίμα, δια να αποκτήσουν με την αχόρταστον πλεονεξίαν των όσον το δυνατόν περισσότερα.

Ιεζ. 22,28           καὶ οἱ προφῆται αὐτῆς ἀλείφοντες αὐτοὺς πεσοῦνται, ὁρῶντες μάταια, μαντευόμενοι ψευδῆ, λέγοντες· τάδε λέγει Κύριος, καὶ Κύριος οὐκ ἐλάλησε.

Ιεζ. 22,28                 Και οι ψευδοπροφήται της πόλεως, οι οποίοι κολακεύουν και διαφημίζουν τους κακούς άρχοντάς σας, θα καταστραφούν και αυτοί· όλοι αυτοί οι οποίοι βλέπουν ψευδή οράματα και εξαγγέλλουν ψευδείς μαντείας και οι οποίοι λέγουν· “αυτά λέγει ο Κυριος”, ενώ ο Κυριος δεν ωμίλησε καθόλου προς αυτούς.

Ιεζ. 22,29           λαὸν τῆς γῆς ἐκπιεζοῦντες ἀδικίᾳ καὶ διαρπάζοντες ἁρπάγματα, πτωχὸν καὶ πένητα καταδυναστεύοντες καὶ πρὸς τὸν προσήλυτον οὐκ ἀναστρεφόμενοι μετὰ κρίματος.

Ιεζ. 22,29                 Και αυτοί καταπιέζουν με τας αδικίας των τον λαόν της χώρας, ληστεύουν και αρπάζουν τα ξένα πράγματα, πτωχόν και πεινώντα κατατυραννούν και προς τον ξένον δεν αναστρέφονται και δεν φέρονται με δικαιοσύνην.

Ιεζ. 22,30           καὶ ἐζήτουν ἐξ αὐτῶν ἄνδρα ἀναστρεφόμενον ὀρθῶς καὶ ἑστῶτα πρὸ προσώπου μου ὁλοσχερῶς ἐν τῷ καιρῷ τῆς γῆς τοῦ μὴ εἰς τέλος ἐξαλεῖψαι αὐτήν, καὶ οὐχ εὗρον.

Ιεζ. 22,30                 Εζήτησα μεταξύ αυτών άνθρωπον, ο οποίος να συμπεριφέρεται ορθώς και δικαίως, να σταθή άρτιος και ακατηγόρητος ενώπιόν μου κατά την κρίσιμον εποχήν της χώρας αυτής, δια να μη την καταστρέψω τελείως, και δεν ευρήκα.

Ιεζ. 22,31           καὶ ἐξέχεα ἐπ᾿ αὐτὴν θυμόν μου ἐν πυρὶ ὀργῆς μου τοῦ συντελέσαι· τὰς ὁδοὺς αὐτῶν εἰς κεφαλὰς αὐτῶν δέδωκα, λέγει Κύριος Κύριος.

Ιεζ. 22,31                  Δια τούτο αφήκα να ξεσπάση εναντίον της ο δίκαιος θυμός μου και η φωτιά της οργής μου, ώστε να τους εξόντωση. Ερριψα επάνω εις τας κεφαλάς των την ευθύνην δια τους παρανόμους τρόπους και δρόμους της ζωής των”, λέγει ο Κυριος Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 23

 

Ιεζ. 23,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 23,1                     Ο Κυριος ωμίλησεν εις εμέ και είπε·

Ιεζ. 23,2            υἱὲ ἀνθρώπου, δύο γυναῖκες ἦσαν θυγατέρες μητρὸς μιᾶς

Ιεζ. 23,2                    “υιέ ανθρώπου, ήσαν δύο γυναίκες θυγατέρες της αυτής μητρός

Ιεζ. 23,3            καὶ ἐξεπόρνευσαν ἐν Αἰγύπτῳ ἐν τῇ νεότητι αὐτῶν· ἐκεῖ ἔπεσον οἱ μαστοὶ αὐτῶν, ἐκεῖ διεπαρθενεύθησαν.

Ιεζ. 23,3                    και αι οποίαι εζετράπησαν εις πορνείαν εν τη Αιγύπτω κατά την νεότητα των. Εκεί έχασαν την παρθενίαν των και εκρέμασαν οι μαστοί των.

Ιεζ. 23,4            καὶ τὰ ὀνόματα αὐτῶν ἦν Ὀολὰ ἡ πρεσβυτέρα καὶ Ὀολιβὰ ἡ ἀδελφὴ αὐτῆς. καὶ ἐγένοντό μοι καὶ ἔτεκον υἱοὺς καὶ θυγατέρας, καὶ τὰ ὀνόματα αὐτῶν· Σαμάρεια ἦν Ὀολὰ καὶ Ἱερουσαλὴμ ἦν Ὀολιβά.

Ιεζ. 23,4                    Τα ονόματα των ήσαν Οολά της μεγαλυτέρος και Οολιβά της νεωτέρας αδελφής της. Εγώ τας επήρα ως συζύγους δια τον εαυτόν μου και εγέννησαν υιούς και θυγατέρας. Και τα ονόματα των ήσαν· της μεν Οολά Σαμάρεια, της δε Οολιδά Ιερουσαλήμ.

Ιεζ. 23,5            καὶ ἐξεπόρνευσεν ἡ Ὀολὰ ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ ἐπέθετο ἐπὶ τοὺς ἐραστὰς αὐτῆς, ἐπὶ τοὺς Ἀσσυρίους τοὺς ἐγγίζοντας αὐτῇ,

Ιεζ. 23,5                    Η Οολά απεστάτησεν από εμέ, έγινε πόρνη και παρεδόθη στους εραστάς αυτής, στους γείτονάς της τους Ασσυρίους.

Ιεζ. 23,6            ἐνδεδυκότας ὑακίνθινα, ἡγουμένους καὶ στρατηγούς· νεανίσκοι καὶ ἐπίλεκτοι πάντες, ἱππεῖς ἱππαζόμενοι ἐφ᾿ ἵππων.

Ιεζ. 23,6                    Αυτοί εφορούσαν ενδύματα χρώματος υακίνθου (κυανού) και ήσαν άρχοντες λαών και στρατηγοί. Ησαν νέοι κατά την ηλικίαν, όλοι εκλεκτοί ιππείς, οι οποίοι ίππευαν ίππους.

Ιεζ. 23,7            καὶ ἔδωκε τὴν πορνείαν αὐτῆς ἐπ᾿ αὐτούς· ἐπίλεκτοι υἱοὶ Ἀσσυρίων πάντες, καὶ ἐπὶ πάντας, οὓς ἐπέθετο, ἐν πᾶσι τοῖς ἐνθυμήμασιν αὐτοῖς ἐμιαίνετο.

Ιεζ. 23,7                    Εξετράπη αυτή εις πορνείαν μαζή των. Ολοι αυτοί ήσαν επίλεκτοι Ασσύριοι και προς όλους αυτούς παρεδόθη και εις όλα τα είδωλα αυτών εμολύνετο.

Ιεζ. 23,8            καὶ τὴν πορνείαν αὐτῆς ἐξ Αἰγύπτου οὐκ ἐγκατέλιπεν, ὅτι μετ᾿ αὐτῆς ἐκοιμῶντο ἐν νεότητι αὐτῆς, καὶ αὐτοὶ διεπαρθένευσαν αὐτὴν καὶ ἐξέχεαν τὴν πορνείαν αὐτῶν ἐπ᾿ αὐτήν.

Ιεζ. 23,8                    Δεν εγκατέλειψε όμως και την από την Αίγυπτον πορνείαν της, διότι μαζή της εκοιμώντο από της νεανικής της ακόμη ηλικίας οι Αιγύπτιοι και αυτοί της αφήρεσαν την παρθενίαν και εξετράπησαν μαζή της εις την πορνείαν αυτών.

Ιεζ. 23,9            διὰ τοῦτο παρέδωκα αὐτὴν εἰς χεῖρας τῶν ἐραστῶν αὐτῆς, εἰς χεῖρας υἱῶν Ἀσσυρίων, ἐφ᾿ οὓς ἐπετίθετο.

Ιεζ. 23,9                    Δια τούτο την παρέδωσα εις τα χέρια των εραστών της, εις τα χέρια των Ασσυρίων ανδρών, προς τους οποίους αυτή επετίθετο με ακόλαστον επιθυμίαν.

Ιεζ. 23,10           αὐτοὶ ἀπεκάλυψαν τὴν αἰσχύνην αὐτῆς, υἱοὺς καὶ θυγατέρας αὐτῆς ἔλαβον καὶ αὐτὴν ἐν ῥομφαίᾳ ἀπέκτειναν. καὶ ἐγένετο λάλημα εἰς γυναῖκας, καὶ ἐποίησαν ἐκδικήσεις ἐν αὐτῇ εἰς τὰς θυγατέρας. -

Ιεζ. 23,10                  Αυτοί απεκάλυψαν την γυμνότητα της, συνέλαβαν τους υιούς και τας θυγατέρας της. Και αυτήν την ιδίαν με ρομφαίαν την εφόνευσαν. Ετσι η γυναίκα αυτή, που συμβολίζει την Σαμάρειαν, έγινε μολόγημα εις τας άλλας γυναίκας, εις τας άλλας πόλεις, αφού και αυτοί ούτοι οι φίλοι και ερασταί της την ετιμώρησαν· και όχι μόνον αυτήν, αλλά και τας θυγατέρας της, τας εξαρτωμένας δηλαδή από αυτήν κωμοπόλεις.

Ιεζ. 23,11           Καὶ εἶδεν ἡ ἀδελφὴ αὐτῆς Ὀολιβὰ καὶ διέφθειρε τὴν ἐπίθεσιν αὐτῆς ὑπὲρ αὐτὴν καὶ τὴν πορνείαν αὐτῆς ὑπὲρ τὴν πορνείαν τῆς ἀδελφῆς αὐτῆς.

Ιεζ. 23,11                   Η αδελφή της η Οολιβά, η οποία συμβολίζει την Ιερουσαλήμ, είδε το κατάντημα της αδελφής της, δεν εσυνετίσθη, αλλά παρεδόθη με ακολασίαν εις διαφθοράν μεγαλυτέραν από την διαφθοράν εκείνης, εις αποστασίαν και πορνείαν μεγαλυτέραν από την αποστασίαν της αδελφής της.

Ιεζ. 23,12           ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῶν Ἀσσυρίων ἐπέθετο, ἡγουμένους καὶ στρατηγοὺς τοὺς ἐγγὺς αὐτῆς ἐνδεδυκότας εὐπάρυφα, ἱππεῖς ἱππαζομένους ἐφ᾿ ἵππων· νεανίσκοι ἐπίλεκτοι πάντες.

Ιεζ. 23,12                  Εφέρετο με ακόλαστον και ακόρεστον επιθυμίαν προς τους άνδρας των Ασσυρίων, προς τους άρχοντας των λαών και τους διοικητάς στρατευμάτων, τους γείτονάς της, οι οποίοι ήσαν ενδεδυμένοι με ενδύματα, που είχαν ωραίας παρυφάς, ωραίους γύρους, ιππείς οι οποίοι ίππευαν με τέχνην πολλήν ίππους. Ολοι δε ήσαν νέοι εκλεκτοί.

Ιεζ. 23,13           καὶ εἶδον ὅτι μεμίανται· ὁδὸς μία τῶν δύο.

Ιεζ. 23,13                  Είδα, λοιπόν, ότι αι δύο αδελφαί είχαν μολυνθή και εμολύνοντο συνεώώς. Ενας και δια τας δύο ήτο ο τρόπος και ο δρόμος της ζωής των, η αμαρτωλότης.

Ιεζ. 23,14           καὶ προσέθετο πρὸς τὴν πορνείαν αὐτῆς καὶ εἶδεν ἄνδρας ἐζωγραφημένους ἐπὶ τοῦ τοίχου, εἰκόνας Χαλδαίων, ἐζωγραφημένους ἐν γραφίδι,

Ιεζ. 23,14                  Ηύξησεν αυτή την πορνικήν επιθυμίαν της, όταν είδε ζωγραφισμένους άνδρας στους τοίχους, εικόνας των Χαλδαίων, αι οποίαι ήσαν ζωγραφισμένοι με χρωστήρα.

Ιεζ. 23,15           ἐζωσμένους ποικίλματα ἐπὶ τὰς ὀσφύας αὐτῶν, καὶ τιάραι βαπταὶ ἐπὶ τῶν κεφαλῶν αὐτῶν, ὄψις τρισσὴ πάντων, ὁμοίωμα υἱῶν Χαλδαίων, γῆς πατρίδος αὐτῶν,

Ιεζ. 23,15                  Αυτοί παριστάνοντο ζωσμένοι εις τας οσφύας των με ζώνας γεμάτας από ποικίλματα, εφορούσαν πολυχρώμους τιάρας εις τας κεφαλάς των, η μορφή των τους παρουσίαζεν ισχυρούς και επισήμους και ωμοίαζον προς τους υιούς της χώρας των Χαλδαίων, η οποία άλλως τε ήτο και η πατρίς των.

Ιεζ. 23,16           καὶ ἐπέθετο ἐπ᾿ αὐτοὺς τῇ ὁράσει ὀφθαλμῶν αὐτῆς καὶ ἐξαπέστειλεν ἀγγέλους πρὸς αὐτοὺς εἰς γῆν Χαλδαίων.

Ιεζ. 23,16                  Αμέσως μόλις είδε την μορφήν των, εφλογίσθη από πορνικήν επιθυμίαν και έστειλεν αγγελιαφόρους προς αυτούς εις την χώραν των Χαλδαίων.

Ιεζ. 23,17           καὶ ἤλθοσαν πρὸς αὐτὴν υἱοὶ Βαβυλῶνος εἰς κοίτην καταλυόντων καὶ ἐμίαινον αὐτὴν ἐν τῇ πορνείᾳ αὐτῆς, καὶ ἐμιάνθη ἐν αὐτοῖς· καὶ ἀπέστη ἡ ψυχὴ αὐτῆς ἀπ᾿ αὐτῶν.

Ιεζ. 23,17                  Και αυτοί, οι Βαβυλώνιοι, ήλθαν προς αυτήν. Εισήλθαν και κατέλυσαν στον κοιτώνα της και εμόλυναν αυτήν εκτραπέντες μαζή της εις πορνείαν. Ετσι δε εκείνη εμολύνθη μαζή με αυτούς. Αλλά εξ αιτίας του βάθους της διαφθοράς, στο οποίον κατέπεσεν, η ψυχή της τους αηδίασε.

Ιεζ. 23,18           καί ἀπεκάλυψε τὴν πορνείαν αὐτῆς καὶ ἀπεκάλυψεν αἰσχύνην αὐτῆς, καὶ ἀπέστη ἡ ψυχή μου ἀπ᾿ αὐτῆς, ὃν τρόπον ἀπέστη ἡ ψυχή μου ἀπὸ τῆς ἀδελφῆς αὐτῆς.

Ιεζ. 23,18                  Εφανέρωσε με αναίδειαν την πορνείαν της, απεκάλυψε γυμνήν την αναισχυντίαν της. Δια τούτο η ψυχή μου απεμακρύνθη από αυτήν, όπως και από την αδελφήν της.

Ιεζ. 23,19           καὶ ἐπλήθυνας τὴν πορνείαν σου τοῦ ἀναμνῆσαι ἡμέραν νεότητός σου, ἐν αἷς ἐπόρνευσας ἐν Αἰγύπτῳ,

Ιεζ. 23,19                  Επολλαπλασίασες συ τα αμαρτήματα της πορνείας σου, ώστε να ενθυμηθής την εποχήν της νεότητάς σου, όταν είχες παραδοθή εις πορνείαν εκεί εις την Αίγυπτον.

Ιεζ. 23,20           καὶ ἐπέθου ἐπὶ τοὺς Χαλδαίους, ὧν ὡς ὄνων αἱ σάρκες αὐτῶν καὶ αἰδοῖα ἵππων τὰ αἰδοῖα αὐτῶν.

Ιεζ. 23,20                 Ωρμούσες με ακόλαστον επιθυμίαν προς τους Βαβυλωνίους, των οποίων αι σάρκες είναι όμοιαι με τας σάρκας των όνων, και τα αιδοία των, όπως τα αιδοία των ίππων.

Ιεζ. 23,21           καὶ ἐπεσκέψω τὴν ἀνομίαν νεότητός σου, ἃ ἐποίεις ἐν Αἰγύπτῳ ἐν τῷ καταλύματί σου, οὗ οἱ μαστοὶ νεότητός σου. -

Ιεζ. 23,21                  Επραγματοποίησες πάλιν τας αμαρτίας της νεότητάς σου, τας οποίας διέπραττες παραμένουσα εις την Αίγυπτον, εκεί όπου εξ αιτίας της διαφθοράς σου εκρέμασαν οι μαστοί της νεότητός σου.

Ιεζ. 23,22           Διὰ τοῦτο Ὀολιβά, τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐξεγείρω τοὺς ἐραστάς σου ἐπὶ σέ, ἀφ᾿ ὧν ἀπέστη ἡ ψυχή σου ἀπ᾿ αὐτῶν, καὶ ἐπάξω αὐτοὺς ἐπὶ σὲ κυκλόθεν,

Ιεζ. 23,22                 Δια τούτο, ω Οολιβά, αυτά λέγει ο Κυριος. Ιδού εγώ θα εξεγείρω και θα επιφέρω εναντίον σου τούς εραστάς σου, από τους οποίους αηδιασμένη απεμακρύνθη πλέον η ψυχή σου. Θα τους επιφέρω ολόγυρα εναντίον σου·

Ιεζ. 23,23           υἱοὺς Βαβυλῶνος καὶ πάντας τοὺς Χαλδαίους, Φακοὺδ καὶ Σουὲ καὶ Κουὲ καὶ πάντας υἱοὺς Ἀσσυρίων μετ᾿ αὐτῶν, νεανίσκους ἐπιλέκτους, ἡγεμόνας καὶ στρατηγοὺς πάντας, τρισσοὺς καὶ ὀνομαστοὺς ἱππεύοντας ἐφ᾿ ἵππων·

Ιεζ. 23,23                  τους Βαβυλωνίους και όλους τους Χαλδαίους, τους κατοίκους Φακούδ και Σουέ και Κουέ και μαζή με αυτούς όλους τους Ασσυρίους, νέους κατά την ηλικίαν, εκλεκτούς, άρχοντας, όλους διοικητάς στρατευμάτων, επισήμους και ονομαστούς, οι οποίοι με τέχνην ιππεύουν τους ίππους.

Ιεζ. 23,24           καὶ πάντες ἥξουσιν ἐπὶ σὲ ἀπὸ βοῤῥᾶ, ἅρματα καὶ τροχοὶ μετ᾿ ὄχλου λαῶν, θυρεοὶ καὶ πέλται, καὶ βαλοῦσι φυλακὴν ἐπὶ σὲ κύκλῳ.

Ιεζ. 23,24                 Ολοι θα έλθουν εναντίον σου από τας βορείους περιοχάς, με άρματα και με μεταγωγικάς αμάξας, με όχλον πολύν, ωπλισμένοι με μεγάλας και μικράς ασπίδας. Θα σε περικυκλώσουν και θα θέσουν στρατιωτικάς φρουράς ολόγυρά σου.

Ιεζ. 23,25           καὶ δώσω πρὸ προσώπου αὐτῶν κρίμα, καὶ ἐκδικήσουσί σε ἐν τοῖς κρίμασιν αὐτῶν. καὶ δώσω τὸν ζῆλόν μου ἐν σοί, καὶ ποιήσουσι μετὰ σοῦ ἐν ὀργῇ θυμοῦ· μυκτῆρά σου καὶ ὦτά σου ἀφελοῦσι καὶ τοὺς καταλοίπους σου ἐν ῥομφαίᾳ καταβαλοῦσιν. αὐτοὶ υἱούς σου καὶ θυγατέρας σου λήψονται, καὶ τοὺς καταλοίπους σου πῦρ καταφάγεται.

Ιεζ. 23,25                  Θα σε παραδώσω εις τα χέρια των προς καταδίκην σου και αυτοί θα σε τιμωρήσουν σύμφωνα με τους ιδικούς των νόμους. Θα εμβάλω εις αυτούς την κατά σου αγανάκτησίν μου και εκείνοι θα συμπεριφερθούν εναντίον σου με μεγάλην οργήν και θυμόν. Θα σε ακρωτηριάσουν, θα σου κόψουν τους ρώθωνας, θα σου αφαιρέσουν τα αυτιά. Τους δε υπολοίπους θα κατασφάζουν με την ρομφαίαν των. Αυτοί θα πάρουν αιχμαλώτους τους υιούς και τας θυγατέρας σου και τους υπολοίπους θα τους καταφάγη το πυρ.

Ιεζ. 23,26           καὶ ἐκδύσουσί σε τὸν ἱματισμόν σου καὶ λήψονται τὰ σκεύη τῆς καυχήσεώς σου.

Ιεζ. 23,26                 Θα σε γυμνώσουν από τον λαμπρόν ιματισμόν σου και θα πάρουν μαζή των τα ωραία στολίδια σου, δια τα οποία εκαυχάσο.

Ιεζ. 23,27           καὶ ἀποστρέψω τὰς ἀσεβείας σου ἐκ σοῦ καὶ τὴν πορνείαν σου ἐκ γῆς Αἰγύπτου, καὶ οὐ μὴ ἄρῃς τοὺς ὀφθαλμούς σου ἐπ᾿ αὐτούς, καὶ Αἰγύπτου οὐ μὴ μνησθῇς οὐκέτι.

Ιεζ. 23,27                  Ετσι θα απομακρύνω από σε τας ασεβείας σου και την πορνείαν, που διέπραξες εις την χώραν της Αιγύπτου, δια να μη σηκώσης ποτέ τα μάτια σου προς τους εραστάς σου και να μη ενθυμηθής πλέον την εν Αιγύπτω αμαρτωλότητά σου.

Ιεζ. 23,28           διότι τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ παραδίδωμί σε εἰς χεῖρας ὧν μισεῖς, ἀφ᾿ ὧν ἀπέστη ἡ ψυχή σου ἀπ᾿ αὐτῶν.

Ιεζ. 23,28                 Διότι αυτά λέγει ο Κυριος Κυριος· Ιδού, εγώ σε παραδίδω εις τα χέρια εκείνων, τους οποίους συ μισείς εις τα χέρια εκείνων, τους οποίους με αηδίαν έχει αποστραφή η καρδία σου.

Ιεζ. 23,29           καί ποιήσουσιν ἐν σοὶ ἐν μίσει καὶ λήψονται πάντας τοὺς πόνους σου καὶ τοὺς μόχθους σου, καὶ ἔσῃ γυμνὴ καὶ αἰσχύνουσα, καὶ ἀποκαλυφθήσεται αἰσχύνη πορνείας σου καὶ ἀσέβειά σου. καὶ ἡ πορνεία σου

Ιεζ. 23,29                 Και εκείνοι θα φερθούν εναντίον σου με μίσος και θα πράξουν έργα μίσους κατά σου. Θα πάρουν αυτοί όλους τους καρπούς των πονών και των κόπων σου, θα μείνης γυμνή και κατεντροπιασμένη. Ετσι θα φανερωθή και θα γίνη γνωστή η εντροπή της πορνείας σου και η ασέβεια, την οποίαν έδειξες προς εμέ. Ολαι αυταί αι συμφοραί σου συνέβησαν εξ αιτίας της αποστασίας σου.

Ιεζ. 23,30           ἐποίησε ταῦτά σοι ἐν τῷ ἐκπορνεῦσαί σε ὀπίσω ἐθνῶν καὶ ἐμιαίνου ἐν τοῖς ἐνθυμήμασιν αὐτῶν.

Ιεζ. 23,30                  Επειδή παρεδόθης εις πορνείαν ανάμεσα εις τα έθνη και εμολύνεσο συνεχώς με τα είδωλά των.

Ιεζ. 23,31           ἐν τῇ ὁδῷ τῆς ἀδελφῆς σου ἐπορεύθης, καὶ δώσω τὸ ποτήριον αὐτῆς εἰς χεῖράς σου.

Ιεζ. 23,31                  Εβάδισες και συ τον δρόμον της αδελφής σου. Δια τούτο και θα δώσω να πιής και συ το ποτήριον εκείνης.

Ιεζ. 23,32           τάδε λέγει Κύριος· τὸ ποτήριον τῆς ἀδελφῆς σου πίεσαι, τὸ βαθὺ καὶ τὸ πλατύ, τὸ πλεονάζον τοῦ συντελέσαι μέθην,

Ιεζ. 23,32                  Αυτά λέγει ο Κυριος. Το κατάπικρον ποτήριον της αδελφής σου θα το πιής, το βαθύ και το πλατύ, το υπερπλήρες, ώστε να ολοκληρώση την μέθην σου·

Ιεζ. 23,33           καὶ ἐκλύσεως πλησθήσῃ· καὶ τὸ ποτήριον ἀφανισμοῦ, ποτήριον ἀδελφῆς σου Σαμαρείας,

Ιεζ. 23,33                  και θα περιπέσης εις πλήρη παράλυσιν. Το ποτήριον αυτό είναι ο εξαφανισμός σου, Ιερουσαλήμ, όμοιον προς το ποτήριον της αδελφής σου, της Σαμαρείας.

Ιεζ. 23,34           καὶ πίεσαι αὐτό· καὶ τὰς ἑορτὰς καὶ τὰς νουμηνίας αὐτῆς ἀποστρέψω· διότι ἐγὼ λελάληκα, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 23,34                  Θα το πίης. Εγώ θα καταργήσω τας εορτάς σου, όπως και την εορτήν της πρώτης εκάστου μηνός. Εγώ ωμίλησα και θα πραγματοποιήσω αυτά που είπα”, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 23,35           διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐπελάθου μου καὶ ἀπέῤῥιψάς με ὀπίσω τοῦ σώματός σου, καὶ σὺ λαβὲ τὴν ἀσέβειάν σου καὶ τὴν πορνείαν σου. -

Ιεζ. 23,35                  Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· “Επειδή, με ελησμόνησες και με επέταξες πίσω σου, πάρε και συ τώρα την τιμωρίαν σου δια την ασέβειάν σου και την διαφθοράν σου”.

Ιεζ. 23,36           Καὶ εἶπε Κύριος πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, οὐ κρινεῖς τὴν Ὀολὰν καὶ τὴν Ὀολιβάν, καὶ ἀναγγελεῖς αὐταῖς τὰς ἀνομίας αὐτῶν;

Ιεζ. 23,36                  Ο Κυριος είπε προς εμέ· “υιέ ανθρώπου, συ δεν θα κρίνης και δεν θα δικάσης την Οολάν και την Οολιβάν, και δεν θα καταδείξης εις αυτάς τας παρανομίας των;

Ιεζ. 23,37           ὅτι ἐμοιχῶντο, καὶ αἷμα ἐν χερσὶν αὐτῶν· τὰ ἐνθυμήματα αὐτῶν ἐμοιχῶντο, καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν, ἃ ἐγέννησάν μοι, διήγαγον αὐτοῖς δι᾿ ἐμπύρων.

Ιεζ. 23,37                  Διότι αυταί παρεδίδοντο αναισχύντως εις την μοιχείαν και είχαν βάψει τα χέρια των με αίμα αθώων. Αποστατούσαν από εμέ και προσκυνούσαν τα είδωλα των εθνών, και τα παιδιά των, τα οποία εγέννησαν δι' εμέ, τα κατέκαιαν στο πυρ προς τιμήν των ειδώλων.

Ιεζ. 23,38           ἕως καὶ ταῦτα ἐποίησάν μοι· τὰ ἅγιά μου ἐμίαινον καὶ τὰ σάββατά μου ἐβεβήλουν·

Ιεζ. 23,38                  Εφθασαν μέχρι του σημείου να διαπράξουν και αυτάς τας ασεβείας. Τους αγίους δηλαδή τόπους, και τα ιερά σκεύη του ναού τα εμόλυναν, την αργίαν και τον αγιασμόν του Σαββάτου μου εβεβήλωσαν.

Ιεζ. 23,39           καὶ ἐν τῷ σφάζειν αὐτοὺς τὰ τέκνα αὐτῶν τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν καὶ εἰσεπορεύοντο εἰς τὰ ἅγιά μου τοῦ βεβηλοῦν αὐτά· καὶ ὅτι οὕτως ἐποίουν ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου μου.

Ιεζ. 23,39                  Και το φοβερόν, όταν έσφαζαν τα τέκνα των προς χάριν των ειδώλων, μετέβαιναν αμέσως στον ναόν μου και το θυσιαστήριόν μου, δια να τα βεβηλώσουν ! Διέπρατταν αυτάς τας βεβηλώσεις μέσα στον οίκον μου, στον ναόν μου !

Ιεζ. 23,40           καὶ ὅτι τοῖς ἀνδράσι τοῖς ἐρχομένοις μακρόθεν, οἷς ἀγγέλους ἐξαπέστειλαν πρὸς αὐτούς, καὶ ἅμα τῷ ἔρχεσθαι αὐτοὺς εὐθὺς ἐλούου καὶ ἐστιβίζου τοὺς ὀφθαλμούς σου καὶ ἐκόσμου κόσμῳ

Ιεζ. 23,40                 Εφθασαν μέχρι του σημείου να στέλλουν αγγελιαφόρους και να προσκαλούν άνδρας έραστάς των από μακρυνάς χώρας. Και όταν εκείνοι ήρχοντο, συ ελούεσο, έβαφες μαύρους τους οφθαλμούς σου και εστολίζεσο με διάφορα κοσμήματα.

Ιεζ. 23,41           καὶ ἐκάθου ἐπὶ κλίνης ἐστρωμένης, καὶ τράπεζα κεκοσμημένη πρὸ προσώπου αὐτῆς, καὶ τὸ θυμίαμα καὶ τὸ ἔλαιόν μου εὐφραίνοντο ἐν αὐτοῖς.

Ιεζ. 23,41                  Εκάθησο επάνω εις την στρωμένην κλίνην σου, είχες εμπρός σου κοσμημένην τράπεζαν και επάνω εις αυτήν υπήρχε το ιδικόν μου θυμίαμα και το έλαιον, με τα οποία οι ερασταί σου ηυφραίνοντο.

Ιεζ. 23,42           καὶ φωνὴν ἁρμονίας ἀνεκρούοντο, καὶ πρὸς ἄνδρας ἐκ πλήθους ἀνθρώπων ἥκοντας ἐκ τῆς ἐρήμου, καὶ ἐδίδοσαν ψέλλια ἐπὶ τὰς χεῖρας αὐτῶν καὶ στέφανον καυχήσεως ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτῶν.

Ιεζ. 23,42                 Μουσικά όργανα έπαιζαν αρμονίας. Προς δε το πλήθος των ανδρών, οι οποίοι ήρχοντο από την έρημον, εδίδοντο βραχιόλια, δια να τα φορέσουν εις τας χείρας των και λαμπρός στέφανος δια τας κεφαλάς των.

Ιεζ. 23,43           καὶ εἶπα· οὐκ ἐν τούτοις μοιχεύουσι; καὶ ἔργα πόρνης καὶ αὐτὴ ἐξεπόρνευσε.

Ιεζ. 23,43                  Και είπα· λοιπόν, με όλα αυτά δεν διέπρατταν μαζή της μοιχείαν οι ερασταί της; Εργα πορνικά αυτή εξεπόρνευσε.

Ιεζ. 23,44           καὶ εἰσεπορεύοντο πρὸς αὐτήν, ὃν τρόπον εἰσπορεύονται πρὸς γυναῖκα πόρνην, οὕτως εἰσεπορεύοντο πρὸς Ὀολὰν καὶ πρὸς Ὀολιβὰν τοῦ ποιῆσαι ἀνομίαν.

Ιεζ. 23,44                 Οι ξένοι ερασταί της εισήρχοντο στο σπίτι της, όπως εισήρχοντο προς μίαν κοινήν γυναίκα, πόρνην. Ετσι εισήρχοντο στον οίκον της Οολάς, της Σαμαρείας, και της Οολιβάς, της Ιερουσαλήμ, δια να διαπράξουν μαζή της παρανόμους πράξεις.

Ιεζ. 23,45           καὶ ἄνδρες δίκαιοι αὐτοὶ καὶ ἐκδικήσουσιν αὐτὰς ἐκδικήσει μοιχαλίδος καὶ ἐκδικήσει αἵματος, ὅτι μοιχαλίδες εἰσί, καὶ αἷμα ἐν χερσὶν αὐτῶν.

Ιεζ. 23,45                  Αλλα, άνδρες δίκαιοι θα καταδικάσουν αυτάς με την τιμωρίαν, που επιβάλλεται εις τας μοιχαλίδας και τους φονείς. Θα τας τιμωρήσουν, διότι είναι πράγματι μοιχαλίδες και αίμα αθώων ανθρώπων υπάρχει εις τα χέρια των”.

Ιεζ. 23,46           τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἀνάγαγε ἐπ᾿ αὐτὰς ὄχλον καὶ δὸς ἐν αὐταῖς ταραχὴν καὶ διαρπαγὴν

Ιεζ. 23,46                 Αυτά λέγει ο Κυριος Κυριος, προς τους εχθρούς της Σαμαρείας και της Ιερουσαλήμ. “Οδηγήσατε εναντίον αυτών στρατόν πολύν, σκορπίσατε εις αυτάς αναταραχήν και λεηλασίαν.

Ιεζ. 23,47           καὶ λιθοβόλησον ἐπ᾿ αὐτὰς λίθοις ὄχλων καὶ κατακέντει αὐτὰς ἐν τοῖς ξίφεσιν αὐτῶν· υἱοὺς αὐτῶν καὶ θυγατέρας αὐτῶν ἀποκτενοῦσι καὶ τοὺς οἴκους αὐτῶν ἐμπρήσουσι.

Ιεζ. 23,47                  Λιθοβολήσατέ τας με λίθους πολλών ανθρώπων, διαπεράσατέ τας με τα ξίφη σας. Οι άνδρες αυτοί θα φονεύσουν τους υιούς και τας θυγατέρας αυτών και θα θέσουν πυρ εις τα οικήματά των.

Ιεζ. 23,48           καὶ ἀποστρέψω ἀσέβειαν ἐκ τῆς γῆς, καὶ παιδευθήσονται πᾶσαι αἱ γυναῖκες καὶ οὐ μὴ ποιήσουσι κατὰ τὰς ἀσεβείας αὐτῶν.

Ιεζ. 23,48                 Ετσι εγώ θα απομακρύνω από την χώραν την ασέβειαν, που έδειξαν προς εμέ, και όλαι αι γυναίκες, αι διάφοροι πόλεις και κωμοπόλεις, θα διδαχθούν και δεν θα διαπράξουν τας αυτάς ασεβείας απέναντί μου.

Ιεζ. 23,49           καὶ δοθήσεται ἡ ἀσέβεια ὑμῶν ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ τὰς ἁμαρτίας τῶν ἐνθυμημάτων ὑμῶν λήψεσθε· καὶ γνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 23,49                 Με τον τρόπον αυτόν θα πέση η ασέβειά σας επάνω εις τας κεφαλάς σας και θα λάβετε την πρέπουσαν τιμωρίαν δια τας αμαρτίας σας και δια την ποσκύνησιν των ειδώλων. Και θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 24

 

Ιεζ. 24,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με ἐν τῷ ἔτει τῷ ἐνάτῳ, ἐν τῷ μηνὶ τῷ δεκάτῳ, δεκάτῃ τοῦ μηνός, λέγων·

Ιεζ. 24,1                    Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ κατά το ένατον έτος, τον δέκατον μήνα, δεκάτην του μηνός και είπεν·

Ιεζ. 24,2            υἱὲ ἀνθρώπου, γράψον σεαυτῷ εἰς ἡμέραν ἀπὸ τῆς ἡμέρας ταύτης, ἀφ᾿ ἧς ἀπηρείσατο βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐπὶ Ἱερουσαλήμ, ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς σήμερον,

Ιεζ. 24,2                    “υιέ ανθρώπου, γράψε με το ίδιο σου το χέρι από όλας τας άλλας ημέρας ως ξεχωριστήν αυτήν την ημέραν, κατά την οποίαν ο βασιλεύς της Βαβυλώνος έβαλε το χέρι του εναντίον της Ιερουσαλήμ κατά την σημερινήν ημέραν.

Ιεζ. 24,3            καὶ εἰπὸν ἐπὶ τὸν οἶκον τὸν παραπικραίνοντα παραβολὴν καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ἐπίστησον τὸν λέβητα καὶ ἔγχεον εἰς αὐτὸν ὕδωρ

Ιεζ. 24,3                    Ειπέ στον ισραηλιτικόν λαόν, ο οποίος συνεχώς με παραπικραίνει και με παροργίζει, αυτήν την παραβολικήν εικόνα· αυτά λέγει ο Κυριος· Στήσε ένα λέβητα και χύσε μέσα εις αυτόν νερό.

Ιεζ. 24,4            καὶ ἔμβαλε εἰς αὐτὸν τὰ διχοτομήματα, πᾶν διχοτόμημα καλόν, σκέλος καὶ ὦμον ἐκσεσαρκισμένα ἀπὸ τῶν ὀστῶν

Ιεζ. 24,4                    Βαλε μέσα στον λέβητα τεμαχισμένα μέρη ζώου, τα καλύτερα τεμάχια, τους μηρούς και την πλάτην, τας σάρκας μόνον χωρισμένος από τα οστά.

Ιεζ. 24,5            ἐξ ἐπιλέκτων κτηνῶν εἰλημμένων καὶ ὑπόκαιε τὰ ὀστᾶ ὑποκάτω αὐτῶν· ἔζεσεν ἔζεσε, καὶ ἥψηται τὰ ὀστᾶ αὐτῆς ἐν μέσῳ αὐτῆς.

Ιεζ. 24,5                    Αυτά θα ληφθούν από εκλεκτά ζώα. Τα οστά βάλε τα κάτω από τας σάρκας και άναψε φωτιά κάτω από τον λέβητα. Εβρασεν, εβρασεν, εψήθησαν και εκάησαν και αυτά ακόμη τα οστά, που υπήρχον μέσα στον λέβητα.

Ιεζ. 24,6            διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ὦ πόλις αἱμάτων, λέβης ἐν ᾧ ἐστιν ἰὸς ἐν αὐτῷ, καὶ ὁ ἰὸς οὐκ ἐξῆλθεν ἐξ αὐτῆς· κατὰ μέλος αὐτῆς ἐξήνεγκεν, οὐκ ἔπεσεν ἐπ᾿ αὐτὴν κλῆρος.

Ιεζ. 24,6                    Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· Ιερουσαλήμ, πόλις γεμάτη από ανθρώπινα αίματα, συ είσαι ο λέβης, μέσα στον οποίον υπάρχει σκουριά, και η σκουριά δεν φεύγει από επάνω σου. Ενα προς ένα έβγαλες τους κατοίκους σου εις αφανισμόν. Εγινε κλήρωσις, μήπως και σωθή κανείς, και δεν έπεσε κλήρος σωτηρίας εις κανένα.

Ιεζ. 24,7            ὅτι αἷμα αὐτῆς ἐν μέσῳ αὐτῆς ἐστιν, ἐπὶ λεωπετρίαν τέταχα αὐτό. οὐκ ἐκκέχυκα αὐτὸ ἐπὶ τὴν γῆν τοῦ καλύψαι ἐπ᾿ αὐτὸ γῆν·

Ιεζ. 24,7                    Τα αίματα των αθώων, που εχύθησαν εν μέσω σου, εγώ διέταξα να ευρίσκωνται επάνω εις λείαν πέτραν. Δεν αφήκα να χυθούν στο έδαφος, ώστε να τα σκεπάση και να τα κρύψη το χώμα.

Ιεζ. 24,8            τοῦ ἀναβῆναι θυμὸν εἰς ἐκδίκησιν ἐκδικηθῆναι δέδωκα τὸ αἷμα αὐτῆς ἐπὶ λεωπετρίαν τοῦ μὴ καλύψαι αὐτό.

Ιεζ. 24,8                    Η συνεχής παρουσία του αίματος των αθώων επάνω εις την λείαν πέτραν, ώστε να μη σκεπασθούν από το χώμα του εδάφους, έχει γίνει, δια να εξεγείρη τον θυμόν μου και να αποστείλω αυστηράς τιμωρίας εναντίον σας

Ιεζ. 24,9            διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· κἀγὼ μεγαλυνῶ τὸν δαλὸν

Ιεζ. 24,9                    Δια τούτο αυτό λέγει ο Κυριος· εγώ θα ανάψω μεγάλο δαυλί,

Ιεζ. 24,10           καὶ πληθυνῶ τὰ ξύλα καὶ ἀνακαύσω τὸ πῦρ, ὅπως τακῇ τὰ κρέα καὶ ἐλαττωθῇ ὁ ζωμὸς

Ιεζ. 24,10                  θα προσθέσω πλήθος από ξύλα, θα αναζωπυρήσω και θα ενισχύσω τη φωτιά, ώστε να λυώσουν τα κρέατα, να ελαττωθή και να εξαντληθή ο ζωμός.

Ιεζ. 24,11           καὶ στῇ ἐπὶ τοὺς ἄνθρακας, ὅπως προσκαυθῇ καὶ θερμανθῇ ὁ χαλκὸς αὐτῆς καὶ τακῇ ἐν μέσῳ ἀκαθαρσίας αὐτῆς, καὶ ἐκλίπῃ ὁ ἰὸς αὐτῆς,

Ιεζ. 24,11                   Και έτσι ο λέβης, ωχυρωμένη πόλις, θα μείνη επάνω στου άνθρακας αδειανός, δια να θερμανθή πολύ και πυρακτωθή ο χαλκός του λέβητος, και να λυώση εν μέσω αυτού, εν μέσω δηλαδή της πόλεως, η ακαθαρσία της και να εξαλειφθή εντελώς η σκουριά τω κατοίκων της.

Ιεζ. 24,12           καὶ οὐ μὴ ἐξέλθῃ ἐξ αὐτῆς πολὺς ὁ ἰὸς αὐτῆς, καταισχυνθήσεται ὁ ἰὸς αὐτῆς,

Ιεζ. 24,12                  Ετσι δεν θα εξέλθη πλέον από αυτήν άφθονος σκουριά, αλλά θα καταισχυνθή η σκουριά της κακία της, οι πονηροί δηλαδή κάτοικοί της.

Ιεζ. 24,13           ἀνθ᾿ ὧν ἐμιαίνου σύ. καὶ τί ἐὰν μὴ καθαρισθῇς ἔτι, ἕως οὗ ἐμπλήσω τὸν θυμόν μου;

Ιεζ. 24,13                  Από εκείνα, με τα οποία συ, η πόλις τους κατοίκους σου εμολύνεσο, ποίαν θα έχης τώρα συνέπειαν, εάν δεν καθαρισθήτε εντελώς έως την ώραν, κατά την οποίαν θα αφήσω να εκσπάση ο θυμός μου εναντίον σας;

Ιεζ. 24,14           ἐγὼ Κύριος λελάληκα, καὶ ἥξει, καὶ ποιήσω, οὐ διαστελῶ οὐδὲ μὴ ἐλεήσω· κατὰ τὰς ὁδούς σου, καὶ κατὰ τὰ ἐνθυμήματά σου κρινῶ σε, λέγει Κύριος. διὰ τοῦτο ἐγὼ κρινῶ σε κατὰ τὰ αἵματά σου καὶ κατὰ τὰ ἐνθυμήματά σου κρινῶ σε, ἡ ἀκάθαρτος, ἡ ὀνομαστὴ καὶ πολλὴ τοῦ παραπικραίνειν.

Ιεζ. 24,14                  Εγώ, ο Κυριος ωμίλησα και αι τιμωρίαι, τας οποίας είπα θα επέλθουν εναντίον σας. Θα τα πραγματοποιήσω, δεν θα υποστείλω την τιμωρίαν, ούτε θα σας λυπηθώ. Ανάλογα με τους δρόμους και τους τρόπους της ζωής σου, ανάλογα με τας ειδωλολατρικάς διαθέσεις και επιθυμίας σου, εγώ θα σε κρίνω και θα σε δικάσω, λέγει ο Κυριος. Δια την αμετανοησίαν σου εγώ θα σε κρίνω και θα σε καταδικάσω σύμφωνα με την δικαιοσύνην, που απαιτούν τα χυθέντα αθώα αίματα. Συμφωνα με τα ειδωλολατρικάς διαθέσεις και επιθυμίας σου θα σε δικάσω, σε την ακάθαρτον, τη διαβόητον πόλιν, η οποία πολύ με έχη πικράνει και εξοργίσει”, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 24,15           Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 24,15                  Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε·

Ιεζ. 24,16           υἱὲ ἀνθρώπου, ἰδοὺ ἐγὼ λαμβάνω ἐκ σοῦ τὰ ἐπιθυμήματα τῶν ὀφθαλμῶν σου ἐν παρατάξει· οὐ μὴ κοπῇς οὐδ᾿ οὐ μὴ κλαυσθῇς.

Ιεζ. 24,16                  “υιέ ανθρώπου, ιδού εγώ παίρνω με την σειράν το ένα μετά το άλλο και αφαιρώ από σε όλα, όσα επιθυμούν οι οφθαλμοί σου. Δι' αυτά δεν θα εκσπάσης εις κοπετούς, ούτε και θα κλαύσης

Ιεζ. 24,17           στεναγμὸς αἵματος, ὀσφύος, πένθους ἐστίν· οὐκ ἔσται τὸ τρίχωμά σου συμπεπλεγμένον ἐπὶ σὲ καὶ τὰ ὑποδήματά σου ἐν τοῖς ποσί σου, οὐ μὴ παρακληθῇς ἐν χείλεσιν αὐτῶν καὶ ἄρτον ἀνδρῶν οὐ μὴ φάγῃς.

Ιεζ. 24,17                  Μονον βαθύν εσωτερικόν στεναγμόν θα αισθανθής, που θα παραλύη την οσφύν σου, στεναγμόν πένθους. Αι τρίχες της κεφαλής σου δεν θα πλεχθούν, όπως συνηθίζεται εις περιστάσεις πένθους, και τα υποδήματά σου θα ευρίσκωνται πάντοτε στους πόδας σου. Δεν θα δεχθής παρηγορίαν από χείλη ανθρώπων και άρτον τον οποίον συνήθως άνδρες φέρουν εις περιστάσεις πένθους προς παρηγορίαν, δε θα φάγης”.

Ιεζ. 24,18           καὶ ἐλάλησα πρὸς τὸν λαὸν τὸ πρωΐ, ὃν τρόπον ἐνετείλατό μοι, καὶ ἀπέθανεν ἡ γυνή μου ἑσπέρας, καὶ ἐποίησα τὸ πρωΐ ὃν τρόπον ἐπετάγη μοι.

Ιεζ. 24,18                  Εγώ ο προφήτης τα είπα αυτά στον ισραηλιτικόν λαόν κατά την πρωΐαν, όπως ο Κυριος με είχε διατάξει. Την εσπέραν της ιδίας ημέρας πέθανεν η γυνή μου και την επομενην πρωΐαν έπραξα ο,τι με είχε διατάξει ο Κυριος.

Ιεζ. 24,19           καὶ εἶπε πρός με ὁ λαός· οὐκ ἀναγγελεῖς ἡμῖν τί ἐστι ταῦτα, ἃ σὺ ποιεῖς;

Ιεζ. 24,19                  Τοτε ο ισραηλιτικός λαός με ηρώτησε· “δεν θα εξηγήσης εις ημάς τι είναι αυτά, τα οποία συ πράττεις;”

Ιεζ. 24,20           καὶ εἶπα πρὸς αὐτούς· λόγος Κυρίου ἐγένετο πρός με λέγων·

Ιεζ. 24,20                 Και είπα προς αυτούς· “ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και μου είπε·

Ιεζ. 24,21           εἰπὸν πρὸς τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ· τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ βεβηλῶ τὰ ἅγιά μου, φρύαγμα ἰσχύος ὑμῶν, ἐπιθυμήματα ὀφθαλμῶν ὑμῶν, καὶ ὑπὲρ ὧν φείδονται αἱ ψυχαὶ ὑμῶν· καὶ οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, οὓς ἐγκατελίπετε, ἐν ῥομφαίᾳ πεσοῦνται.

Ιεζ. 24,21                  ειπέ στον ισραηλιτικόν λαόν, αυτά λέγει ο Κυριος· Ιδού εγώ θα παραχωρήσω, ώστε να βεβηλωθούν τα άγια πράγματά μου, του ναού και του θυσιαστηρίου, αυτά που αποτελούν την μεγάλην δύναμίν σας· πόθους και επιθυμίας των οφθαλμών σας, αυτά δια τα οποία πονούν και λυπούνται αι ψυχαί σας. Οι υιοί σας και αι θυγατέρες σας, τας οποίας εγκαταλείψατε εις τα χέρια των εχθρών σας, θα πέσουν εν στόματι μαχαίρας.

Ιεζ. 24,22           καὶ ποιήσετε ὃν τρόπον πεποίηκα· ἀπὸ στόματος αὐτῶν οὐ παρακληθήσεσθε καὶ ἄρτον ἀνδρῶν οὐ φάγεσθε,

Ιεζ. 24,22                 Τοτε θα κάμετε και σεις εκείνο, το οποίον εγώ έπραξα. Δεν θα ακούσετε παρηγορίαν από το στόμα άλλων και άρτον, τον οποίον συνήθως φέρουν προς παρηγορίαν εις περιστάσεις πένθους, δεν θα φάγετε.

Ιεζ. 24,23           καὶ αἱ κόμαι ὑμῶν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν, καὶ τὰ ὑποδήματα ὑμῶν ἐν τοῖς ποσὶν ὑμῶν· οὔτε μὴ κόψησθε οὔτε μὴ κλαύσητε, καὶ ἐντακήσεσθε ἐν ταῖς ἀδικίαις ὑμῶν καὶ παρακαλέσετε ἕκαστος τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ.

Ιεζ. 24,23                 Η κόμη σας θα ευρίσκεται, όπως και προηγουμένως, επάνω στο κεφάλι σας, δεν θα πλεχθή κατά πένθιμον τρόπον και τα υποδήματά σας θα υπάρχουν, όπως και προηγουμένως, εις τα πόδια σας. Ούτε εις κοπετούς θα εκσπάσετε, ούτε και θα θρηνήσετε. Θα λυώσετε εξ αιτίας των παρανομιών σας και ο καθένας θα προσπαθή να παρηγορή τον αδελφόν του”.

Ιεζ. 24,24           καὶ ἔσται Ἰεζεκιὴλ ὑμῖν εἰς τέρας· κατὰ πάντα, ὅσα ἐποίησα, ποιήσετε, ὅταν ἔλθῃ ταῦτα· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος. -

Ιεζ. 24,24                 Ετσι εγώ, ο Ιεζεκιήλ, θα είμαι για σας ένα καταπληκτικόν και τρομερόν σημείο· εις όλα, όσα εγώ έκαμα και σεις θα πράξετε, όταν θα συμβούν αυτά. Τοτε θα μάθετε καλά, λέγει ο Κυριος, ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

Ιεζ. 24,25           Καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, οὐχὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ, ὅταν λαμβάνων τὴν ἰσχὺν παρ᾿ αὐτῶν, τὴν ἔπαρσιν τῆς καυχήσεως αὐτῶν, τὰ ἐπιθυμήματα ὀφθαλμῶν αὐτῶν καὶ τὴν ἔπαρσιν ψυχῆς αὐτῶν, υἱοὺς αὐτῶν καὶ θυγατέρας αὐτῶν,

Ιεζ. 24,25                 “Ως προς σε δέ, υιέ ανθρώπου, κατά την ημέραν εκείνην, κατά την οποίαν εγώ θα αφαιρέσω την δύναμιν από τους Ισραηλίτας, την έπαρσιν της αλαζονικής καυχήσεώς των, τα αντικείμενα τα οποία λαχταρούν οι οφθαλμοί των και το καμάρι της ψυχής των, τους υιούς δηλαδή και τας θυγατέρας των, τότε

Ιεζ. 24,26           ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἥξει ὁ ἀνασῳζόμενος πρὸς σὲ τοῦ ἀναγγεῖλαί σοι εἰς τὰ ὦτα;

Ιεζ. 24,26                 κατά την ημέραν εκείνην δεν θα έλθη προς σε κάποιος, ο οποίος θα διαφύγη την καταστροφήν και θα αναγγείλη αυτά προς σέ;

Ιεζ. 24,27           ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ διανοιχθήσεται τὸ στόμα σου πρὸς τὸν ἀνασῳζόμενον καὶ λαλήσεις καὶ οὐ μὴ ἀποκωφωθῇς οὐκέτι· καὶ ἔσῃ αὐτοῖς εἰς τέρας, καὶ ἐπιγνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 24,27                 Κατά την ημέραν εκείνην θα ανοίξης πλατύ το στόμα σου, δια να ομιλήσης προς εκείνους, οι οποίοι θα έχουν διασωθή, θα ομιλήσης και δεν θα σιωπήσης πλέον. Θα είσαι δε δι' αυτούς έως τότε ένα καταπληκτικόν και φοβερόν σημείον. Και οι Ισραηλίται θα μάθουν τότε, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 25

 

Ιεζ. 25,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 25,1                     Ο Κυρίου ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 25,2            υἱὲ ἀνθρώπου, στήρισον τὸ πρόσωπόν σου ἐπὶ τοὺς υἱοὺς Ἀμμὼν καὶ προφήτευσον ἐπ᾿ αὐτοὺς

Ιεζ. 25,2                    “υιέ ανθρώπου, γύρισε το πρόσωπόν σου προς τους Αμμωνίτας, στήριξε εις αυτούς απειλητικόν το βλέμμα σου και προφήτευσον εναντίον των.

Ιεζ. 25,3            καὶ ἐρεῖς τοῖς υἱοῖς Ἀμμών· ἀκούσατε λόγον Κυρίου· τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐπεχάρητε ἐπὶ τὰ ἅγιά μου, ὅτι ἐβεβηλώθη, καὶ ἐπὶ τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἠφανίσθη, καὶ ἐπὶ τὸν οἶκον τοῦ Ἰούδα, ὅτι ἐπορεύθησαν ἐν αἰχμαλωσίᾳ,

Ιεζ. 25,3                    Και ειπέ στους Αμμωνίτας· ακούσατε λόγον Κυρίου. Αυτά λέγει Κυριος· Επειδή σεις ξεδηλώσατε μοχθηράν χαράν που εβεβηλώθησαν τα άγιά μου, ο ναός και το θυσιαστήριον εις την Ιερουσαλήμ, επειδή εχαιρεκακήσατε δια την χώραν του ισραηλιτικού λαού, που παρεδόθη εις όλεθρον και καταστροφήν και ο ισραηλιτικός λαός ωδηγήθη εις αιχμαλωσίαν,

Ιεζ. 25,4            διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ παραδίδωμι ὑμᾶς τοῖς υἱοῖς Κεδὲμ εἰς κληρονομίαν, καὶ κατασκηνώσουσιν ἐν τῇ ἀπαρτίᾳ αὐτῶν ἐν σοὶ καὶ δώσουσιν ἐν σοὶ τὰ σκηνώματα αὐτῶν· αὐτοὶ φάγονται τοὺς καρπούς σου, καὶ αὐτοὶ πίονται τὴν πιότητά σου.

Ιεζ. 25,4                    δια τούτο εγώ θα σας παραδώσω στους λαούς Κεδέμ, δια να κληρονομήσουν εκείνοι σας και την χώραν σας. Θα ελθουν όλοι αυτοί με τας γυναίκας και τα παιδιά των, δια να κατοικήσουν εις την περιοχήν σας και να διαμοιρασθούν μεταξύ των τας κατοικίας σας. Αυτοί θα φάγουν τους καρπούς σας και αυτοί θα απολαύσουν την πλουσίαν παραγωγήν της χώρας σας.

Ιεζ. 25,5            καὶ δώσω τὴν πόλιν τοῦ Ἀμμὼν εἰς νομὰς καμήλων καὶ τοὺς υἱοὺς Ἀμμὼν εἰς νομὴν προβάτων· καὶ ἐπιγνώσεσθε διότι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 25,5                    Θα παραχωρήσω και θα καταστήσω την πρωτεύουσαν των Αμωνιτών βοσκήν καμήλων, τα δε παιδιά των Αμμωνιτών βοσκούς προβάτων. Ετσι θα μάθετε, ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

Ιεζ. 25,6            διότι τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐκρότησας τὴν χεῖρά σου καὶ ἐψόφησας τῷ ποδί σου καὶ ἐπέχαρας ἐκ ψυχῆς σου ἐπὶ τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ,

Ιεζ. 25,6                    Διότι αυτά λέγει ο Κυριος· Επειδή σεις οι Αμμωνίται εχειροκροτήσατε και εκτυπήσατε θορυβωδώς τα πόδια σας και εδοκιμάσατε με όλην σας την ψυχήν μοχθηράν χαράν δια την συμφοράν της χώρας του Ισραήλ,

Ιεζ. 25,7            διὰ τοῦτο ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπὶ σὲ καὶ δώσω σε εἰς διαρπαγὴν ἐν τοῖς ἔθνεσι καὶ ἐξολοθρεύσω σε ἐκ τῶν λαῶν καὶ ἀπολῶ σε ἐκ τῶν χωρῶν ἀπωλείᾳ· καὶ ἐπιγνώσῃ διότι ἐγὼ Κύριος. -

Ιεζ. 25,7                    δια τούτο εγώ θα απλώσω την τιμωρόν και δικαίαν χείρα μου εναντίον σας και θα σας παραδώσω εις διαρπαγήν εκ μέρους άλλων εθνών, και θα σας εξολοθρεύσω ανάμεσα από τους λαούς και θα σας εξαφανίσω τελείως από τας χώρας σας και θα μάθετε καλά, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”.

Ιεζ. 25,8            Τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν εἶπε Μωάβ· ἰδοὺ ὃν τρόπον πάντα τὰ ἔθνη οἶκος Ἰσραὴλ καὶ Ἰούδα,

Ιεζ. 25,8                    Αυτά λέγει ο Κυριος και προς τους Μωαβίτας· “επειδή σεις με μοχθηράν χαράν είπατε, ότι ιδού ο Ισραηλιτικός και ο ιουδαϊκός λαός είναι ωσάν τα ειδωλολατρικά και ασεβή έθνη !

Ιεζ. 25,9            διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ παραλύω τὸν ὦμον Μωὰβ ἀπὸ πόλεων ἀκρωτηρίων αὐτοῦ, ἐκλεκτὴν γῆν, οἶκον Ἀσιμοὺθ ἐπάνω πηγῆς πόλεως παραθαλασσίας.

Ιεζ. 25,9                    Δια τούτο ιδού εγώ παραλύω την δύναμιν των Μωαβιτών από τας ακραίας οχυράς πόλεις και εντεύθεν, την εκλεκτήν περιοχήν μέχρι και εις την θέσιν Μπεθ- Ασιμούθ, επάνω από την πηγήν της πόλεως, πλησίον της Νεκράς Θαλάσσης.

Ιεζ. 25,10           τοῖς υἱοῖς Κεδὲμ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς Ἀμμὼν δέδωκα αὐτοὺς εἰς κληρονομίαν, ὅπως μὴ μνεία γένηται τῶν υἱῶν Ἀμμών·

Ιεζ. 25,10                  Εις τους λαούς Κεδέμ παρέδωσα τους Αμμωνίτας, δια να τους κληρονομήσουν, ώστε να μη υπάρχη καμμία ανάμνησις πλέον των Αμμωνιτών.

Ιεζ. 25,11           καὶ εἰς Μωὰβ ποιήσω ἐκδίκησιν, καὶ ἐπιγνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος. -

Ιεζ. 25,11                   Θα τιμωρήσω και τους Μωαβίτας και ετσι θα μάθουν όλοι, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”.

Ιεζ. 25,12           Τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐποίησεν ἡ Ἰδουμαία ἐν τῷ ἐκδικῆσαι αὐτοὺς ἐκδίκησιν εἰς τὸν οἶκον Ἰούδα καὶ ἐμνησικάκησαν καὶ ἐξεδίκησαν δίκην,

Ιεζ. 25,12                  Αυτά λέγει ο Κυριος· “επειδή οι κάτοικοι της Ιδουμαίας ευρήκαν ευκαιρίαν και εξεδικήθησαν σκληράν εκδίκησιν εναντίον των Ιουδαίων, εμνησικάκησαν δια το παρελθόν και τους εξεδικήθησαν τώρα,

Ιεζ. 25,13           διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· καὶ ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου ἐπὶ τὴν Ἰδουμαίαν καὶ ἐξολοθρεύσω ἐξ αὐτῆς ἄνθρωπον καὶ κτῆνος καὶ θήσομαι αὐτὴν ἔρημον, καὶ ἐκ Θαιμὰν διωκόμενοι ἐν ῥομφαίᾳ πεσοῦνται.

Ιεζ. 25,13                  δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· θα απλώσω τιμωρόν την χείρά μου και εναντίον της Ιδουμαίας και θα εξολοθρεύσω από αυτήν ανθρώπους και ζώα· θα την μεταβάλω εις έρημον. Εν στόματι δε μαχαίρας θα πέσουν, όσοι θα διαφύγουν από την Θαιμάν ζητούντες σωτηρίαν.

Ιεζ. 25,14           καὶ δώσω ἐκδίκησίν μου ἐπὶ τὴν Ἰδουμαίαν ἐν χειρὶ λαοῦ μου Ἰσραήλ, καὶ ποιήσουσιν ἐν τῇ Ἰδουμαίᾳ κατὰ τὴν ὀργήν μου καὶ κατὰ τὸν θυμόν μου· καὶ ἐπιγνώσονται τὴν ἐκδίκησίν μου, λέγει Κύριος. -

Ιεζ. 25,14                  Δια του ισραηλιτικού λαού μου θα τιμωρήσω εγώ τους Ιδουμαίους. Οι Ισραηλίται θα επιφέρουν τιμωρίας εναντίον της Ιδουμαίας, ανάλογα με την οργήν και τον θυμόν μου. Και θα μάθουν τότε οι Ιδουμαίοι την τιμωρίαν, την οποίαν εγώ τους απέστειλα”, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 25,15           Διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ἐποίησαν οἱ ἀλλόφυλοι ἐν ἐκδικήσει καὶ ἐξανέστησαν ἐκδίκησιν ἐπιχαίροντες ἐκ ψυχῆς τοῦ ἐξαλεῖψαι ἕως ἑνός,

Ιεζ. 25,15                  Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· “επειδή οι Φιλισταίοι, ποθούντες εκδίκησιν, ξηγέρθησαν κατά των Ισραηλιτών και τους εξεδικήθησαν δοκιμάζοντες με όλην των την ψυχήν μοχθηράν χαράν και επιθυμούντες να εξολοθρευθούν οι Ιουδαίοι μέχρις ενός,

Ιεζ. 25,16           διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐκτείνω τὴν χεῖρά μου ἐπὶ τοὺς ἀλλοφύλους καὶ ἐξολοθρεύσω Κρῆτας καὶ ἀπολῶ τοὺς καταλοίπους τοὺς κατοικοῦντας τὴν παραλίαν·

Ιεζ. 25,16                  δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· Ιδού, εγώ εκτείνω την τιμωρόν χείρα μου εναντίον των Φιλισταίων και θα εξολοθρεύσω τους Κρήτας και θα καταστρέψω όλους τους κατοίκους, που έχουν απομείνει εις την παραλίαν.

Ιεζ. 25,17           καὶ ποιήσω ἐν αὐτοῖς ἐκδικήσεις μεγάλας, καὶ ἐπιγνώσονται διότι ἐγὼ Κύριος ἐν τῷ δοῦναι τὴν ἐκδίκησίν μου ἐπ᾿ αὐτούς.

Ιεζ. 25,17                  Θα αποστείλω μεγάλας και σκληράς τιμωρίας εναντίον των. Και έτσι, όταν θα επιφέρω την τιμωρίαν αυτήν εναντίον των, θα μάθουν καλά, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 26

 

Ιεζ. 26,1            Καὶ ἐγενήθη ἐν τῷ ἑνδεκάτῳ ἔτει, μιᾷ τοῦ μηνός, ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 26,1                    Την πρώτην ημέραν του μηνός, του ενδεκάτου έτους από της ημέρας της αιχμαλωσίας, ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 26,2            υἱὲ ἀνθρώπου, ἀνθ᾿ ὧν εἶπε Σὸρ ἐπὶ Ἱερουσαλήμ· εὖγε, συνετρίβη, ἀπόλωλε τὰ ἔθνη, ἐπεστράφη πρός με, ἡ πλήρης ἠρήμωται,

Ιεζ. 26,2                    “υιέ ανθρώπου, επειδή η Τυρος, μοχθηρώς χαίρουσα, είπεν εναντίον της Ιερουσαλήμ· “εύγε ! η πόλις συνετρίβη, κατεστράφη, τα έθνη και το εμπόριόν των εστράφησαν προς εμέ, η άλλοτε πολυάριθμος Ιερουσαλήμ έχει πλέον ερημωθή”,

Ιεζ. 26,3            διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ σέ, Σόρ, καὶ ἀνάξω ἐπὶ σὲ ἔθνη πολλά, ὡς ἀναβαίνει ἡ θάλασσα τοῖς κύμασιν αὐτῆς.

Ιεζ. 26,3                    δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος εναντίον της Τυρου· Ιδού, εγώ επέρχομαι εναντίον σου, Τυρος, και θα οδηγήσω εναντίον σου έθνη πολλά, όπως ακριβώς έρχονται τα κύματα της θαλάσσης το ένα κατόπιν του άλλου.

Ιεζ. 26,4            καὶ καταβαλοῦσι τὰ τείχη Σὸρ καὶ καταβαλοῦσι τοὺς πύργους σου, καὶ λικμήσω τὸν χοῦν αὐτῆς ἀπ᾿ αὐτῆς καὶ δώσω αὐτὴν εἰς λεωπετρίαν.

Ιεζ. 26,4                    Θα κρημνίσουν τα τείχη σου, θα ρίψουν κάτω εις ερείπια τους πολεμικούς πύργους σου, θα επιτρέψω εγώ να λιχνίσουν και εξαφανίσουν και αυτό το χώμα από το έδαφός της και θα καταστήσουν αυτήν ξηράν ωσάν την λείαν πέτραν.

Ιεζ. 26,5            ψυγμὸς σαγηνῶν ἔσται ἐν μέσῳ θαλάσσης, ὅτι ἐγὼ λελάληκα, λέγει Κύριος· καὶ ἔσται εἰς προνομὴν τοῖς ἔθνεσι.

Ιεζ. 26,5                    Ανάμεσα εις τας άλλας παραλίους περιοχάς θα γίνη η ερημωμένη Τυρος χώρος, όπου θα στεγνώνουν οι αλιείς τα δίκτυά των. Εγώ ελάλησα, λέγει ο Κυριος και αυτό θα γίνη. Η Τυρος θα γίνη λεία των ειδωλολατρικών εθνών.

Ιεζ. 26,6            καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς αἱ ἐν τῷ πεδίῳ μαχαίρᾳ ἀναιρεθήσονται, καὶ γνώσονται ὅτι ἐγὼ Κύριος.

Ιεζ. 26,6                    Αι ανά την πεδιάδα κωμοπόλεις αυτής θα καταληφθούν από τους εχθρούς και οι κάτοικοί των θα θανατωθούν εν στόματι μαχαίρας, και θα μάθουν, ότι εγώ είμαι ο Κυριος.

Ιεζ. 26,7            ὅτι τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπάγω ἐπὶ σέ, Σόρ, τὸν Ναβουχοδονόσορ βασιλέα Βαβυλῶνος ἀπὸ τοῦ βοῤῥᾶ (βασιλεὺς βασιλέων ἐστί) μεθ᾿ ἵππων καὶ ἁρμάτων καὶ ἱππέων καὶ συναγωγῆς ἐθνῶν πολλῶν σφόδρα.

Ιεζ. 26,7                    Αυτά λέγει ο Κυριος· ιδού εγώ επιφέρω εναντίον σου, Τυρος, τον Ναβουχοδονόσορα βασιλέα της Βαβυλώνος, από την περιοχήν του βορρά (αυτός είναι βασιλεύς των βασιλέων) με ιππικόν, με άρματα, με ιππείς, με πολύ μεγάλο πλήθος εθνών.

Ιεζ. 26,8            οὗτος τὰς θυγατέρας σου τὰς ἐν τῷ πεδίῳ μαχαίρᾳ ἀνελεῖ καὶ δώσει ἐπὶ σὲ προφυλακὴν καὶ περιοικοδομήσει καὶ ποιήσει ἐπὶ σὲ κύκλῳ χάρακα καὶ περίστασιν ὅπλων καὶ τὰς λόγχας αὐτοῦ ἀπέναντί σου δώσει·

Ιεζ. 26,8                    Αυτός εν στόματι μαχαίρας θα φονεύση τους κατοίκους των κωμοπόλεών σου ανά την πεδιάδα, θα εγκαταστήση εις την περιοχήν σου στρατιωτικάς φρουράς, θα οικοδομήση ολόγυρα οχυρούς πύργους, θα ανοίξη γύρω σου χαρακώματα, θα εγκαταστήση απέναντί σου οπλοφόρους και λογχοφόρους.

Ιεζ. 26,9            τὰ τείχη σου καὶ τοὺς πύργους σου καταβαλεῖ ἐν ταῖς μαχαίραις αὐτοῦ.

Ιεζ. 26,9                    Θα κρημνίση τα τείχη και τους οχυρούς πύργους σου με τα πολεμικά του όργανα.

Ιεζ. 26,10           ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἵππων αὐτοῦ κατακαλύψει σε ὁ κονιορτὸς αὐτῶν, καὶ ἀπὸ τῆς φωνῆς τῶν ἱππέων αὐτοῦ καὶ τῶν τροχῶν τῶν ἁρμάτων αὐτοῦ σεισθήσεται τὰ τείχη σου εἰσπορευομένου αὐτοῦ τὰς πύλας σου, ὡς εἰσπορευόμενος εἰς πόλιν ἐκ πεδίου.

Ιεζ. 26,10                  Από το πολυάριθμον πλήθος του ιππικού του θα εγερθή κονιορτός, ο οποίος θα σε σκεπάση εξ ολοκλήρου. Και από τον θόρυβον των ιππέων του και των τροχών των αρμάτων του θα συγκλονισθούν τα τείχη σου, καθώς αυτός θα εισέργεται δια των πυλών σου, με τόσην ευκολίαν μ όση εισέρχεται εις την πόλιν ο ερχόμενος από την πεδιάδα.

Ιεζ. 26,11           ἐν ταῖς ὁπλαῖς τῶν ἵππων αὐτοῦ καταπατήσουσί σου πάσας τὰς πλατείας· τὸν λαόν σου μαχαίρᾳ ἀνελεῖ καὶ τὴν ὑπόστασιν τῆς ἰσχύος σου ἐπὶ τὴν γῆν κατάξει.

Ιεζ. 26,11                   Αι οπλαί των ίππω του θα καταπατήσουν και θα καταστρέψουν όλας τας ωραίας πλατείας σου. Εν στόματι μαχαίρας θα φονεύση τους ανθρώπους σου και ολόκληρον την δύναμίν σου θα καταρρίψη εις την γην.

Ιεζ. 26,12           καὶ προνομεύσει τὴν δύναμίν σου καὶ σκυλεύσει τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ καταβαλεῖ τὰ τείχη σου καὶ τοὺς οἴκους σου τοὺς ἐπιθυμητοὺς καθελεῖ, καὶ τοὺς λίθους σου καὶ τὰ ξύλα σου καὶ τὸν χοῦν σου εἰς μέσον τῆς θαλάσσης σου ἐμβαλεῖ.

Ιεζ. 26,12                  Ο εχθρός αυτός θα αιχμαλωτίση την στρατιωτικήν σου δύναμιν, θα πάρη ως λάφυρα όλα τα υπάρχοντά σου, θα ρίψη ερείπια στο έδαφος τα τείχη σου, θα κρημνίση τους ωραίους οίκους σου· τους λίθους σου και τα ξύλα σου και αυτό ακόμη το χώμα θα τα ρίψη στο μέσον της θαλάσσης.

Ιεζ. 26,13           καὶ καταλύσει τὸ πλῆθος τῶν μουσικῶν σου, καὶ ἡ φωνὴ τῶν ψαλτηρίων σου οὐ μὴ ἀκουσθῇ ἔτι.

Ιεζ. 26,13                  Θα διαλύση και θα κατάργηση τους πολυάριθμους μουσκούς σου και δεν θα ακούεται πλέον μελωδία των μουσικών οργάνων των.

Ιεζ. 26,14           καὶ δώσω σε εἰς λεωπετρίαν, ψυγμὸς σαγηνῶν ἔσῃ, οὐ μὴ οἰκοδομηθῇς ἔτι, ὅτι ἐγὼ Κύριος ἐλάλησα, λέγει Κύριος.

Ιεζ. 26,14                  Θα παραχωρήσω να γίνης ξηρά και γυμνή όπως η λεία πέτρα και ο τόπος σου θα γίνη μέρος, όπου οι αλιείς θα στεγνώνουν τα δίκτυά των. Δεν θα ανοικοδομηθής πλέον. Εγώ ο Κυριος είπα και ετσι θα γίνη”, λέγει ο Κυριος.

Ιεζ. 26,15           διότι τάδε λέγει Κύριος Κύριος τῇ Σόρ· οὐκ ἀπὸ φωνῆς τῆς πτώσεώς σου ἐν τῷ στενάξαι τραυματίας, ἐν τῷ σπάσαι μάχαιραν ἐν μέσῳ σου σεισθήσονται αἱ νῆσοι;

Ιεζ. 26,15                  Αυτά λέγει ο Κυριος εναντίον της Τυρου. “Από τον θόρυβον και την βοήν της πτώσεώς σου, από τους στεναγμούς των φονευομένων, όταν φονική ανασπασθη η μάχαιρα της σφαγής, εν μέσω της περιοχής σου, δεν θα συγκλονισθούν αι άλλαι νήσοι;

Ιεζ. 26,16           καὶ καταβήσονται ἀπὸ τῶν θρόνων αὐτῶν πάντες οἱ ἄρχοντες ἐκ τῶν ἐθνῶν τῆς θαλάσσης καὶ ἀφελοῦνται τὰς μίτρας ἀπὸ τῶν κεφαλῶν αὐτῶν καὶ τὸν ἱματισμὸν τὸν ποικίλον αὐτῶν ἐκδύσονται. ἐκστάσει ἐκστήσονται, ἐπὶ γῆν καθεδοῦνται καὶ φοβηθήσονται τὴν ἀπώλειαν αὐτῶν καὶ στενάξουσιν ἐπὶ σέ·

Ιεζ. 26,16                  Τρομαγμένοι και πανικόβλητοι όλοι οι άρχοντες των εθνών της Μεσογείου θαλάσσης, θα κατέβουν από τους θρόνους των, θα αφαιρέσουν από τας κεφαλάς των τας βασιλικάς μίτρας των, θα εκδυθούν τον ποικιλόχρωμον πολυτελή ιματισμόν των, θα μείνουν κατάπληκτοι εμπρός εις τα φοβερά γεγονότα, θα καθίσουν κάτω στο έδαφος, θα φοβηθούν δι' επικειμένην ιδικήν των καταστροφήν και θα στενάξουν δια σέ.

Ιεζ. 26,17           καὶ λήψονται ἐπὶ σὲ θρῆνον καὶ ἐροῦσί σοι· πῶς κατελύθης ἐκ θαλάσσης, ἡ πόλις ἡ ἐπαινετή, ἡ δοῦσα τὸν φόβον αὐτῆς πᾶσι τοῖς κατοικοῦσιν αὐτήν;

Ιεζ. 26,17                  Θα αναλάβουν βρήνον και θα σου πουν· Πως διελύθης και εξηφανίσθης ανάμεσα από την θάλασσαν συ, η ονομαστή πόλις, η οποία ενέπνεες τον φόβον σου εις όλας τας νήσους και τας παραλίους περιοχάς της Μεσογείου Θαλάσσης;

Ιεζ. 26,18           καὶ φοβηθήσονται αἱ νῆσοι ἀπὸ ἡμέρας πτώσεώς σου·

Ιεζ. 26,18                  Ολαι αι νήσοι θα φοβηθούν από την ημέραν της πτώσεώς σου”.

Ιεζ. 26,19           ὅτι τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ὅταν δῶ σε πόλιν ἠρημωμένην ὡς τὰς πόλεις τὰς μὴ κατοικισθησομένας, ἐν τῷ ἀναγαγεῖν με ἐπὶ σὲ τὴν ἄβυσσον καὶ κατακαλύψει σε ὕδωρ πολύ,

Ιεζ. 26,19                  Διότι αυτά λέγει ο Κυριος Κυριος. “Οταν σε καταστήσω έρημον πόλιν, όπως είναι αι πόλεις, αι οποίαι δεν κατοικούνται από τους ανθρώπους, όταν εγώ αναβιβάσω την θάλασσαν εναντίον σου και σε σκεπάση εξ ολοκλήρου με τους απροσμετρήτους όγκους των υδάτων της,

Ιεζ. 26,20           καὶ καταβιβάσω σε πρὸς τοὺς καταβαίνοντας εἰς βόθρον πρὸς λαὸν αἰῶνος καὶ κατοικιῶ σε εἰς βάθη τῆς γῆς ὡς ἔρημον αἰώνιον μετὰ καταβαινόντων εἰς βόθρον, ὅπως μὴ κατοικηθῇς μηδὲ ἀναστῇς ἐπὶ γῆς ζωῆς.

Ιεζ. 26,20                 θα σε κατεβάσω μαζή με εκείνους, που κατεβαίνουν εις τα καταχθόνια του άδου, προς λαόν που από αιώνων πολλών ευρίσκεται εκεί. Θα σε εγκαταστήσω εις τα βάθη της γης, αιωνίως έρημον μαζή με εκείνους, που καταβαίνουν εις τα βάραθρα του άδου, δια να μη κατοικηθής πλέον, δια να μη αναστηθής εις ζωήν επί της γης.

Ιεζ. 26,21           ἀπώλειάν σε δώσω, καὶ οὐχ ὑπάρξεις ἔτι εἰς τὸν αἰῶνα, λέγει Κύριος Κύριος.

Ιεζ. 26,21                  Θα σε παραδώσω εις όλεθρον και δεν θα υπάρξης ποτέ πλέον στον αιώνα”, λέγει ο Κυριος Κυριος.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 27

 

Ιεζ. 27,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 27,1                     Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπεί

Ιεζ. 27,2            καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, λαβὲ ἐπὶ Σὸρ θρῆνον

Ιεζ. 27,2                    “συ, υιέ ανθρώπου, θρηνολόγησε δια την συμφοράν της Τυρου.

Ιεζ. 27,3            καὶ ἐρεῖς τῇ Σὸρ τῇ κατοικούσῃ ἐπὶ τῆς εἰσόδου τῆς θαλάσσης, τῷ ἐμπορίῳ τῶν λαῶν ἀπὸ νήσων πολλῶν· τάδε λέγει Κύριος τῇ Σόρ· σὺ εἶπας· ἐγὼ περιέθηκα ἐμαυτῇ κάλλος μου.

Ιεζ. 27,3                    Ειπέ εις την Τυρον, η οποία ευρίσκεται εις περιοχήν, που αποτελεί είσοδον προς την θάλασσαν δια τους ανατολικούς λαούς, και η οποία διεξάγει εμπόριον με λαούς πολλών νήσων και άλλων παραλίων περιοχών. Αυτά λέγει ο Κυριος εις την Τυρον· Συ αλαζονικώς είπες· εγώ, με την δύναμίν μου ειργάσθην και περιεβλήθην το κάλλος μου.

Ιεζ. 27,4            ἐν καρδίᾳ θαλάσσης τῷ Βεελεὶμ υἱοί σου περιέθηκάν σοι κάλλος.

Ιεζ. 27,4                    Πράγματι οι κάτοικοί σου σε ανοικοδόμησαν ωραίαν και ισχυράν, εις κεντρικόν σημείον της παραλίας. Σε ανέδειξαν ωραίαν και σε έθεσαν υπό την προστασίαν των ειδωλικών θεών του Βααλ και της Αστάρτης.

Ιεζ. 27,5            κέδρος ἐκ Σανεὶρ ᾠκοδομήθη σοι, ταινίαι σανίδων κυπαρίσσου ἐκ τοῦ Λιβάνου ἐλήφθησαν τοῦ ποιῆσαί σοι ἱστοὺς ἐλατίνους·

Ιεζ. 27,5                    Κέδρινη ξυλεία ελήφθη από το όρος Σανείρ και κατεσκευάσθησαν τα πλοία σου. Ξυλα κυπαρίσσου από το όρος Λιβανον ελήφθησαν, δια να κατασκευασθούν, ως έλατα υψηλά, τα κατάρτια των πλοίων σου.

Ιεζ. 27,6            ἐκ τῆς Βασανίτιδος ἐποίησαν τὰς κώπας σου, τὰ ἱερά σου ἐποίησαν ἐξ ἐλέφαντος, οἴκους ἀλσώδεις ἀπὸ νήσων τῶν Χετιείμ.

Ιεζ. 27,6                    Από τα ξύλα των δασών της Βασάν κατεσκεύασαν οι τεχνίται τα κουπιά των πλοίων σου. Αλλοι τεχνίται κατεσκεύασαν τα ιερά σκεύη των ναών σου και είδωλα από ελεφαντοστούν. Ωραίας επαύλεις μέσα εις δάση έκτισαν οι άνθρωποί σου από υλικά της νήσου Κυπρου και άλλων παραλίων περιοχών.

Ιεζ. 27,7            βύσσος μετὰ ποικιλίας ἐξ Αἰγύπτου ἐγένετό σοι στρωμνὴ τοῦ περιθεῖναί σοι δόξαν καὶ περιβαλεῖν σε ὑάκινθον καὶ πορφύραν ἐκ τῶν νήσων Ἐλεισαὶ καὶ ἐγένετο περιβόλαιά σου.

Ιεζ. 27,7                    Λινά υφάσματα από την Αίγυπτον, με λεπτά κεντήματα έγιναν το στρώμα σου, δια να κοιμάσαι. Δια να παρουσιασθής με μεγαλοπρέπειαν, εφόρεσες υακίνθινα υφάσματα και πορφύραν από τας νήσους Ελεισαί. Αυτά έγιναν ενδύματά σου, καλύμματα της στρωμνής και της σκηνής σου.

Ιεζ. 27,8            καὶ οἱ ἄρχοντές σου οἱ κατοικοῦντες Σιδῶνα καὶ Ἀράδιοι ἐγένοντο κωπηλάται σου· οἱ σοφοί σου, Σόρ, οἳ ἦσαν ἐν σοί, οὗτοι κυβερνῆταί σου.

Ιεζ. 27,8                    Οι άρχοντές σου ήσαν οι ονομαστοί κάτοικοι της Σιδώνος. Οι Αράδιοι, οι κάτοικοι της Αράδ, ήσαν περίφημοι κωπηλάται σου. Σοφοί άνδρες, οι οποίοι ευρίσκοντο εις την περιοχήν σου, ήσαν οι κυβερνήται των πλοίων σου.

Ιεζ. 27,9            οἱ πρεσβύτεροι βιβλίων καὶ οἱ σοφοὶ αὐτῶν ἦσαν ἐν σοί, οὗτοι ἐνίσχυον τὴν βουλήν σου· καὶ πάντα τὰ πλοῖα τῆς θαλάσσης καὶ οἱ κωπηλάται αὐτῶν ἐγένοντό σοι ἐπὶ δυσμὰς δυσμῶν.

Ιεζ. 27,9                    Οι πρεσβύτεροι, που είχαν γηράσει εις την μελέτην των βιβλίων, και οι σοφώτεροι από αυτούς, που ευρίσκοντο εις την περιοχήν σου, αυτοί με την ορθοφροσύνην και σοφίαν των έκαναν εγκύρους και ισχυράς τας αποφάσεις σου. Ολα τα πλοία σου με τους κωπηλάτας των ήρχοντο προς σε προς δυσμάς μέχρι το ακρότατον σημείον.

Ιεζ. 27,10           Πέρσαι καὶ Λυδοὶ καὶ Λίβυες ἦσαν ἐν τῇ δυνάμει σου, ἄνδρες πολεμισταί σου πέλτας καὶ περικεφαλαίας ἐκρέμασαν ἐν σοί, οὗτοι ἔδωκαν τὴν δόξαν σου.

Ιεζ. 27,10                  Πέρσαι και Λυδοί και Λιβυες αποτελούσαν την στρατιωτικήν σου δύναμιν. Οι πολεμισταί αυτοί άνδρες σου εκρεμούσαν τας ασπίδας των και τας περικεφαλαίας των εις την περιοχήν σου. Ετσι δέ σου έδιδαν δόξαν.

Ιεζ. 27,11           υἱοὶ Ἀραδίων καὶ ἡ δύναμίς σου ἐπὶ τῶν τειχέων σου φύλακες ἐν τοῖς πύργοις σου ἦσαν, τὰς φαρέτρας αὐτῶν ἐκρέμασαν ἐπὶ τῶν ὅρμων σου κύκλῳ· οὗτοι ἐτελείωσάν σου τὸ κάλλος.

Ιεζ. 27,11                   Οι άνδρες της Αράδ και η άλλη στρατιωτική σου δύναμις ήσαν φύλακες επάνω εις τα τείχη σου. Εις τους πύργους σου αυτοί εκρέμασαν τας φαρέτρας των γύρω από τα τείχη σου. Αυτοί ωλοκλήρωσαν και κατέστησαν εμφανές το κάλλος σου.

Ιεζ. 27,12           Καρχηδόνιοι ἔμποροί σου ἀπὸ πλήθους πάσης ἰσχύος σου, ἀργύριον καὶ χρυσίον καὶ σίδηρον καὶ κασσίτερον καὶ μόλιβον ἔδωκαν τὴν ἀγοράν σου.

Ιεζ. 27,12                  Οι Καρχηδόνιοι ήσαν οι εμπορευόμενοι μαζή σου, χάρις στο πλήθος κάθε είδους των εμπορευμάτων σου. Και αυτοί σου έδιδαν προς αγοράν των εμπορευμάτων άργυρον, χρυσόν, σίδηρον, κασσίτερον και μόλυβδον.

Ιεζ. 27,13           ἡ Ἑλλὰς καὶ ἡ σύμπασα καὶ τὰ παρατείνοντα, οὗτοι ἐνεπορεύοντό σοι ἐν ψυχαῖς ἀνθρώπων καὶ σκεύη χαλκᾶ ἔδωκαν τὴν ἐμπορίαν σου.

Ιεζ. 27,13                  Ολόκληρος η Ελλάς και αι γειτονικαί περιοχαί διεξήγον μαζή σου εμπόριον δούλων και χαλκίνων δοχείων, τα οποία προσέφεραν ως εμπορεύματα εις σέ.

Ιεζ. 27,14           ἐξ οἴκου Θεργαμὰ ἵππους καὶ ἱππεῖς ἔδωκαν τὴν ἀγοράν σου.

Ιεζ. 27,14                  Οι κάτοικοι της Θεργαμά, δηλαδή της Αρμενίας, επλήρωναν δια την αγοράν των εμπορευμάτων σου ίππους και ιππείς.

Ιεζ. 27,15           υἱοὶ Ῥοδίων ἔμποροί σου ἀπὸ νήσων ἐπλήθυναν τὴν ἐμπορίαν σου ὀδόντας ἐλεφαντίνους, καὶ τοῖς εἰσαγομένοις ἀντεδίδους τοὺς μισθούς σου,

Ιεζ. 27,15                  Οι κάτοικοι της Ροδου, οι εμπορευόμενοι μαζή σου, όπως επίσης και οι εκ των άλλων νήσων, οι οποίοι ηύξανον τας εμπορικάς των συναλλαγάς με σέ, σου προσέφεραν ελεφαντοστούν· και συ δια την αγοράν των εισαγομένων ειδών επλήρωνες εις αυτούς χρήματα.

Ιεζ. 27,16           ἀνθρώπους ἐμπορίαν σου ἀπὸ πλήθους τοῦ συμμείκτου σου, στακτὴν καὶ ποικίλματα ἐκ Θαρσίς, καὶ Ῥαμὸθ καὶ Χορχὸρ ἔδωκαν τὴν ἀγοράν σου.

Ιεζ. 27,16                  Εις τους Ροδίους έδιδες συ από το πλήθος της πανσπερμίας των λαών σου και αυτοί προσέφεραν εις την αγοράν σου στακτήν, κεντήματα από την Θαρσίς και άλλα είδη από την Ραμόθ και Χορχόρ.

Ιεζ. 27,17           Ἰούδας καὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Ἰσραήλ, οὗτοι ἔμποροί σου ἐν πράσει σίτου καὶ μύρων καὶ κασίας, καὶ πρῶτον μέλι καὶ ἔλαιον καὶ ῥητίνην ἔδωκαν εἰς τὸν σύμμεικτόν σου.

Ιεζ. 27,17                  Οι Ιουδαίοι και οι Ισραηλίται, αυτοί ήσαν έμποροί σου, που σου επωλούσαν σίτον και μύρα και κασίαν, εξαίρετον μέλι και έλαιον και ρητίνην, δια το ανάμεικτον πλήθος των λαών σου.

Ιεζ. 27,18           Δαμασκὸς ἔμπορός σου ἐκ πλήθους πάσης δυνάμεώς σου· οἶνος ἐκ Χελβὼν καὶ ἔρια ἐκ Μιλήτου, καὶ οἶνον εἰς τὴν ἀγοράν σου ἔδωκαν.

Ιεζ. 27,18                  Η Δαμασκός επίσης ήτο η πόλις, με την οποίαν εμπορεύεσο δια κάθε είδος εμπορευμάτων, τα οποία οι έμποροί της αντήλλασσαν με οίνον από Χελβών και έρια από την Μιλητον, που προσέφεραν εις τας αγοράς σου.

Ιεζ. 27,19           ἐξ Ἀσὴλ σίδηρος εἰργασμένος καὶ τροχὸς ἐν τῷ συμμείκτῳ σού ἐστι.

Ιεζ. 27,19                  Μεταξύ της πανσπερμίας των λαών σου εχρησιμοποιείτο ο σίδηρος, ο οποίος προήρχετο κατειργασμένος από την Ασήλ, και οι τροχοί δια μέσα μεταφοράς.

Ιεζ. 27,20           Δαιδὰν ἔμποροί σου μετὰ κτηνῶν ἐκλεκτῶν εἰς ἅρματα.

Ιεζ. 27,20                 Οι κάτοικοι της Δαιδάν ήσαν οι έμποροί σου, οι οποίοι προσέφεραν εις σε εκλεκτούς ίππους δια τα πολεμικά σου άρματα.

Ιεζ. 27,21           ἠ Ἀραβία καὶ πάντες οἱ ἄρχοντες Κηδάρ, οὗτοι ἔμποροί σου διά χειρός σου, καμήλους καὶ ἀμνοὺς καὶ κριοὺς ἐν οἷς ἐμπορεύονταί σε.

Ιεζ. 27,21                  Οι κάτοικοι της Αραβίας και όλοι οι επιφανείς κάτοικοι της Κηδάρ, ήσαν έμποροί σου, παραδίδοντες εις τα χέρια σου καμήλους, αμνούς, κριούς, τα οποία εμπορεύοντό με σέ.

Ιεζ. 27,22           ἔμποροι Σαββὰ καὶ Ῥαγμά, οὗτοι ἔμποροί σου μετὰ πρώτων ἡδυσμάτων καὶ λίθων χρηστῶν καὶ χρυσὸν ἔδωκαν τὴν ἀγοράν σου.

Ιεζ. 27,22                 Οι έμποροι της Σαβά και Ραγμά ήσαν οι έμποροί σου, οι οποίοι προσέφεραν εις την αγοράν σου τα πλέον εκλεκτά εκ των αρωμάτων, πολυτίμους λίθους και χρυσόν.

Ιεζ. 27,23           Χαῤῥὰν καὶ Χαννά, οὗτοι ἔμποροί σου· Ἀσσοὺρ καὶ Χαρμὰν ἔμποροί σου

Ιεζ. 27,23                  Οι κάτοικοι Χαρράν και Χαννά και αυτοί ήσαν έμποροί σου, όπως επίσης οι κάτοικοι Ασσούρ και Χαρμάν.

Ιεζ. 27,24           φέροντες ἐμπορίαν ὑάκινθον καὶ θησαυροὺς ἐκλεκτοὺς δεδεμένους σχοινίοις καὶ κυπαρύσσινα.

Ιεζ. 27,24                 Αυτοί έφεραν ως εμπόρευμα προς σε υφάσματα κυανά και άλλα πολύτιμα εκλεκτά αντικείμενα, συσκευασμένα και δεμένα με σχοινία, όπως και ξυλείαν από κυπάρισσον.

Ιεζ. 27,25           πλοῖα, ἐν αὐτοῖς Καρχηδόνιοι ἔμποροί σου ἐν τῷ πλήθει, ἐν τῷ συμμείκτῳ σου, καὶ ἐνεπλήσθης καὶ ἐβαρύνθης σφόδρα ἐν καρδίᾳ θαλάσσης.

Ιεζ. 27,25                  Ηρχοντο στους λιμένας σου πλοία με πολυαρίθμους Καρχηδονίους εμπόρους δια την εξυπηρέτησιν του πολυαρίθμου αναμίκτου λαού σου. Ετσι δε συ εγέμισες από πλούτη και εμπορεύματα. Επλούτησες πάρα πολύ, αυτού στον κεντρικόν λιμένα της Μεσογείου, που ευρίσκεσαι.

Ιεζ. 27,26           ἐν ὕδατι πολλῷ ἦγόν σε οἱ κωπηλάται σου· τὸ πνεῦμα τοῦ νότου συνέτριψέ σε ἐν καρδίᾳ θαλάσσης.

Ιεζ. 27,26                 Οι κωπηλάται σου, εκπροσωπούντες σε και τον πλούτον σου, έπλευσαν με τα πλοία των εις ύδατα πολλά, αλλά νότιος σφοδρός άνεμος συνέτριψε τα πλοία σου στο κέντρον της Μεσογείου Θαλάσσης.

Ιεζ. 27,27           ἦσαν δυνάμεις σου καὶ ὁ μισθός σου καὶ τῶν συμμείκτων σου καὶ οἱ κωπηλάται σου καὶ οἱ κυβερνῆταί σου καὶ οἱ σύμβουλοί σου καὶ οἱ σύμμεικτοί σου ἐκ τῶν συμμείκτων σου καὶ πάντες οἱ ἄνδρες οἱ πολεμισταί σου οἱ ἐν σοὶ καὶ πᾶσα συναγωγή σου ἐν μέσῳ σου, πεσοῦνται ἐν καρδίᾳ θαλάσσης ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς πτώσεώς σου.

Ιεζ. 27,27                  Ολαι αι δυνάμεις σου, ο πλούτος σου από τας εμπορικάς συναλλαγάς σου, η πανσπερμία των διαφόρων εθνών, οι κωπηλάται σου και οι κυβερνήται σου και οι σοφοί σύμβουλοί σου, όλον το πλήθος, των λαών σου από τα διάφορα έθνη, όλοι οι πολεμισταί άνδρες, που υπήρχον εις την περιοχήν σου, όλοι γενικώς οι κάτοικοί σου θα καταποντισθούν εις τα βάθη της Μεσογείου Θαλάσσης κατά την ημέραν της πτώσεως και καταστροφής σου.

Ιεζ. 27,28           πρὸς τὴν κραυγὴν τῆς φωνῆς σου οἱ κυβερνῆταί σου φόβῳ φοβηθήσονται,

Ιεζ. 27,28                 Από τας κραυγαλέας φωνάς, που θα αναγγέλλουν την καταστροφήν σου, οι κυβερνήται των πλοίων σου θα κυριευθούν από μεγάλον φόβον.

Ιεζ. 27,29           καὶ καταβήσονται ἀπὸ τῶν πλοίων πάντες οἱ κωπηλάται καὶ οἱ ἐπιβάται καὶ οἱ πρωρεῖς τῆς θαλάσσης ἐπὶ τὴν γῆν στήσονται

Ιεζ. 27,29                 Θα βγουν από τα πλοία όλοι οι κωπηλάται και οι επιβάται και οι πρωρείς, που εποπτεύουν τα πλοία εν μέσω της θαλάσσης. Ολοι θα σταθούν εις την ξηράν.

Ιεζ. 27,30           καὶ ἀλαλάξουσιν ἐπὶ σὲ τῇ φωνῇ αὐτῶν καὶ κεκράξονται πικρὸν καὶ ἐπιθήσουσι γῆν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτῶν καὶ σποδὸν ὑποστρώσονται.

Ιεζ. 27,30                  Με όλην των την δύναμιν θα εκβάλλουν αλαλαγμούς, θρηνώδεις κραυγάς δια την καταστροφήν σου. Θα κραυγάσουν με πικρίαν, θα ρίψουν χώμα επάνω εις την κεφαλήν των και θα στρώσουν στάχτην, επάνω εις την οποίαν θα πέσουν να κοιμηθούν.

Ιεζ. 27,32           καὶ λήψονται οἱ υἱοὶ αὐτῶν ἐπὶ σὲ θρῆνον καὶ θρήνημά σοι·

Ιεζ. 27,32                  Και τα παιδιά των ακόμη θα αναλάβουν θρήνον και θα θρηνήσουν δια σε και θα είπουν·

Ιεζ. 27,33           πόσον τινὰ εὗρες μισθὸν ἀπὸ τῆς θαλάσσης; ἐνέπλησας ἔθνη ἀπὸ τοῦ πλήθους σου καὶ ἀπὸ τοῦ συμμείκτου σου ἐπλούτησας πάντας βασιλεῖς τῆς γῆς.

Ιεζ. 27,33                  Ολίγον, τάχα, πλούτον απέκτησες συ από την κυριαρχίαν των θαλασσών και από το εμπόριόν σου; Συ, εγεμισες και τα άλλα έθνη από τα πλήθη των αγαθών σου, κατέστησες πλουσίους όλους τους βασιλείς της γης από το πλήθος της πανσπερμίας του λαού σου.

Ιεζ. 27,34           νῦν συνετρίβης ἐν θαλάσσῃ, ἐν βάθει ὕδατος· ὁ σύμμεικτός σου καὶ πᾶσα ἡ συναγωγή σου ἐν μέσῳ σου

Ιεζ. 27,34                  Τωρα όμως συνετρίβης εις την θάλασσαν, κατεποντίσθης εις βαθέα ύδατα. Ο πολυποίκιλος λαός σου και όλον το πλήθος των ανθρώπων, που υπήρχον εις σέ, κατεστράφησαν,

Ιεζ. 27,35           ἔπεσον, πάντες οἱ κωπηλάται σου. πάντες οἱ κατοικοῦντες τὰς νήσους ἐστύγνασαν ἐπὶ σέ, καὶ οἱ βασιλεῖς αὐτῶν ἐκστάσει ἐξέστησαν, καὶ ἐδάκρυσε τὸ πρόσωπον αὐτῶν.

Ιεζ. 27,35                  όπως και όλοι οι περίφημοι κωπηλάται σου. Ολοι οι κάτοικοι των νήσων της Μεσογείου, όταν έμαθαν την καταστροφήν σου, εσκυθρώπασαν τα πρόσωπά των, οι βασιλείς των περιέπεσαν εις κατάπληξιν και δάκρυα εκύλισαν στο πρόσωπον των!

Ιεζ. 27,36           ἔμποροι ἀπὸ ἐθνῶν ἐσύρισάν σε, ἀπώλεια ἐγένου, καὶ οὐκέτι ἔσῃ εἰς τὸν αἰῶνα.

Ιεζ. 27,36                  Οι έμποροι των εθνών αφήκαν συρίγματα εκπλήξεως και φόβου, έγινες όλεθρος και απώλεια, δεν θα ξαναοικοδομηθής ποτέ”.

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 28

 

Ιεζ. 28,1            Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων·

Ιεζ. 28,1                    Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε·

Ιεζ. 28,2            καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, εἰπὸν τῷ ἄρχοντι Τύρου· τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ὑψώθη σου ἡ καρδία, καὶ εἶπας· θεός εἰμι ἐγώ, κατοικίαν θεοῦ κατῴκησα ἐν καρδίᾳ θαλάσσης, σὺ δὲ εἶ ἄνθρωπος καὶ οὐ Θεός, καὶ ἔδωκας τὴν καρδίαν σου ὡς καρδίαν Θεοῦ.

Ιεζ. 28,2                    “συ, υιέ ανθρώπου, είπε στον άρχοντα της Τυρου αυτά λέγει ο Κυριος· Επειδή αλαζονεία και υπερηφάνεια επλημμύρισαν την καρδίαν σου, είπες· “εγώ είμαι θεός, κάθημαι επάνω εις θρόνον θεού. Κυριαρχώ επί της θαλάσσης” ενώ είσαι ενας απλούς άνθρωπος και οχι θεός. Και εν τούτοις η αλαζονική καρδία σου σε έκαμε να σκεφθής, ως εάν ήσο θεός.

Ιεζ. 28,3            μὴ σοφώτερος εἶ σὺ τοῦ Δανιήλ; ἢ σοφοὶ οὐκ ἐπαίδευσάν σε τῇ ἐπιστήμη αὐτῶν;

Ιεζ. 28,3                    Μηπως συ είσαι σοφώτερος από τον Δανιήλ; Η μήπως, τα όσα γνωρίζεις, δεν σου τα έχουν διδάξει άλλοι άνδρες σοφοί εις την επιστήμην των;